Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΤΟΥ 1500 ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ



 
  Το κείμενο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα kefalonizw,  25-30 Δεκ. 2015.
 

          Το Δεκέμβριο του 1500 στην Κεφαλονιά έγινε πεισματική και φονικότατη μάχη: συγκρούστηκαν τρεις δυνάμεις γύρω από το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου, το τότε διοικητικό κέντρο του νησιού. Η μάχη εκείνη κρίθηκε την παραμονή των Χριστουγέννων, με αποτέλεσμα ο νικητής να πάρει για λάφυρό του το νησί. Και από τότε η ζωή της Κεφαλονιάς και των κατοίκων της άνοιγε νέο δρόμο…

          Είναι η περίοδος που οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής συγκρούονταν για την ηγεμονία του μεσογειακού χώρου και κόσμου. Η Βενετία ήθελε να διατηρήσει για το εμπόριό της ανοικτό το δρόμο Αδριατική-Ιόνιο-Κρήτη-Κύπρος-Εγγύς Ανατολή, η Ισπανία ονειρευόταν κοσμοκρατορία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία ολοένα και επεκτεινόταν προς την κεντρική Μεσόγειο.
         Μέσα σε αυτόν τον ανταγωνισμό τα Ιόνια, και προφανώς και η Κεφαλονιά, αποκτούσαν ξεχωριστή σημασία. Όποιος κατείχε την Κέρκυρα, κρατούσε στα χέρια του το κλειδί της Αδριατικής. Όποιος κατείχε την Κεφαλονιά, έλεγχε την είσοδο/έξοδο του Κορινθιακού κόλπου αλλά και το θαλασσινό ταξίδι προς Ιταλία και Σικελία. Όποιος κατείχε τη Ζάκυνθο ή και τα Κύθηρα, διευκόλυνε την πορεία προς Κρήτη και ανατολική Μεσόγειο.

