Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΩΝ ΜΕ ΤΗ ΡΩΣΙΑ. ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΡΕΨΑΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΤΣΑΡΩΝ (17ος - 19ος αιώνας)




                                                                              
                                                                                                   
           Η Ρωσία επίσημα ως κράτος σχετίζεται με το Ιόνιο και τα νησιά του ακριβώς στο γύρισμα του 18ου προς το 19ο αιώνα (1798-1800). Ήταν τότε που για πρώτη ίσως φορά η τσαρική Ρωσία συνεργάστηκε με την Οθωμανική αυτοκρατορία για να αποκρούσουν μαζί τον επικίνδυνο στρατιωτικά και προπάντων ιδεολογικά  Μ. Ναπολέοντα, καθώς είχε καταστεί με το στρατό του ο φορέας των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης έξω από τη Γαλλία. Έπρεπε, λοιπόν, τότε να απομακρυνθούν οι Γάλλοι από τα Επτάνησα, καθώς υπήρχε ο φόβος της διάδοσης των νεωτερικών ιδεών στη διπλανή τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Αλλά και καθώς ήταν τα Επτάνησα, λόγω της στρατηγικής τους σημασίας, ορμητήριο για οποιαδήποτε επακόλουθη επιχείρηση εναντίον της Αιγύπτου, των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας, ζωτικών χώρων της σουλτανικής και τσαρικής ηγεμονίας, υπήρχε ο φόβος να αλλάξει ο Ναπολέοντας το status quo της ευρύτερης περιοχής. Επιπλέον, εκείνη την εποχή η ρωσική αστική τάξη των εμπόρων, αν και αδύνατη πολιτικά, είχε αρχίσει να πιέζει την κρατική εξουσία για άνοιγμα προς τη μεσογειακή αγορά.
          Ο Ρώσος αντιναύαρχος Φιοντόρ Φιοντόροβιτς Ουσακώφ ανέλαβε το 1798 την ευθύνη της εκστρατείας στη Μεσόγειο, έχοντας μαζί του τον κεφαλονίτικης καταγωγής υποπλοίαρχο Γρηγόρη Μεταξά, ο οποίος είχε μπει στη ρωσική υπηρεσία από το 1785.  Η συνεργασία των δύο στόλων, του ρωσικού και του οθωμανικού, δεν παρουσίασε δυσκολίες.  Έτσι, ενωμένοι οι Ρωσότουρκοι εκδίωξαν τους δημοκρατικούς Γάλλους από τα Επτάνησα και από τους πρώτους μήνες του 1799 ανέλαβαν αυτοί ως νέοι κυρίαρχοι. Ήδη από τα τέλη Οκτωβρίου του 1798 η γαλλική φρουρά της Κεφαλονιάς είχε παραδοθεί στον Ουσακώφ και έπαιρνε στο νησί τη θέση της  η νέα τάξη πραγμάτων.  Σε όλα τα Επτάνησα αποκαταστάθηκε το παλιό αριστοκρατικό καθεστώς, που είχε καταργηθεί από τους Γάλλους. Τον Απρίλιο του 1799 οι αρχηγοί των δύο στόλων ανακοίνωσαν ότι τα Ιόνια νησιά θα αποτελούσαν ενιαίο κρατικό σχηματισμό με έδρα της κεντρικής κυβέρνησης την Κέρκυρα Η Γερουσία, αποτελούμενη από αντιπροσώπους όλων των νησιών, θα αναλάμβανε να συντάξει το προσωρινό Σύνταγμα της Πολιτείας, η οποία έμελλε να αποτελέσει το πρώτο αυτόνομο ελληνικό κρατικό μόρφωμα των νεότερων χρόνων. Κι αυτό ήταν το θετικό αποτέλεσμα αυτής της ρωσοτουρκικής επέμβασης. Πράγματι, το Μάρτιο του 1800 η Ρωσία και η Οθωμανική αυτοκρατορία υπόγραψαν τη Σύμβαση της Κων/πολης, με την οποία αποφασιζόταν ότι τα Ιόνια νησιά αποτελούσαν ενιαίο κράτος υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου.  Αφού, λοιπόν, τακτοποιήθηκε η νέα κατάσταση το καλοκαίρι του 1801 απέπλευσε από το Ιόνιο ο ρωσικός στόλος του Ουσακώφ με προορισμό τη Σεβαστούπολη της Κριμαίας.
         Στη συνέχεια, όμως, η Επτάνησος Πολιτεία αντιμετώπισε προβλήματα, εξεγέρσεις κ.λπ., αλλά και τα συμφέροντα των δύο μέχρι τότε συμμάχων διαφοροποιήθηκαν. Έτσι, το 1807 με τη συνθήκη του Τίλσιτ μεταξύ Ρωσίας και Γαλλίας καταργήθηκε η Επτάνησος Πολιτεία και τα Ιόνια νησιά παραχωρήθηκαν στους αριστοκρατικούς, τώρα, Γάλλους.