          Από το 1485 η Κεφαλονιά βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών. Περιήλθε στους τελευταίους μετά από μια συνθήκη μεταξύ Βενετίας και Πύλης: η Κεφαλονιά στους Οθωμανούς και η Ζάκυνθος στους Βενετούς. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής δεν υπήρξαν ιδιαίτερες ανακατατάξεις ούτε σοβαρές αλλαγές στην κοινωνική δομή. Μειώθηκε αρκετά η επιρροή της Λατινικής Εκκλησίας, ενώ αντίθετα η επιρροή, το κύρος και ο ρόλος του ορθόδοξου επισκόπου αυξήθηκαν αποφασιστικά. Αυτό που κυρίως ενδιέφερε τους Οθωμανούς κυρίαρχους ήταν η διατήρηση κοινωνικής ηρεμίας, η είσπραξη των φόρων και ο στρατιωτικός έλεγχος του νησιού.
          Ο Δόγης, βέβαια, της Βενετίας καθώς και ο Φερδινάνδος της Ισπανίας επιδίωκαν τον περιορισμό του Σουλτάνου στη Μεσόγειο. Όσο, μάλιστα, δυσκόλευαν τα πράγματα για τη Βενετία – περιορίζονταν οι ηπειρωτικές κτήσεις της τελευταίας (Ναύπακτος, Μεθώνη, Κορώνη)– τόσο μεγάλωνε το ενδιαφέρον της για το Ιόνιο και την Κεφαλονιά ειδικότερα. Γι’ αυτό η Βενετία είχε βάλει στο στόχαστρό της την Κεφαλονιά, ενώ ο βασιλιάς της Ισπανίας έχει δώσει εντολή στον αρχηγό του καλά εξοπλισμένου στόλου του να βοηθήσει τη Γαληνότατη στον πόλεμό της με το Σουλτάνο.
          Στις αρχές του καλοκαιριού του 1500 ο ισπανικός στόλος με ναύαρχο τον Gonzalo Fernandez de Cordoba, τον γνωστό Gran Capitan, έπλευσε προς τη Μεσσήνη της Σικελίας και το φθινόπωρο έφτασε στη Ζάκυνθο, όπου ενώθηκε με το βενετικό στόλο, που ήταν κάτω από τη διοίκηση του Benito Pesaro, Γενικού Διοικητή της Θάλασσας της Βενετικής Δημοκρατίας. Στο μεταξύ, ο οθωμανικός στόλος είχε καταλάβει τον Αύγουστο τη Μεθώνη και την Κορώνη, δυο σημαντικές βενετικές κτήσεις, τις οποίες ο Β. Pesaro ήθελε να ανακτήσει.
          Ο ενωμένος ισπανοβενετικός στόλος κατευθύνθηκε τις αρχές Νοεμβρίου προς την Κεφαλονιά, προκειμένου να προμηθευτεί ξυλεία από τον ελατόφυτο Αίνο για την κατασκευή πολιορκητικών μηχανών. Και ενώ οι Βενετοί επιδίδονταν στην υλοτόμηση, καταστρώθηκε το σχέδιο κατάληψης του νησιού με την πολιορκία του Κάστρου του Αγίου Γεωργίου.
          Στο Κάστρο είχε οχυρωθεί η οθωμανική φρουρά του νησιού με 700 (ή, σύμφωνα με άλλους, 300) στρατιώτες υπό την αρχηγία του ατρόμητου, αλβανικής καταγωγής, Gisdar. Οι Οθωμανοί δεν πτοήθηκαν, βλέποντας τους Βενετούς και τους Ισπανούς να περικυκλώνουν το Κάστρο, να στήνουν το πυροβολικό τους, να ανοίγουν υπονόμους, που τους γέμιζαν εκρηκτικά, να στήνουν ψηλές σκάλες για να σκαρφαλώνουν στα τείχη. Εξάλλου, ο λόφος, στην κορυφή του οποίου ήταν κτισμένο το Κάστρο, ήταν σε κάποια σημεία του αρκετά απότομος και βραχώδης, γεγονός που θα δυσκόλευε τους πολιορκητές. Σε πρόταση, μάλιστα, παράδοσης, που έγινε από τον Gran Capitan, που είχε την ευθύνη της πολιορκίας, απάντησαν οι Οθωμανοί ότι δεν παραδίδονται, αλλά θα υπερασπιστούν μέχρι τέλους το οχυρό.  
          Στις συντονισμένες επιθέσεις των πολιορκητών, αντιστέκονταν με ηρωισμό οι πολιορκημένοι. Η οθωμανική αντίσταση, που δεν ήταν αναμενόμενη, παρέτεινε περισσότερο την παραμονή των πολιορκητών, οι οποίοι αντιμετώπισαν προβλήματα επισιτισμού, παρά την προσφορά κάποιων Κεφαλονιτών, που τους διέθεσαν πολλά ζώα για τη διατροφή τους. Επιπλέον, οι δριμύτατες καιρικές συνθήκες αρκετά δυσκόλευαν τις εφόδους. Αλλά και η θέση των πολιορκημένων, λόγω της παράτασης της πολιορκίας γινόταν κρίσιμη, καθώς εξαντλούνταν τα τρόφιμα και τα πολεμοφόδια.
          Μετά από 50 περίπου ημέρες πολιορκίας, προετοιμάστηκε η τελική έφοδος, που πραγματοποιήθηκε τα ξημερώματα της 24ης Δεκεμβρίου. Οι επιτιθέμενοι κατόρθωσαν να φτάσουν μέχρι την κορυφή του λόφου. Η μάχη, που ακολούθησε, ήταν σκληρή. Με μια ξύλινη γέφυρα προωθήθηκε από κάποιο σημείο των τειχών ένα τμήμα των πολιορκητών στο εσωτερικό του Κάστρου, αιφνιδιάζοντας τους Οθωμανούς. Αλλά οι τελευταίοι ούτε και τότε παραδόθηκαν. Η σύγκρουση και από τις δυο πλευρές υπήρξε άγρια. Η οθωμανική φρουρά εξοντώθηκε και η εκπόρθηση του Κάστρου ήταν πια γεγονός. Στα μισογκρεμισμένα από τις ισπανοβενετικές οβίδες τείχη του Κάστρου του Αγίου Γεωργίου υψώθηκε το λάβαρο του Αγίου Μάρκου.

          Παραμονή των Χριστουγέννων του 1500 η Κεφαλονιά άλλαζε κυρίαρχο. Η Βενετία για 300 περίπου χρόνια (1500-1797) θα ορίζει τις τύχες αυτού του νησιού.          Η Βενετοκρατία δε θα σηματοδοτήσει απλώς την αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος. Θα επιφέρει ευρύτερες ανακατατάξεις στο πολιτικό, κοινωνικο-οικονομκό, δημογραφικό και εκκλησιαστικό επίπεδο, που θα δημιουργήσουν μια άλλη, μια νέα κατάσταση στο νησί.
          Η ένταξη της Κεφαλονιάς για τρεις περίπου αιώνες στον αστερισμό της Βενετικής Δημοκρατίας θεωρείται για το νησί και τους κατοίκους του ιστορικό γεγονός ιδιαίτερης σημασίας, καθώς οι συνέπειές του ανιχνεύονται ακόμη και στη σημερινή κεφαλονίτικη πραγματικότητα.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ζαπάντη Σταματούλα, Κεφαλονιά 1500-1571. Η συγκρότηση της κοινωνίας του νησιού, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1999.
Λειβαδά Ντούκα Ευρυδίκη, Κεφαλονιά: Το Κάστρο τ’ Αη-Γιώργη, έκδοση «Οδύσσεια Κεφαλονιάς και Ιθάκης», Αργοστόλι, χ.χ.
Λιβιεράτος Ευστάθιος, Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας, Εγράφη εν έτει 1916 εν Ληξουρίω και εξεδόθη εν έτει 1988 εν Πειραιεί.
Λοβέρδος Κωστής Ιωάννης, Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας, Δοκίμιον εξελληνισθέν υπό Π. Κ. Γρατσιάτου, εν Κεφαλληνία 1888.
Μοσχόπουλος Γεώργιος, Ιστορία της Κεφαλονιάς, τ. Α΄, Αθήνα 1985.

 

"ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΕΥΟΝΤΑΣ" ... ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΜΑΣ




Το κείμενο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα kefalonizw, 25-30 Νοε. 2015.


          Κάθε τοπωνύμιο κουβαλάει μια ιστορία, που είναι συσχετισμένη με τη γύρω ζωντανή πραγματικότητα. Κάθε τοπωνύμιο κρύβει μέσα του ένα μυστικό, που δεν είναι ξεκομμένο από το συγκεκριμένο φυσικό και ιστορικό περίγυρο. Και μέσα σε αυτόν τον περίγυρο οφείλουμε να ανιχνεύσουμε τη λεξιλογική γένεση του τοπωνύμιου, το χρόνο και τις συνθήκες με την αλληλεπίδρασή τους που το δημιούργησαν. Με άλλα λόγια, το φυσικό περιβάλλον (διαμόρφωση του εδάφους, κλιματικές συνθήκες κ.λπ.) και η τοπική παράδοση και ιστορία (παραδόσεις, γεγονότα κ.λπ.) «ευθύνονται» για την ονοματοθεσία των τόπων μας. Με αυτή την έννοια οι λέξεις/τα τοπωνύμια γίνονται μάρτυρες για το χαμένο παρελθόν, καθώς ως «μεγάλες κουτσομπόλες», σύμφωνα με το χαρακτηρισμό ενός νεότερου διανοητή, μπορούν να μας οδηγήσουν στην πηγή της γένεσης.

          Για να δούμε, λοιπόν, τι έχουν να μας πουν – να μας «κουτσομπολεύσουν» - τα παρακάτω τοπωνύμια του νησιού μας.

Φισκάρδο
          Γνωστό σε όλους μας το Φισκάρδο στη βόρεια Κεφαλονιά. Αρχαίες μαρτυρίες ονομάτιζαν τον παραλιακό αυτόν τόπο Πάνορμος. Στα μεσαιωνικά χρόνια είναι γνωστό ότι το 1085 ο βασιλιάς των Νορμανδών Ροβέρτος Γυισκάρδος στην προσπάθειά του να επιτεθεί κατά του Βυζαντινού Κράτους κατέλαβε την Κεφαλονιά και προσάραξε στο σημερινό λιμάνι του Φισκάρδου, όπου και πέθανε.
          Αυτό το ιστορικό γεγονός έδωσε τη νέο τοπωνύμιο. Οι παλαιότεροι ήδη  γεωγράφοι συσχέτιζαν – και πολύ σωστά - το Φισκάρδο με το όνομα του Ροβέρτου Γυισκάρδου. Χρονικό του τέλους του 12ου αιώνα έκανε λόγο για  portus Wiscardi (η αρχαιότερη μαρτυρία της νέας ονομασίας). Σε άλλο, μεταγενέστερο, κείμενο το τοπωνύμιο γράφεται ως Πιτζκάρδο. Ενδιαφέρουσες είναι οι παραλλαγές του τοπωνύμιου σε μεσαιωνικούς και νεότερους πορτολάνους. (Πορτολάνοι είναι χειρόγραφοι οδηγοί ναυσιπλοΐας εκείνων των εποχών).  Στον ελληνικό πορτολάνο του Τάγια αναγράφεται ως Πεσκάρδο ή Πισκάρδο.  Στον πορτολάνο του Οθωμανού Piri Reis (πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα) το λιμάνι ονομάζεται Πεσκάρντα. Σε χάρτες διαβάζουμε porto Guiscardo.
          Όλες αυτές, βέβαια, οι ονομασίες είναι παραφθορά της λέξης Γυισκάρδο. Επομένως ο θάνατος του Νορμανδού βασιλιά Ροβέρτου Γυισκάρδου ονομάτισε το γνωστό μας Φισκάρδο.