          Βέβαια, πολύ πριν ο ρωσικός στόλος του Ουσακώφ εμφανιστεί στο Ιόνιο, οι Κεφαλονίτες είχαν «ανακαλύψει» τη Ρωσία. Μερικές φορές η Ιστορία επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις. Με τα παιχνίδια της διαμορφώνει  κάποιες βαθύτερες σχέσεις ανάμεσα στους κοινωνικούς σχηματισμούς, όπως έγινε  στην περίπτωση της Κεφαλονιάς και της Ρωσίας. Αν και διαφορετικά μεγέθη οι δυο αυτές γεωγραφικές αλλά και πολιτισμικές ενότητες - ένα νησί στα δυτικά όρια του ελληνισμού, κατακτημένο από τους Βενετούς και αργότερα από τους Άγγλους, και στην άλλη άκρη μια αυτοκρατορία με επεκτατική πολιτική αλλά και ανοικτή σε νέες ιδέες και πρακτικές – βρήκαν ευκαιρίες να συναντηθούν.
          Πολλοί Κεφαλονίτες έφθασαν στη Ρωσία. Κάποιοι προχώρησαν μέχρι τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη, οι περισσότεροι όμως δραστηριοποιήθηκαν στη νότια Ρωσία και ιδιαίτερα το 19ο αιώνα. Θα αναφέρουμε σχεδόν επιγραμματικά κάποιες χαρακτηριστικές προσωπικές περιπτώσεις, που δείχνουν την ποιότητα και το εύρος των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών κατά το 17ο,  18ο  και  19ο αιώνα. Θα πρέπει, βέβαια, να σημειώσουμε εδώ ότι εκτός από τα παρακάτω πρόσωπα υπήρξαν και δεκάδες άλλα που διέπρεψαν και μεγαλούργησαν στις ρωσικές πόλεις προσφέροντας οικονομικά και πνευματικά-πολιτιστικά στο ρωσικό κράτος και στο ρωσικό λαό.

  ΑΔΕΛΦΟΙ ΛΕΙΧΟΥΔΗ
    ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΣ (Κεφαλονιά, 1633 - Μόσχα, 1717)
    ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ (Κεφαλονιά, 1652 – Μόσχα, 1730)
          Οι αδελφοί Ιωαννίκιος (κατά κόσμον Ιωάννης) και Σωφρόνιος (κατά κόσμον Σπυρίδων) Λειχούδη έχουν συνδεθεί άρρηκτα με την πνευματική αναγέννηση της Ρωσίας του τελευταίου τέταρτου του 17ου και των πρώτων δεκαετιών του 18ου αιώνα, καθώς υπήρξαν οι ιδρυτές και οι πρώτοι δάσκαλοι της Σλαβο-ελληνο-λατινικής Ακαδημίας της Μόσχας, του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Ρωσίας. Δίδαξαν αρχαία ελληνικά και λατινικά αλλά και νέα ελληνικά και ιταλικά, θεμελίωσαν τις ανθρωπιστικές σπουδές και συνέγραψαν τα πρώτα εγχειρίδια. Ουσιαστικά μετακένωσαν στη Ρωσία το ιδεώδες της ευρωπαϊκής Αναγέννησης, ενώ υπερασπίστηκαν με επιμονή την ορθόδοξη πίστη απέναντι στους καθολικούς και προτεστάντες.
          Γεννήθηκαν στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς. Σπούδασαν στη Βενετία και την Πάδοβα της Ιταλίας λατινικά, φιλοσοφία και θεολογία. Επιστρέφοντας στην Κεφαλονιά επιδόθηκαν στη διδασκαλία. Το 1683 βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου με τη σύμφωνη γνώμη των ορθόδοξων πατριαρχών θα σταλούν στη Μόσχα, προκειμένου να υλοποιηθεί παλαιό αίτημα των ρωσικών εκκλησιαστικών και πολιτικών αρχών για ίδρυση ανώτατου πνευματικού- εκπαιδευτικού ιδρύματος με τη συνδρομή λογίων από την Ορθόδοξη Ανατολή.
          Έφθασαν στη Μόσχα στις αρχές του 1685 και με απόφαση της τσαρικής αρχής εγκαταστάθηκαν στη Μονή Θεοφανείων, όπου άρχισαν το διδακτικό τους έργο. Η 1η Ιουλίου 1685 θεωρείται η χρονολογία έναρξης της λειτουργίας της Σλαβο-ελληνο-λατινικής Ακαδημίας, παρ’ όλο που η ονομασία αυτή παρουσιάζεται αργότερα, και παρ’ όλο που μετά από δυο περίπου χρόνια, το φθινόπωρο του 1687, θα στεγαστεί  στο δικό της τριώροφο πέτρινο κτίριο. Από ποικίλο αρχειακό υλικό, κυρίως χειρόγραφά τους και αντίγραφα των μαθητών τους, γνωρίζουμε τα μαθήματα που δίδασκαν: γραμματική και ποιητική στην ελληνική, ρητορική, λογική και φυσική στην ελληνική και λατινική αλλά και ελληνικά, λατινικά, ιταλικά και σλαβικά. Αναμφίβολα, οι δύο Κεφαλονίτες λόγιοι μετέφεραν στην Ακαδημία της Μόσχας το πνεύμα της δυτικής πολιτιστικής παράδοσης. Μαθητές τους ήταν γόνοι πριγκίπων και βογιάρων, κληρικοί αλλά και άποροι νέοι. Αρκετοί, μάλιστα, από αυτούς υπήρξαν στη συνέχεια από τους σημαντικότερους συνεργάτες του Μ. Πέτρου, που υλοποίησαν τις μεταρρυθμίσεις του.
          Από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους στη Μόσχα οι αδελφοί Λειχούδη ενεπλάκησαν, κάποτε και με κίνδυνο της ζωής τους, στη θεολογική διαμάχη, που εκείνη την περίοδο ταλάνιζε τους θεολογικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους της Ρωσίας. Η προσφορά τους στον τομέα της θεολογικής διαμάχης θεωρείται ανεκτίμητη, καθώς συνέγραψαν αρκετά έργα, που αμέσως μεταφράστηκαν στα ρωσικά από τους μαθητές τους, αντιγράφηκαν από ορθόδοξους μοναχούς και χρησιμοποιήθηκαν για πολλά χρόνια στον αγώνα της Ορθοδοξίας κατά των άλλων δογμάτων και θρησκευτικών ρευμάτων.
          Αν και έπεσαν σε δυσμένεια την περίοδο του νέου πατριάρχη Μόσχας Αδριανού και απομακρύνθηκαν από την Ακαδημία, δεν άργησε η αποκατάστασή τους και η επιστροφή τους στη Μόσχα. Στο μεταξύ, βοηθήσουν στην ίδρυση και λειτουργία ελληνικής κατεύθυνσης σχολής κατά τα πρότυπα της Ακαδημίας της Μόσχας στο Νόβγκοροντ μετά από πρόσκληση του τοπικού μητροπολίτη. Ο Σωφρόνιος, μάλιστα, τιμήθηκε στα τελευταία χρόνια της ζωής του από τον τσάρο Μ. Πέτρο και τον πατριάρχη της Μόσχας.
          Τα συγγράμματα των δύο λογίων Κεφαλονιτών κληρικών είναι πολλά. Διαιρούνται στα διδακτικά βιβλία (Γραμματική, Ποιητική, Ρητορική, Λογική, Φυσική) και στα απολογητικά έργα (μελέτες κατά των ρωμαιοκαθολικών και προτεσταντικών απόψεων, κατά των Ιησουιτών , κείμενα κηρυγμάτων). Ασχολήθηκαν επίσης με τη μετάφραση έργων μεγάλης σημασίας για το ρωσικό πολιτισμό από τα ελληνικά, τα λατινικά και τα ιταλικά  στα σλαβικά και τα ρωσικά, από λειτουργικά κείμενα μέχρι επιστημονικά συγγράμματα. Αξιοσημείωτη είναι η συμμετοχή του Σωφρόνιου στη διόρθωση της μετάφρασης της Βίβλου στα εκκλησιαστικά σλαβικά. Το συγγραφικό έργο των αδελφών Λειχούδη παραμένει ανέκδοτο σε δεκάδες χειρόγραφα διάσπαρτα σε όλο σχεδόν τον κόσμο (Μόσχα, Αγία Πετρούπολη, Ιρκούτσκ, Κίεβο, Οδησσός, Αθήνα, Άγιο Όρος, Πάτμος Κοπεγχάγη κ.α.), έχει όμως ξεκινήσει η μελέτη τους από Ρώσους κυρίως πανεπιστημιακούς και ερευνητές.
           Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ο καθοριστικός ρόλος του Σωφρόνιου στη δημιουργία μιας ρωσικής φιλολογικής γλώσσας νέου τύπου, απαραίτητης προϋπόθεσης για τη μετάβαση σ’ ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος  με βάση τα αναγεννησιακά πρότυπα. Μετέφρασε από τα λατινικά στην απλή ρωσική γλώσσα τη «Γενική Γεωγραφία» του Bernardus Varenius, που αποτελεί το πρώτο έντυπο βιβλίο στη ρωσική φιλολογική γλώσσα και το πρώτο βήμα προς την πραγματοποίηση των μεταρρυθμίσεων του Μ. Πέτρου στον τομέα της γλώσσας.
          Αναμφισβήτητα η συμβολή των αδελφών Λειχούδη από το Ληξούρι της Κεφαλονιάς στο ρωσικό πολιτισμό παραμένει πρωτοποριακή και καθοριστική. Γι’ αυτό δίκαια έχουν χαρακτηριστεί από τη ρωσική έρευνα δάσκαλοι και παιδαγωγοί της Ρωσίας.

    ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ (Κεφαλονιά, 1659 – Πάντοβα Ιταλίας, 1718)
           Γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς και σπούδασε δίκαιο και ιατρική στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας στην Ιταλία. Συνδύασε το ιατρικό επάγγελμα με την περιήγηση. Ταξίδεψε στην τουρκοκρατούμενη τότε Ελλάδα, στην Κρήτη, όπου διορίστηκε αρχίατρος του Ισμαήλ πασά,  στην Κωνσταντινούπολη, όπου τοποθετήθηκε γιατρός του ηγεμόνα της Βλαχίας Καντακουζηνού, στη Ρωσία, όπου διορίστηκε αρχίατρος του Μ. Πέτρου. Εκεί γρήγορα εντάχθηκε στον κύκλο των διανοουμένων και γνωρίστηκε με τους αδελφούς Λειχούδη. Μετά τη Ρωσία επέστρεψε στη γενέτειρα, για να ξαναφύγει περιπλανώμενος στη Σερβία, στη Σμύρνη, στην Αλεξάνδρεια και να καταλήξει στη Βενετία και την Πάντοβα, όπου και πέθανε, έχοντας αφήσει αξιόλογα συγγράμματα. Υπογραμμίζουμε εδώ τη συμβολή του στην καθιέρωση, για πρώτη φορά, μιας μεθόδου εμβολιασμού κατά της ευλογιάς.
     
  ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΙΑΔΑΣ (Κεφαλονιά, 1698 – Μόσχα, 1796)
           Γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς, πήγε στην Ιταλία  για νομικές και φιλοσοφικές σπουδές, ενώ ασχολήθηκε ο ίδιος και με την ιστορία και φιλολογία.. Γι’ αυτό και επισκέφθηκε βιβλιοθήκες και αρχεία στην Ιταλία, Γερμανία, Δανία και Δακία. Στην τελευταία συναντήθηκε με τον Μ. Πέτρο, ο οποίος τον προσκάλεσε στη Ρωσία. Εκεί διαδέχτηκε τον Σωφρόνιο Λειχούδη στη διδασκαλία στη Σλαβο-ελληνο-λατινική  Ακαδημία της Μόσχας, ερεύνησε ρωσικά αρχεία και διατύπωσε αναμορφωτικά υπέρ της ρωσικής παιδείας μέτρα. Παντρεύτηκε ρωσίδα πριγκίπισσα και πέθανε στη Μόσχα.

  ΠΕΤΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΗΝΟΣ (Ρωσία, 1726-1796)
           Γεννημένος στη Ρωσία, όπου ήταν εγκατεστημένος ο πατέρας του, σπούδασε μηχανική στη Μόσχα και φυσική και μαθηματικά στο Παρίσι, αλλά τελικά ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Πήρε μέρος σε αρκετούς πολέμους, αναδιοργάνωσε το πυροβολικό και ασχολήθηκε με οχυρωματικά έργα. Έφθασε μέχρι το βαθμό του στρατηγού του ρωσικού πυροβολικού. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του παραγκωνίστηκε από τον τσάρο. Ωστόσο, καθοριστικής σημασίας  θεωρείται η συμβολή του, όταν μαζί με τον Μαρίνο Χαρμπούρη βοήθησε τον ελληνικής καταγωγής αξιωματικό του ρωσικού στρατού Γεώργιο Παπαζώλη να πείσει τους αδελφούς Ορλώφ για το ενδεχόμενο επανάστασης στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. – Πρόκειται για τα λεγόμενα Ορλωφικά το 1770, που ναι μεν κατέληξαν σε στρατιωτική αποτυχία και σε άγριες σφαγές των επαναστατημένων Πελοποννησίων από τους Τουρκαλβανούς, κατέστρεψαν  όμως οι Ρώσοι τον οθωμανικό στόλο του  Αιγαίου και διπλωματικά ευνοήθηκαν οι υπόδουλοι Έλληνες τέσσερα χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774).