Αράκλι
          Τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας είναι τα εξής:
---Ο φυσικός-γεωγραφικός χώρος: Η κοιλάδα του Αρακλιού οριοθετείται από τους ορεινούς σχηματισμούς του Αίνου, της Άτρου, του Παλαιόκαστρου και του Παχνιού, ενώ προς τα βορειοανατολικά της, μεταξύ Άτρου και Παχνιού σχηματίζεται στενή δίοδος, το γνωστό Στενό ή Φαράγγι του Πόρου, μέσα από το οποίο ρέει προς το Ιόνιο πέλαγος ο χείμαρρος Βόχυνας. 
--- Σε χάρτες και κείμενα αναγράφεται το τοπωνύμιο Ηράκλειον και Αράκλειον.
--- Στη σημερινή κοιλάδα του Αρακλιού έχουν διασωθεί λείψανα αρχαίου κτίσματος και έχουν ανευρεθεί στην ευρύτερη περιοχή αρχαία νομίσματα των Πρόννων, όπου εικονίζεται το ρόπαλο του Ηρακλή.
          Η σημερινή κοιλάδα του Αρακλιού στο μακρινό παρελθόν ήταν λίμνη και κάποια χρονική στιγμή εκείνου του παρελθόντος το νερό της βρήκε διέξοδο προς τη θάλασσα μέσω του γνωστού Φαραγγιού του Πόρου. Έτσι, οι κάτοικοι των γύρω οικισμών εκμεταλλεύτηκαν τη γόνιμη τώρα περιοχή, αλλά και ήρθαν σε επαφή με το ανοιχτό Ιόνιο πέλαγος. Αυτές, προφανώς, οι αλλαγές ήταν ευεργετικές για τους εκεί πληθυσμούς, οι οποίοι πίστεψαν ότι αυτές συνέβησαν με την επέμβαση του Ηρακλή. (Κάτι ανάλογο πιστευόταν στα αρχαία χρόνια και στη Θεσσαλία με τα Στενά των Τεμπών και τη διοχέτευση μέσω αυτών του νερού της λίμνης της Θεσσαλίας στο Αιγαίο). Γι’ αυτό ακριβώς έκτισαν ιερό προς τιμή του Ηρακλή - ηράκλειον ιερόν- (τα ερείπια κτίσματος που παραπάνω αναφέραμε), και αποτύπωσαν το σωτήριο ρόπαλο του ήρωα στα νομίσματά τους.
          Με βάση τα παραπάνω καταλήγουμε ότι το τοπωνύμιο Αράκλι προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη Αράκλειον/Ηράκλειον και αυτή από τη λέξη Αρακλέας-ής/Ηρακλέας-ής. Η πρώτη μορφή της λέξης διατηρεί το αρχικό δωρικό Α- αντί για Η-, επειδή στην αρχαία Κεφαλονιά, σύμφωνα με τους ειδικούς, μιλιόταν μια μορφή της δωρικής διαλέκτου, η οποία αντί για –η- χρησιμοποιούσε –α-. Έτσι, η σημερινή λέξη Αράκλι, που διατηρεί το δωρικό Α-, δηλώνει τόπο που σχετίζεται με τον Ηρακλή και επομένως το τοπωνύμιο παραπέμπει σε λατρεία του αρχαίου ήρωα. Και αυτή ακριβώς η επιστημονική θεώρηση του τοπωνύμιου έχει σήμερα αποτυπωθεί στην περιοχή με γλυπτό που εικονίζει τον ήρωα Ηρακλή στην πάλη του με το λιοντάρι.

Ποθού
          Τοπωνύμιο στην Κατωή της Παλικής. Τα τοπωνύμια με κατάληξη σε –ού,  που υπάρχουν στην Κεφαλονιά (π.χ. Γραδού, Λαχού, Μολού κ.ά), δηλώνουν περιεκτικότητα, δηλαδή τόπο, που περιέχει αυτό που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη, η λέξη δηλαδή από την οποία προέρχεται το τοπωνύμιο, όπως στην αρχαιοελληνική γλώσσα τα τοπωνύμια σε –ούς, (π.χ. Φοινικούς: ο τόπος που έχει πολλούς φοίνικες). Ποθού λοιπόν είναι ο τόπος, όπου φυτρώνουν πόθοι.  
          Πόθος στα αρχαιοελληνικά σημαίνει, εκτός από την επιθυμία, ένα  φυτό με το όνομα πόθος, που οι αρχαίοι Έλληνες το φύτευαν πάνω και δίπλα στους τάφους. Να σημειώσουμε εδώ ότι υπάρχει μαρτυρία του ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη ότι στην τοποθεσία Ποθού εντοπίστηκαν αρχαίοι τάφοι. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, στην περιοχή εκείνη, που τα αρχαία χρόνια ήταν χώρος ταφής, να φύτρωναν πόθοι, η παρουσία των οποίων έδωσε το όνομά τους στην τοποθεσία και έτσι το  συγκεκριμένο τοπωνύμιο έφτασε μέχρι τις μέρες μας.

Κρανιά
          Είναι γνωστή σε όλους μας η περιοχή της Κρανιάς. Είναι επίσης γνωστή η αρχαία πόλη-κράτος Κράνη με την ακρόπολή της πάνω από τον Κούταβο και τα τείχη της στα Ραζάτα. (Αυτά που εντελώς λαθεμένα εξακολουθούμε να τα ονοματίζουμε «κυκλώπεια» τείχη).
          Είναι προφανής η συσχέτιση της λέξης Κρανιά από τη λέξη Κράνη· η πρώτη προέρχεται από τη δεύτερη λέξη.  Για το τοπωνύμιο Κράνη έχουν διατυπωθεί αρκετές εκδοχές. Σημειώνουμε τις τρεις αξιολογότερες:
---Η λέξη Κράνη προήλθε από το φυτό κρανιά, επειδή σε πολλά νομίσματα της αρχαίας Κράνης εικονίζεται τόξο, το οποίο κατασκευαζόταν από τα κλαδιά της κρανιάς. (Συνεκδοχικά κρανιά σήμαινε και το τόξο).
---Η λέξη σχετίζεται με την αρχαία λέξη κράνα, (απ’ όπου και η λέξη κρανίο), που σημαίνει κεφαλή. Κράνη δηλαδή είναι μια σπουδαία, κεφαλαιώδης περιοχή.
---Η λέξη κράνη είναι ο δωρικός τύπος της λέξης κρήνη, (αναφέραμε παραπάνω ότι στην αρχαία Κεφαλονιά μιλιόταν μια μορφή της δωρικής διαλέκτου, που χρησιμοποιούσε το –α- αντί για το -η-), δηλαδή πηγή, βρύση με τρεχούμενο νερό.
          Εμείς συμφωνούμε με την τελευταία εκδοχή, σύμφωνα με την οποία το αρχαίο τοπωνύμιο Κράνη παραπέμπει σε  τρεχούμενο νερό. Και όλοι μπορούμε να αντιληφθούμε πόση σημασία είχε για τον αρχαίο κάτοικο το νερό. Άρα, δεν ήταν δύσκολο αυτό το σημαντικό στοιχείο, η ύπαρξη δηλαδή και λειτουργία μιας πηγής, να δώσει το όνομά της σε έναν τόπο, όπως άλλωστε συμβαίνει και σήμερα. Εξάλλου, όλοι γνωρίζουμε ότι στα ριζά του λόφου της αρχαίας ακρόπολης της Κράνης στον Κούταβο, ακόμη μέχρι σήμερα ρέουν οι αρχαίες πηγές πόσιμου νερού, οι γνωστές μας πηγές Αϊ-Γιάννη και Παπαδάτου.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ζακυθηνός Διονύσιος, «Κεφαλληνίας ιστορικά και τοπωνυμικά», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έτος ΣΤ΄ (1929), σσ. 183-202.
Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο – Αρχείο Χαρτογραφίας του ελληνικού χώρου, Δύο χειρόγραφοι ελληνικοί πορτολάνοι, έκδοση ΜΙΕΤ, Αθήνα 2003.
Καλλιγάς Πέτρος, «Ιερό Δήμητρας και Κόρης στην Κράνη Κεφαλονιάς», Αρχαιολογική Εφημερίς, 1978, σσ. 136-146.
Μαρινάτος Σπυρίδων, Κεφαλληνία. Ιστορικός και αρχαιολογικός περίπατος, έκδοση Τ.Ε.Τ. Κεφαλληνίας, 1962.
Μηλιαράκης Αντώνιος, Γεωγραφία νέα και αρχαία του νομού Κεφαλληνίας, Αθήνησιν 1890.
Μοσχόπουλος Γεώργιος, Ιστορία της Κεφαλονιάς, τομ. Α΄, Αθήνα 1985.
Παρτς Ιωσήφ, Κεφαλληνία και Ιθάκη. Γεωγραφική μονογραφία, εξελληνισθείσα υπό Λ. Γ. Παπανδρέου, εν Αθήναις 1892.
Πετράτος Πέτρος, «Από τον Ηρακλή στο Δράκοντα. Αράκλι και Στενό του Πόρου», Πρακτικά «Συνεδρίου για τα Γράμματα, την Ιστορία και την Λαογραφία της περιοχής των Πρόννων», (Πόρος κεφαλονιάς, 8-11 Σεπτεμβρίου 2005), Πόρος – Κεφαλονιά 2007, σσ. 379-391.
Πετράτος Πέτρος, «Αρχαιοπινή στοιχεία στο καθημερινό λεξιλόγιο της Κεφαλονιάς», Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου «Το κεφαλονίτικο γλωσσικό ιδίωμα», (Αργοστόλι, 13 Οκτωβρίου 2007), Σύνδεσμος Φιλολόγων Κεφαλονιάς-Ιθάκης, Αργοστόλι 2012, σσ. 97-117.
Τσιτσέλης Ηλίας, Συλλογή ονοματοθεσιών της νήσου Κεφαλληνίας μετά ιστορικών, τοπογραφικών και αρχαιολογικών σημειώσεων, εν Αθήναις 1877.
Λεξικά αρχαιοελληνικής και νεοελληνικής γλώσσας.

ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ ΤΟΥ 1940




Το κείμενο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα kefalonizw, 25-30 Οκτ. 2015.


          Όταν κηρύσσεται ο πόλεμος της φασιστικής Ιταλίας κατά της Ελλάδας 28 Οκτωβρίου 1940), έχουν ήδη συμπληρωθεί τέσσερα χρόνια από την επιβολή της μοναρχοφασιστικής  δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά.[1] Το δικτατορικό αυτό καθεστώς είχε επιβληθεί με την τυπική αιτιολογία της αποφυγής «σοβαράς διαταράξεως της δημοσίας τάξεως», στην πραγματικότητα όμως σκόπευε στην ανάσχεση των λαϊκών αγώνων, που τότε  βρίσκονταν σε έξαρση, και στη δίωξη του αριστερού-κομμουνιστικού κινήματος. Ο Μεταξάς είχε στήσει ένα κράτος αντικοινοβουλευτικό και ταυτόχρονα  αντικομμουνιστικό, ένα ολοκληρωτικό κράτος.          
           Τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο Ι. Μεταξάς απέρριψε το γνωστό τελεσίγραφο του Μουσολίνι.[2] Απάντησε έτσι, όπως απαιτούσε ο υπερήφανος ελληνικός λαός, που αρκετά υποψιασμένος και εκνευρισμένος έβλεπε όλον τον προηγούμενο καιρό να δείχνει ο Μεταξάς απαράδεκτη ανεκτικότητα στις πολλαπλές ιταλικές προκλήσεις (τορπιλισμός του «Έλλη» κ.ά). Πάντως, ο Μεταξάς με την αρνητική στάση του απέναντι στην ιταλική πρόκληση από τη μια απέτρεπε την ανατροπή του από το Παλάτι και από την άλλη εξέφραζε τη συγκεκριμένη στιγμή το λαϊκό αίσθημα.[3] Ήδη η χώρα έμπαινε σε πολεμικό συναγερμό.
           Και ενώ αυτά συνέβαιναν στην Αθήνα, στην κεντρική πολιτική σκηνή, η Κεφαλονιά πώς υποδέχτηκε την κήρυξη του Πολέμου; Αλλά και ποια ήταν στο νησί η κατάσταση τις παραμονές της ιταλικής κατοχής;
          Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 το Κόμμα των Ελευθεροφρόνων, το κόμμα δηλαδή του Ι. Μεταξά, έχει αρχίσει στο νησί να κερδίζει έδαφος σε βάρος του μέχρι τότε επικρατούντος βενιζελισμού. Τοπικοί παράγοντες και τοπικός τύπος κινήθηκαν επίμονα όλα αυτά τα χρόνια και κατόρθωσαν να ανατρέψουν το κλίμα υπέρ του Μεταξά. Έτσι, το βασιλομεταξικό δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου εύκολα εδραιώθηκε στο νησί.[4] Τόσο οι δημόσιες υπηρεσίες και αρχές όσο και άλλοι φορείς, πολιτιστικοί, επαγγελματικοί, αγροτικοί και εργατικοί, είχαν μπολιαστεί από την τεταρταυγουστιανή προπαγάνδα.
          Από την άλλη πλευρά, το καθεστώς είχε οδηγήσει στις φυλακές και τις εξορίες σημαντικά προοδευτικά, αντιφασιστικά και αριστερά στελέχη στην προσπάθειά του να αποδυναμώσει το τοπικό λαϊκό κίνημα. Παρά τις διώξεις, όμως, αυτές έχει διατηρηθεί στο νησί ένας μικρός αλλά ισχυρός δημοκρατικός και αριστερός θύλακας, έτοιμος να δράσει με την πρώτη ευκαιρία.
          Η έναρξη του Πολέμου βρίσκει στην ανώτατη πολιτική αρχή το διευθυντή της Νομαρχίας Στυλιανό Βαφείδη, που αποτελεί τον κατεξοχήν εκφραστή της δικτατορίας στο νησί, ενώ στο Δήμο Αργοστολιού δήμαρχο τον Κων/νο Γεράκη, που είχε υποστηριχτεί από τη μεταξική παράταξη. Στο Εργατικό Κέντρο και στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο υπάρχουν διορισμένες από το καθεστώς διοικήσεις, ενώ στις δόξες της είναι τότε η τεταρταυγουστιανή λέσχη «Κεφαλληνία» στο Αργοστόλι. Το μητροπολιτικό, τέλος, θρόνο της Κεφαλονιάς κατέχει ο Γερμανός Ρουμπάνης.
          Οι Κεφαλονίτες μαθαίνουν τα νέα του Πολέμου από τα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες. Δεν παρατηρείται τις πρώτες εκείνες μέρες ούτε στο Αργοστόλι ούτε στο Ληξούρι κάποιος ιδιαίτερος ενθουσιασμός. Αντίθετα, ο φόβος και η αβεβαιότητα είναι τα κυρίαρχα αισθήματα, καθώς συνειδητοποιούν οι κάτοικοι την αρνητική επίδραση, που θα έχουν στην καθημερινότητά τους τα νέα δεδομένα. Σίγουρα χαίρονται με τις πρώτες νίκες του ελληνικού στρατού, έχουν όμως  επίγνωση της κατάστασης.
          Η νεολαιίστικη οργάνωση της δικτατορίας, η γνωστή ΕΟΝ (=Εθνική Οργάνωση Νέων)[5] δείχνει τον πρώτο καιρό μια δραστηριότητα: συγκροτεί κάποια συνεργεία τραυματιοφορέων για την αντιμετώπιση των αναμενόμενων εχθρικών βομβαρδισμών και διοργανώνει, με βάση τις κατευθύνσεις της δικτατορικής κυβέρνησης, έρανο για μάλλινα ρούχα, κάλτσες, τσιγάρα κ.λπ..
          Αμέσως με την κήρυξη του πολέμου συγκροτείται με επιστράτευση του ντόπιου πληθυσμού το λεγόμενο «Ανεξάρτητο Τάγμα Κεφαλληνίας» με διοικητή τον ταγματάρχη Γεώργιο Ρούσσο, κεφαλονίτικης καταγωγής. Στην ουσία πρόκειται για τη γνωστή προπολεμική διλοχία του Αργοστολιού, που υπαγόταν στο 34ο Σύνταγμα Πεζικού με έδρα την Πάτρα, η οποία ουσιαστικά τώρα διευρύνεται μετά την επιστράτευση. Το Τάγμα αυτό διαθέτει ένα Λόχο στα Χαυδάτα της Παλικής.
          Οι αυξανόμενες, όμως, ανάγκες του πολέμου, που οδηγούσαν πολλούς στο μέτωπο ή σε άλλες μονάδες, αποδυναμώνουν συνεχώς το Τάγμα, παρ’ όλο που τα κενά, που δημιουργούνταν, καλύπτονται από παλιότερων κλάσεων εφέδρους. Η έναρξη στις 13 Νοεμβρίου 1940 των ιταλικών βομβαρδισμών του Αργοστολιού με τους πρώτους νεκρούς και τις πρώτες υλικές καταστροφές φέρνει μετακινήσεις και κάποια αναδιάρθρωση στο Τάγμα. Η  κατάσταση βέβαια  επιδεινώνεται, όταν αρχίζει το Τάγμα να φυλλορροεί, στο Αργοστόλι εξαιτίας συγχύσεων και πανικού, που κάποια φασιστικά στοιχεία σκόπιμα προκαλούν, και στα Χαυδάτα εξαιτίας εξέγερσης του εκεί στρατοπεδευμένου Λόχου, οι οπλίτες του οποίου ένοπλοι κατεβαίνουν στο Ληξούρι και μπαίνουν ανεμπόδιστα στα κτήρια της Αγροτικής Τράπεζας και του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού, του γνωστού ΑΣΟ, όπου καταστρέφουν τα έγγραφα - αποδεικτικά στοιχεία των χρεών τους προς τους οργανισμούς αυτούς. Ας μην ξεχνάμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανδρών του Λόχου ήταν αγρότες της περιοχής της Παλικής.

         Η ελληνική αντίσταση έχει καμφθεί με τη ναζιστική επίθεση τον Απρίλιο του 1941 και ήδη οι κατακτητές βρίσκονται στην Αθήνα, ενώ η ελληνική κυβέρνηση φεύγει για την Κρήτη. Ο Άξονας έχει παραχωρήσει τα Επτάνησα στην Ιταλία, η οποία με τις δικές της δυνάμεις οφείλει να τα καταλάβει. Έτσι λοιπόν, όταν στις 28 Απριλίου 1941 ιταλικά αεροπλάνα ρίχνουν προκηρύξεις πάνω από την Κεφαλονιά καλώντας τις αρχές να παραδοθούν διαφορετικά θα βομβαρδίσουν πόλεις και χωριά,[6] δεν υπάρχει στο νησί καμιά αξιόμαχη στρατιωτική μονάδα, καθώς το Ανεξάρτητο Τάγμα είχε τελείως αποδυναμωθεί, αλλά και ούτε διαφαίνεται διάθεση για αντίσταση από τις τοπικές αρχές.
           Γι’ αυτό οι τελευταίες αποφασίζουν την παράδοση του νησιού. Το μεσημέρι της 29ης Απριλίου 1941 υψώνουν λευκή σημαία στην ταράτσα του Δικαστικού Μεγάρου και απλώνουν λευκά σεντόνια στην κεντρική πλατεία του Αργοστολιού – σημάδι παράδοσης. Την επόμενη μέρα (30 Απριλίου)  ιταλικά στρατιωτικά τμήματα καταλαμβάνουν χωρίς καμιά αντίσταση το Αργοστόλι: αλεξιπτωτιστές προσγειώνονται στην πεδιάδα της Κρανιάς και τμήματα μελανοχιτώνων αποβιβάζονται στην παραλία του Αργοστολιού. Εκεί τους υποδέχονται οι τοπικές  αρχές, οι οποίες στη συνέχεια στο νομαρχιακό μέγαρο παραδίδουν την Κεφαλονιά  στις φασιστικές ιταλικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές, που είχαν στο μεταξύ αποβιβαστεί το νησί. Η ιταλική κατοχή της Κεφαλονιάς ξεκινούσε….


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βούλτεψης Γιάννης, Πρόκληση, εκδ. Ισοκράτης, Αθήνα 1986.
Κολιόπουλος Ιωάννης, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ’40, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1996.
Λιναρδάτος Σπύρος, 4η Αυγούστου, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966.
Λουκάτος Σπύρος, Τα χρόνια της Ιταλικής και Γερμανικής Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Κεφαλονιά και Ιθάκη, τόμος Α΄: Η φασιστική Ιταλική Κατοχή, εκδ. Νόβολι, Αθήνα 2010 (β’ έκδοση).
Μοσχόπουλος Γεώργιος, Ιστορία της Κεφαλονιάς (1797-1940), Αθήνα 2010.
Πετράκη Μαρίνα, Ο μύθος του Μεταξά. Δικτατορία και προπαγάνδα στην Ελλάδα, μτφρ. Μάρα Μοίρα, εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα 2006.
Πηγαδάς Νίκος, Το ΟΧΙ της Ρωμιοσύνης. Το Έπος 1940-41. Φως στην ιστορική αλήθεια, εκδ. Μπατσιούλας, Αθήνα 2014.


          


[1] Νωρίτερα (Απρίλιος 1936) ο Μεταξάς είχε διοριστεί πρωθυπουργός από το βασιλιά Γεώργιο Β΄ και είχε πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από όλες τις πτέρυγες της Βουλής εκτός από το Παλλαϊκό Μέτωπο (ΚΚΕ και άλλοι μικρότεροι αριστεροί σχηματισμοί). Να σημειώσουμε εδώ ότι τα δυο τότε μεγάλα κόμματα εξουσίας, το Λαϊκό και των Φιλελευθέρων (βενιζελικό) έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στον Μεταξά, παρ’ όλο που ήταν γνωστές οι αντιδημοκρατικές και αντικοινοβουλευτικές θέσεις του τελευταίου. Η δική τους δηλαδή ψήφος εμπιστοσύνης άνοιξε το δρόμο στο Μεταξά για την επιβολή της δικτατορίας.
[2] Εκείνες τις κρίσιμες στιγμές ο Μεταξάς δεν είπε στον Ιταλό πρέσβη τη λέξη «Όχι» αλλά τη φράση στα γαλλικά «Αlors, cest la guerre», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο».
[3] Από εκείνη τη μέρα θα αρχίσει να χάνει τη σταθερότητά του το βασιλομε­ταξικό καθεστώς. Και ο Μεταξάς, που ήταν «ο μόνος Έλληνας που μπορούσε να πει το ΝΑΙ, είπε το ΟΧΙ», όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε ο Γ. Καφαντά­ρης, για να σώσει το καθεστώς του,  δε συνειδητο­ποίησε εκείνες τις ώρες ότι «η μέρα εκείνη δεν επικύρωνε, αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου», όπως εύστοχα έχει γράψει ο Γ. Σεφέρης.

[4] Βέβαια, δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι Κεφαλονίτες, που δεν μπορούσαν να φανταστούν τον Ι. Μεταξά ως «εθνικό κυβερνήτη», ως «μεγάλο ηγέτη», αφού γι’ αυτούς ήταν πάντα ο «Γιάννης ο Σμπάρας», όπως ήταν το παρανόμι του στο νησί. Άλλωστε, επειδή γνώριζε πολύ καλά ο ίδιος ο δικτάτορας ότι πάντα στην Κεφαλονιά υπήρχε το ενδεχόμενο να αποδοκιμαστεί, ποτέ στα τεσσεράμισι χρόνια της δικτατορίας του (1936-1941) δεν επισκέφθηκε τη γενέτειρά του την Κεφαλονιά.

[5] Το δικτατορικό καθεστώς, στην προσπάθειά του να προσεταιριστεί τα παιδιά και γενικότερα τη νέα γενιά και για να εξασφαλίσει ευρύτερα την κοινωνική συναίνεση, δημιουργεί την ΕΟΝ. Η τελευταία με στόχο, όπως ισχυριζόταν, τη διαμόρφωση σωστών πατριωτών και καλών χριστιανών αλλά και αυριανών πειθαρχημένων στρατιωτών, διαπαιδαγωγεί τα μέλη της μέσα από ομιλίες, συζητήσεις, εκδρομές και ποικίλες άλλες δραστηριότητες.
[6] Με τις προκηρύξεις προσβλέπουν στην τρομοκράτηση αρχών και λαού: μετά την κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους της χώρας και την «αισχρή φυγή» της ελληνικής κυβέρνησης για την Κρήτη, καλό είναι να παραδοθείτε, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα βομβαρδιστούν από αέρα και θάλασσα οι πόλεις και τα χωριά της Κεφαλονιάς.