  ΜΑΡΙΝΟΣ ΧΑΡΜΠΟΥΡΗΣ (Κεφαλονιά, 1729-1782)
          Πρόκειται για το μεγαλοφυή Κεφαλονίτη μηχανικό, ο οποίος το 1770 μετέφερε από τους βάλτους της Φιλανδίας στην Αγία Πετρούπολη βράχο 2000 τόνων, πάνω στον οποίο ο διάσημος Γάλλος γλύπτης Falconet τοποθέτησε το περίφημο άγαλμα του έφιππου Μεγάλου Πέτρου στην πλατεία της Αγίας Πετρούπολης.
          Γεννήθηκε στο Αργοστόλι. Μετά τις μαθηματικές του σπουδές στην  Μπολώνια  εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη, όπου με τη στήριξη του Κεφαλονίτη στρατηγού Πέτρου Μελισσηνού  τοποθετήθηκε αξιωματικός στο σώμα Μηχανικών της Αικατερίνης της Μεγάλης. Εκείνη την περίοδο η τσαρίνα Αικατερίνη, μέσα στο πνεύμα του αναγεννημένου ρωσικού εθνικισμού, συνέλαβε την ιδέα ενός γιγαντιαίου αγάλματος του Μεγάλου Πέτρου, με γλύπτη τον Γάλλο Falconet. O γλύπτης υποστήριζε ότι καθετί σε αυτό το μνημείο έπρεπε να είναι μοναδικό: ο τσάρος έπρεπε να φαντάζει μεγαλειώδης και έφιππος να καλπάζει πάνω σ’ έναν τεράστιο βράχο-λόφο, να ποδοπατά ένα φίδι, να συγκρατεί το άλογο στιβαρά, ενώ με το άλλο χέρι να χαιρετά με μια καθησυχαστική κίνηση το λαό του.
          Αλλά στο πρόβλημα της εύρεσης ενός μεγάλου ενιαίου βράχου ως βάσης του αγάλματος, και κυρίως της μεταφοράς του στην Αγία Πετρούπολη τη λύση έδωσε ο  Χαρμπούρης. Εντόπισε τον κατάλληλο ογκόλιθο, ένα γρανίτη στους βάλτους της Φιλανδίας, και επιστρατεύοντας εκατοντάδες εργάτες και δαπανώντας σοβαρά χρηματικά ποσά, αφού επινόησε και εφάρμοσε μεγαλοφυείς τεχνικές και έδωσε πρωτότυπες λύσεις,  πραγματοποίησε κάτι που υπερέβαινε τις ανθρώπινες δυνάμεις και ήταν ανώτερο των μέσων της τότε μηχανικής επιστήμης: μετέφερε το γρανιτένιο βράχο των 2000 τόνων στην Αγία Πετρούπολη, όπου στήθηκε το μεγαλόπρεπο άγαλμα του Μ. Πέτρου. Αργότερα στο Παρίσι έγραψε βιβλίο σχετικό με το όλο ζήτημα της μεταφοράς του βράχου.
        Μετά το θάνατο της γυναίκας του, ο Χαρμπούρης έφυγε από τη Ρωσία και μετά από μια ολιγόχρονη παραμονή στο Παρίσι εγκαταστάθηκε το 1779 στην Κεφαλονιά, όπου θα εφαρμόσει εκεί πρότυπες αγροτικές καλλιέργειες (βαμβάκι, λουλάκι και ζαχαροκάλαμο). Και ενώ η απόπειρά του στεφόταν από επιτυχία, η δολοφονία του το 1782 από τους εργάτες που είχε προσλάβει στις καλλιέργειές του έκλεισε άδοξα τη ζωή και τη δράση μιας σημαντικής μεγαλοφυΐας.

● ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΓΓΛΕΣΗΣ (Κεφαλονιά, περίπου 1770 – Οδησσός, περίπου δεκαετία του 1850)
          Γεννήθηκε στην Πεσσάδα της Κεφαλονιάς. Δεκαπεντάχρονος κατατάχθηκε εθελοντικά στο ρωσικό στόλο και πήρε μέρος μέχρι το 1792 στις πολεμικές επιχειρήσεις εκείνης της περιόδου στην Ανατολική Μεσόγειο και στον Εύξεινο Πόντο κατά του οθωμανικού στόλου, κατακτώντας στρατιωτικά αξιώματα. Μετά την αποστράτευσή του λόγω υγείας εγκαταστάθηκε στην Οδησσό, όπου παντρεύτηκε και ασχολήθηκε με το εμπόριο.
          Συμμετείχε ενεργά στην πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης. Ως μέλος επιτροπών συγκέντρωνε χρήματα για τη στήριξη νοσοκομείων και την επισκευή εκκλησιών της Οδησσού, ενώ αρκετές φορές με δικά του χρήματα ανακούφιζε τους άπορους κατοίκους της πόλης σε περιόδους επιδημιών ή συνέβαλε στην αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος.  Παράλληλα, με διάφορους τρόπους βοηθούσε τον απελευθερωτικό αγώνα των συμπατριωτών του Ελλήνων κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας: οικονομική βοήθεια, αγορά και προώθηση πολεμοφοδίων, προστασία προσφύγων. Για τις παραπάνω προσφορές του τιμήθηκε και από το ρωσικό και από το ελληνικό κράτος.

● ΜΑΡΗΣ ΒΑΛΛΙΑΝΟΣ (Κεφαλονιά, 1808 – Ταγκανρόκ, 1896)
          Γεννήθηκε στις Κεραμιές της Κεφαλονιάς. Χωρίς να έχει πάρει τη στοιχειώδη έστω εκπαίδευση αλλά με εφόδιο την επιθυμία και τη σταθερή θέλησή του να φύγει μακριά από τη φτώχεια της αγροτικής του οικογένειας έφτασε πριν από το 1830 στο Ταγκανρόκ της Αζοφικής θάλασσας με εύρωστη τότε, πρώτο μισό του 19ου αιώνα, ελληνική παροικία. Εργατικός ο ίδιος, αρχικά εργάστηκε σε πλοία που ασχολούνταν με το εμπόριο στην Αζοφική, δεν άργησε όμως να συστήσει δική του εμπορική εταιρεία. Στο επόμενο διάστημα και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1860 σε συνεργασία με τους άλλους δύο αδελφούς, τον Ανδρέα και τον Παναγή, είχε συγκροτηθεί ένα ολόκληρο δίκτυο επιχειρήσεων του «Οίκου Βαλλιάνου», με τρία βασικά κέντρα, στο Ταγκανρόκ ο Μαρής, στη Μασσαλία ο Ανδρέας και στο Λονδίνο ο Παναγής.
          Η εταιρεία «Μαρίνος Α. Βαλλιάνος», που σύστησε ο Μαρής στο Ταγκανρόκ, ανέπτυξε ποικίλες δραστηριότητες - εμπορική, πλοιοκτητική, ναυλομεσιτική και δανειοδοτική – που γρήγορα απέφερε στον ιδιοκτήτη της υπέρογκα κέρδη, καθώς, όντας ο ίδιος εργατικότατος, διορατικός και τολμηρός, αξιοποίησε σύγχρονές του ιστορικές συγκυρίες (Κριμαϊκός πόλεμος 1854-56, Συνθήκη Παρισιού 1856, Γαλλοπρωσικός πόλεμος 1868), ενώ αρκετές φορές απέφευγε να πληρώνει τελωνειακούς δασμούς. Ο Μ. Βαλλιάνος συγκαταλεγόταν μεταξύ των σπουδαιοτέρων εξαγωγέων της Ανατολικής Μεσογείου, ελέγχοντας ένα μεγάλο μέρος των φορτίων από τα λιμάνια της Αζοφικής θάλασσας και του Ευξείνου Πόντου. Παράλληλα, ήταν από τους πρώτους που γρήγορα στράφηκε στο ατμόπλοιο, αντιλαμβανόμενος τη σημασία και την αξία του νέου πλοίου.
          Πολύκροτη, ωστόσο, υπήρξε η δίκη για το σκάνδαλο του Τελωνείου του Ταγκανρόκ το 1881, στην οποία οδηγήθηκε και ο Μ. Βαλλιάνος μαζί φυσικά και με άλλους εμπόρους αλλά και κρατικούς υπαλλήλους του τελωνείου  με την κατηγορία της χρόνιας λαθρεμπορίας και πλαστογραφίας. Ο Βαλλιάνος καταδικάστηκε σε εξορία στο Τοβόλσκ της Σιβηρίας  και σε υψηλή χρηματική ποινή, την οποία κατέβαλε, αλλά δεν εξέτισε την ποινή της εξορίας, γιατί κέρδισε την έφεση ενώπιον του Ακυρωτικού Εφετείου της Αγίας Πετρούπολης.        
           Κατά καιρούς συνεισέφερε στο ελληνικό κράτος σε δύσκολες εθνικές περιστάσεις, ενώ πάντοτε στήριζε τους Κεφαλονίτες και γενικότερα τους Έλληνες του Ταγκανρόκ. Θεωρείται, τέλος,  ως ένας από τους ευεργέτες της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών μαζί με τους αδελφούς του Παναγή και Ανδρέα.
           Η παρουσία και δράση του Μ. Βαλλιάνου στην Αζοφική απασχόλησε τις εφημερίδες των μεγαλύτερων πόλεων της Ρωσίας: ένας απλός ναυτικός της Κεφαλονιάς κατόρθωσε να μετεξελιχθεί σε πολυεκατομμυριούχο της Νότιας Ρωσίας και να μετατραπεί σε έναν από τους θρύλους του Ταγκανρόκ. Η ζωή του και η δράση του, μάλιστα, ενέπνευσαν αρκετούς λογοτέχνες, όπως τον Αντόν Τσέχωφ, και απασχόλησαν και απασχολούν χρονογράφους και ιστορικούς.

                                                                                         
                                                                                  

     
         

         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου