ΙΘΑΚΗ ΚΑΙ ΙΘΑΚΗΣΙΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Όταν ξεκινά η Επανάσταση του 1821, η
Αγγλία είναι ένα από τα πέντε μέλη της Ιερής Συμμαχίας – ενός συνασπισμού
ευρωπαϊκών δυνάμεων, που μοναδικό στόχο έχει τη διατήρηση της «νέας τάξης πραγμάτων»
όπως αυτή είχε διαμορφωθεί με τη Συνθήκη του Παρισιού το 1815: διαφύλαξη –
εδραίωση των ανελεύθερων – δεσποτικών καθεστώτων και κατάπνιξη κάθε
φιλελεύθερου – επαναστατικού κινήματος. Για τα δικά της γεωπολιτικά και
οικονομικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο έχει ταχθεί – τουλάχιστο μέχρι το
1823 τυπικά και ουσιαστικά – υπέρ της ακεραιότητας της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας και επομένως κατά του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων. Αυτήν
την πολιτική εφαρμόζει, μέσω της Προστασίας που έχει επιβληθεί στα Επτάνησα, ο
Άγγλος Αρμοστής: απαγορεύει, με ποινή φυλάκισης, εξορίας και δήμευσης
περιουσίας, κάθε κίνηση συμπαράστασης ή συμμετοχής στην Επανάσταση καθώς και
κάθε εμπορική συναλλαγή με τους Έλληνες επαναστάτες.
Ωστόσο, παρά τις
αντικειμενικές δυσκολίες, που ορθώνονται από τη Βρετανική Προστασία, στην
Ιθάκη, όπως και στα υπόλοιπα Επτάνησα, η εθνική συνείδηση των κατοίκων έχει από
καιρό ωριμάσει. Η παρουσία, έστω και ολιγόχρονη (1797-1799), των δημοκρατικών
Γάλλων στα ιόνια νησιά συνέβαλε στην ευχερέστερη διάδοση των δημοκρατικών,
αστικών ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, αφύπνισε και ζωογόνησε το αίσθημα της
ελευθερίας και προώθησε τις αρχές της εθνικής κρατικής συγκρότησης. Εννοείται
πως το αστικό στοιχείο του νησιού, το οποίο όλο και πληθαίνει, κατανοεί ότι
έχει κάθε συμφέρον - πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό – από τη δημιουργία
ελληνικού ανεξάρτητου κράτους. Γι’ αυτό και επιζητεί τη συστράτευσή του στον
αγώνα των ομοεθνών του στην κυρίως Ελλάδα. Συνοδοιπόρους σε αυτόν τον
προσανατολισμό θα βρει τους νέους διανοούμενους και τα πιο προωθημένα αγροτικά
στοιχεία.
Αλλά
και οι απόδημοι Ιθακήσιοι, έμποροι και επιχειρηματίες, πλοιοκτήτες και
ναυτικοί, εγκατεστημένοι στα λιμάνια και τα αστικά κέντρα κυρίως της Νότιας
Ρωσίας και των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών, έχουν γίνει σίγουροι αποδέκτες και
φορείς των νέων αστικών φιλελεύθερων ιδεών. Πρόθυμα λοιπόν και συνειδητά θα
πάρουν μέρος στον αγώνα για εθνική απελευθέρωση. Πάντως, αυτή η συστράτευση των
Ιθακήσιων με τους άλλους Έλληνες στην Επανάσταση του 1821 συνιστούσε και μια
μορφή ισχυρής διαμαρτυρίας κατά της Βρετανικής Προστασίας. Και σηματοδοτούσε
τη θέλησή τους ότι δε θα ανεχθούν να ζήσουν κάτω από την αγγλική καταπίεση
και ξεκομμένοι από τον ελληνικό εθνικό κορμό.
Στο
σημείο αυτό χρήσιμο θα ήταν να σημειώσουμε την αρχική πρόταση του Άγγλου
υπεύθυνου για την εκπαίδευση στα Επτάνησα Guilford να ιδρυθεί πανεπιστημιακό
ίδρυμα στην Ιθάκη. Και διάλεξε το νησί αυτό ο Guilford ως τόπο κατάλληλο για
λόγους ρομαντικούς συνάμα και πρακτικούς: συνδεόταν με τον Όμηρο και το θρυλικό
Οδυσσέα, αλλά και οι κάτοικοί του ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν εργασία και
χρήματα για την υλοποίηση του σχεδίου. Ο Άγγλος Αρμοστής όμως Maitland δε συμφώνησε,
γιατί προφανώς η Ιθάκη βρισκόταν πολύ κοντά στη σκηνή του εθνικού Αγώνα και
πολύ μακριά από την έδρα της προστάτριας εξουσίας και επομένως το νέο
πνευματικό ίδρυμα δε θα είχε τα εχέγγυα για σίγουρη λειτουργία. Γι’ αυτό
τελικά η Ιόνια Ακαδημία θα ιδρυθεί και θα λειτουργήσει δυο χρόνια αργότερα
στην ασφαλή Κέρκυρα.
Με
βάση τα παραπάνω δεδομένα, η συμβολή των Ιθακησίων στην Επανάσταση του 1821 θα
αποδειχθεί πολύμορφη και πολυδιάστατη. Και αναφερόμαστε στους Ιθακήσιους που
ζουν και δραστηριοποιούνται στο νησί, στους απόδημους που ζουν και εργάζονται
στην Κωνσταντινούπολη, στη Μολδοβλαχία και στη Ν. Ρωσία, στους καπετάνιους και
τους ναυτικούς που οργώνουν τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Οι ντόπιοι
περιθάλπουν στο νησί τραυματίες από την απέναντι Στερεά Ελλάδα, Ήπειρο και
Πελοπόννησο, φιλοξενούν πρόσφυγες και συντηρούν γυναικόπαιδα. Ντόπιοι και
απόδημοι εντάσσονται στη Φιλική Εταιρεία. Προσφέρουν χρήματα ή στέλνουν
τρόφιμα και πολεμοφόδια στους επαναστατημένους συμπατριώτες τους. Παίρνουν μέρος
στις στεριανές ή θαλασσινές πολεμικές επιχειρήσεις είτε ατομικά είτε μέσα από
καλά οργανωμένα στρατιωτικά τμήματα.
Και όλα αυτά προκύπτουν από τη μελέτη
του σχετικού αρχειακού υλικού, των Απομνημονευμάτων των αγωνιστών και των
ιστοριογραφικών έργων, αν και πολλά ακόμη μένει να γίνουν από την ιστορική
έρευνα, για να φωτιστεί επαρκώς η ιθακήσια παρουσία και συμμετοχή τόσο στην
προπαρασκευή όσο και στην εξέλιξη του Αγώνα του 1821.
Κατά
τη διάρκεια της Επανάστασης αλλά και πριν από την έναρξή της στο φιλόξενο νησί
της Ιθάκης των 8.000 περίπου τότε κατοίκων, έβρισκαν καταφύγιο οι διωκόμενοι
Έλληνες αγωνιστές των απέναντι περιοχών μαζί με τις οικογένειές τους. Ο
Αλή-πασάς των Ιωαννίνων, μάλιστα, αρκετές φορές διαμαρτυρόταν και απειλούσε με
αντίποινα, επειδή Έλληνες κλέφτες και αρματωλοί είχαν ως άσυλο το νησί αλλά
και ως τόπο εξόρμησης εναντίον του. Απαγόρευε στους Ιθακήσιους και στους άλλους
Επτανήσιους να διαμένουν, να εργάζονται και να εμπορεύονται με τη Στερεά Ελλάδα
και την Ήπειρο. Αυτά όμως τα μέτρα ζημίωναν το νησί, γι’ αυτό με εντολή της
Ιόνιας Γερουσίας ο γερουσιαστής Ιθάκης Βασίλειος Ζαβός ανέλαβε να
διαπραγματευτεί το ζήτημα με τον ίδιο τον Αλή-πασά το Μάιο του 1806.
Η
συμφωνία του Αλή-πασά με τον Β. Ζαβό ήταν ουσιαστικά μια συμβιβαστική λύση και
από τις δυο πλευρές: και το εμπόριο με τα λιμάνια της δυτικής Στερεάς και Ηπείρου
επιτράπηκε και οι καταδιωκόμενοι αγωνιστές με τις οικογένειές του μπορούσαν με
την παροχή εγγυήσεων να μείνουν στο νησί. Αναφέρουμε επιλεκτικά τους Δήμο
Μπουκουβάλα, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Δημήτριο Καραΐσκο, Δημήτριο Ίσκιο, Ευστάθιο
Ρεμέντζη, Πάνο Δουρούκη, Κώστα Καρακώστα, Νικόλαο Κουτσογιάννη, Στάθη
Μακρυστάθη, Δημήτριο Κάτσελο κ.ά.
Σημειώνουμε
επίσης ότι στην Ιθάκη γεννήθηκε ο ήρωας της Γραβιάς Οδυσσέας Ανδρούτσος, όπου
είχε καταφύγει η οικογένειά του. Το όνομά του παραπέμπει προφανώς στον ομηρικό
ήρωα. Σε αυτό το νησί υπηρέτησε για ένα διάστημα ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης,
ενταγμένος βέβαια στην υπηρεσία της Βρετανικής Προστασίας. Τέλος, από την
Ιθάκη πέρασε το Δεκέμβριο του 1823 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, όταν άρρωστος από
φυματίωση, προσέτρεξε στο φίλο του «σιορ Φωκά-Παΐση» στο χωριό Κιόνι. Αφού ο
τελευταίος του έδωσε συστατικά γράμματα για τους φίλους του στο Αργοστόλι, με
τα οποία τους καλούσε να εξυπηρετήσουν τον ήρωα της Ρούμελης, ο Καραϊσκάκης
αναχώρησε για την πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς. Εκεί έμεινε περίπου δυο μήνες για
τη θεραπεία του και μετά επέστρεψε στο Κιόνι, για να περάσει στο Μεσολόγγι στις
αρχές του 1824. Υπογραμμίζουμε, όπως προκύπτει μέσα από τη σχετική αλληλογραφία,
την αδελφική φιλία αλλά και κουμπαριά μεταξύ Καραϊσκάκη και Φωκά-Παΐση.
Τεκμήριο αυτής της αγάπης και εκτίμησης είναι η ανάθεση από τον πρώτο στο
δεύτερο της φροντίδας για το σπιτικό του. Έμενε η οικογένεια του Ρουμελιώτη
αγωνιστή για ασφάλεια στο νησάκι Κάλαμος, εξαρτημένο άμεσα από την Ιθάκη.
Έγραφε ο Καραϊσκάκης στο Φωκά-Παΐση, το Φεβρουάριο του 1824: «σου λέγω διά το
οσπήτι μου αυτού να το προσέχεις ως ιδικόν καθώς είμαι βέβαιος πολύ
περισσότερον τώρα να το προσέξεις καλλίτερα ακόμα».
Στη
Φιλική Εταιρεία εντάχθηκαν πολλοί Ιθακήσιοι, κυρίως της διασποράς, όπως
τεκμηριώνεται από τους ονομαστικούς καταλόγους των Φιλικών. Οι περισσότεροι
ζούσαν και δραστηριοποιούνταν στην Κωνσταντινούπολη και στη Μολδοβλαχία, όπου
από το 18ο αιώνα εκεί λειτουργούσε αξιόλογη παροικία Κεφαλονιτών και
Ιθακησίων. Αναφέρουμε μερικά ονόματα: Νικόλαος Γαλάτης, σημαντική μορφή, για
την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω. ο αδελφός του αρχιμανδρίτης Ευστράτιος.
Ευγένιος Καραβίας, μητροπολίτης Αγχιάλου, ο οποίος απαγχονίστηκε το Πάσχα του
1821 μέσα στο πλαίσιο των σουλτανικών αντιποίνων. Άγγελος Ροδοθεάτος, έμπορος
στην Τεργέστη, ο οποίος φιλοξένησε το Λόρδο Βύρωνα στον Πισαετό, όταν ο
τελευταίος επισκέφθηκε την Ιθάκη, όπου και διέθεσε σεβαστό ποσό για την
περίθαλψη των προσφύγων. Ιωάννης Βλασσόπουλος, πρόξενος της Ρωσίας στην Πάτρα
και υπεύθυνος της Εφορείας της Φ.Ε. στην Αχαΐα. Διονύσιος Ευμορφόπουλος: θα τον
συναντήσουμε αρκετές φορές παρακάτω. Γεώργιος Δενδρινός, επίσκοπος: θα
αναλάβει σοβαρή αποστολή στο Λίβανο. Γεώργιος Πατρίκιος: συνόδευσε τον
Παπαφλέσσα στην Πελοπόννησο. Σπυρίδων Δρακούλης, θείος του πρωτοσοσιαλιστή
Πλάτωνα Δρακούλη. οι πλοίαρχοι Ευάγγελος Μαντζαράκης-Λυκούδης και Στ(αύρος)
Αλευράς. Βασίλειος Καραβίας ή Καραβιάς με σημαντική δράση στο Γαλάτσι. Ιωάννης
Πέτας, Γεώργιος Βλησμάς, Γεράσιμος Πέτας, Ευάγγελος Μαρούλης. Επαμεινώνδας Πεταλάς,
Πέτρος Ραυτόπουλος: οι έμποροι Ιωάννης Δούσμανης και Ανδρέας Κουβαράς. ο ναύτης
Παναγιώτης Βουλιέρης. ο πλοίαρχος Παναγιώτης Χαλικιόπουλος και αρκετοί άλλοι.
Ο αριθμός των Ιθακησίων Φιλικών είναι αξιοπρόσεκτος αναλογικά βέβαια με τον
πληθυσμό του νησιού. Και φυσικά πόσων άλλων αγνοούμε τα ονόματα.
Είναι
ανάγκη, ωστόσο, να μείνουμε λίγο στην περίπτωση του Νικόλαου Γαλάτη, γόνου
αριστοκρατικής οικογένειας από την Ανωγή. Ήταν από τους πρώτους που μυήθηκαν
στη Φ.Ε. Πρέπει να ήταν μέλος ήδη το 1816. Κινήθηκε θαρραλέα και δραστήρια στην
κατήχηση νέων μελών και ιδίως επιφανών προσώπων στη Μόσχα, ώστε να «οφείλεται
εθνική ευγνωμοσύνη εις τον Γαλάτην, διότι πρώτος ούτος διέσπασε εν Μόσχα τους
πάγους του Βορρά κατηχήσας σπουδαία και πανελληνίου φήμης πρόσωπα». Όμως, ο
ζωηρός και ματαιόδοξος χαρακτήρας του, η αμετροέπεια και η απληστία του στο
χρήμα, κατά τον Ιω. Φιλήμονα, κατέστησαν τον Γαλάτη επικίνδυνο για τη μυστική
δράση της Φ.Ε., με αποτέλεσμα η ηγεσία της να αποφασίσει τη θανάτωσή του το
Νοέμβριο του 1818. Έτσι, υπήρξε το μοιραίο θύμα των περιστάσεων, στις οποίες
βρέθηκε τότε η Φ.Ε., προκειμένου να περιφρουρήσει τα υπόλοιπα μέλη και να
αποφύγει τη ματαίωση του έργου της.
Ένας
άλλος Ιθακήσιος, ο οποίος εργάστηκε αποφασιστικά για την προετοιμασία της Επανάστασης
ήταν ο Διονύσιος Ευμορφόπουλος. Συνεχίζοντας τη ναυτική παράδοση της
οικογένειάς του – ο πατέρας του υπήρξε κυβερνήτης σε πλοίο της ομάδας
καταδρομικών του Λάμπρου Κατσώνη – ήταν πλοίαρχος σε ιδιόκτητο σκάφος. Κατά το
χειμώνα του 1818-1819 μυήθηκε στη Φ.Ε. και από τότε εγκατέλειψε το πλοίο του
και «αφωσιώθην πλέον όλος μου ο σκοπός εις την ενέργειαν του έργου», όπως ο
ίδιος έχει γράψει. Συνεργάστηκε με τον Νικ. Σκουφά, τον Παν. Αναγνωστόπουλο,
τον Χριστόδουλο Λουριώτη και τον Παπαφλέσσα. Περιόδευσε το 1819 στην
Πελοπόννησο, όπου συναντήθηκε με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, τον Αναγνωσταρά
και τον Νικηταρά για την προετοιμασία του κινήματος, ενώ το 1820 κινήθηκε
μεταξύ Βουκουρεστίου και Γαλατσίου. Τότε στο Γαλάτσι, ο Δ. Ευμορφόπουλος με το
συμπατριώτη του Βασίλειο Καραβία και τον Κεφαλλονίτη Ανδρέα Σφαέλο, με εντολή
της ηγεσίας της Φ.Ε., θανάτωσε τον φιλικό Κυριάκο Καμαρινό, επειδή είχε
καταστεί επικίνδυνος στα σχέδια της Εταιρείας λόγω της υπέρμετρης
πολυπραγμοσύνης του. Ο προληπτικός αυτός φόνος του Καμαρινού ήταν ο δεύτερος
μετά από εκείνον του Γαλάτη. Είχε και τέτοια συμβάντα ο Αγώνας.
Στη
συνέχεια, ο Ευμορφόπουλος στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη για την εκτέλεση ενός
ριψοκίνδυνου σχεδίου: πυρπόληση του αγκυροβολημένου τουρκικού στόλου και του
σουλτανικού παλατιού και σύλληψη του Σουλτάνου. Για κάποιους όμως λόγους
προδόθηκε το σχέδιο, οι Τούρκοι προέβησαν σε συλλήψεις και ανακρίσεις και έτσι
ο Ιθακήσιος αγωνιστής αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη. Από τους πρώτους
μήνες του 1821 βρισκόταν στη Νότια Ελλάδα, για να πάρει μέρος σε πολλές μάχες,
όπως θα αναφέρουμε παρακάτω, ακόμη και στην τελευταία ελληνοτουρκική
σύγκρουση στην Πέτρα Βοιωτίας (Σεπτ. 1829), και να διακριθεί για τη
γενναιότητα και τη σωφροσύνη του, ώστε να τιμηθεί με το βαθμό του στρατηγού.
Αλλά
και στα πεδία των μαχών η παρουσία και δράση των Ιθακησίων υπήρξε σημαντική,
κάποτε μάλιστα καθοριστική. Ξεκινάμε από τη Μολδοβλαχία, αφού από εκεί ξεκίνησε
η Ελληνική Επανάσταση. Στις 21 Φεβρουαρίου 1821, μια μέρα πριν από την επίσημη
έναρξη του Αγώνα από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, πρώτος ο Ιθακήσιος Βασίλειος
Καραβίας (ή Καραβιάς) υψώνει την επαναστατική σημαία. Με στρατιωτικό σώμα 150
ανδρών – οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Ιθακήσιοι και Κεφαλονίτες – θα
νικήσει τους Τούρκους στο Γαλάτσι και θα καταλάβει την πόλη. Πρόκειται για την
πρώτη πολεμική πράξη της Ελληνικής Επανάστασης, αυτήν που «άναψε την πρώτη θρυαλλίδα
της πυρκαγιάς». Ως γενικός στρατιωτικός διοικητής του Γαλατσίου επέδειξε
στρατηγικές ικανότητες σε όλη αυτήν την περίοδο, η μη σωστή όμως εφαρμογή του
σχεδίου κατά τη μάχη του Δραγατσανίου (Ιούνιος 1821) από την πλευρά του,
οδήγησε τον Υψηλάντη στην καθαίρεση του πράγματι γενναίου αγωνιστή.
Ωστόσο,
τόσο στη μάχη του Δραγατσανίου όσο και σ’ εκείνη στο Σκουλένι οι Ιθακήσιοι νέοι
μέσα από τον Ιερό Λόχο πήραν «το βάπτισμα του πυρός». Μνημονεύουμε κάποια
ονόματα: Σπυρίδων Δρακούλης, ο οποίος και σκοτώθηκε. Παναγής Καραβίας Καρδαράς,
Άγγελος Γιαννιώτης, Ευστάθιος Καραβίας Γιαννούτσος, Χρήστος Σταύρακας κ.ά.
Δεν είναι, πάντως, λίγοι εκείνοι, οι οποίοι, μετά την αποτυχία του κινήματος
στη Μολδοβλαχία, κατέβηκαν στη Ν. Ελλάδα και πήραν μέρος στα εκεί πολεμικά
γεγονότα.
Κατά
τα πρώτα έτη του Αγώνα Ιθακήσιοι συμμετείχαν στη μάχη του Βαλτετσίου (Μάιος
1821) κάτω από τις οδηγίες του Κολοκοτρώνη, στη μάχη του Λάλα (Ιούνιος 1821)
μέσα από το στρατιωτικό σώμα των Ανδρέα και Κωνσταντίνου Μεταξά, στην ατυχή
μάχη στο Πέτα (Ιούλ. 1822) με αρκετούς νεκρούς, στην καταστροφή του Δράμαλη,
στα Δερβενάκια (Νοε-Δεκ. 1822). Σε όλες αυτές τις συγκρούσεις παρών ήταν και ο
Δ. Ευμορφόπουλος: στο Λάλα, στο Βαλτσέτσι, στα Δολιανά, στα Δερβενάκια.
Κατείχε επιτελικές θέσεις και συνεργαζόταν με τους Δημ. Υψηλάντη, Θ. Κολοκοτρώνη,
Γρ. Παπαφλέσσα κ.ά. Η δύσκολη όμως περίοδος για τον Ιθακήσιο αγωνιστή ήταν
εκείνη του εμφυλίου πολέμου (1824-1825). Γράφει ο ίδιος με πίκρα στα σύντομα
«Απομνημονεύματά» του: «Ήδη αρχίζει ο εμφύλιος πόλεμος και δεν έχω καρδίαν να
κάμω λόγον, εάν και πολλούς έσωσα και κανένα δεν έβλαψα εις αυτήν την
περίστασιν».
Και
ενώ ο εμφύλιος πόλεμος ήταν σε όξυνση, και ο Ιμπραήμ ρήμαζε την Πελοπόννησο,
πράγματι υπεράνθρωπες θεωρούνται οι προσπάθειες του Ευμορφόπουλου, που με
σωφροσύνη προσπαθούσε να ισορροπήσει την κατάσταση μεταξύ των αντιμαχόμενων
Ελλήνων και παράλληλα να πάρει μέτρα για την αντιμετώπιση του Αιγύπτιου
εισβολέα. Παρά ταύτα, ομολογεί ο ίδιος ότι «διά όλην την δραστηριότητα και
προθυμίαν, όπου έτρεχον εις τους κινδύνους, εις μέλη τινά της τότε Κυβερνήσεως
πονηρός δαίμων εμβήκεν εις τα σπλάχνα των και αντί αμοιβής των τόσων θυσιών
μου απεφάσισαν να με δολοφονήσουν και αντί εμού εφόνευσαν τον αδελφόν μου
Κωνσταντίνον».
Ο
Ευμορφόπουλος, βέβαια, συνέχισε το εθνικό του έργο. Σημαντικότατη μάλιστα
υπήρξε η προσφορά του στη μάχη της Αθήνας και στην πολιορκία της Ακρόπολης κατά
τα έτη 1826-1827. Το 1826 αναδείχθηκε σε δύσκολη χρονιά για την Επανάσταση.
Ήδη ήταν ορατές οι καταστροφικές συνέπειες του εμφυλίου πολέμου. Ο Ιμπραήμ
κυριαρχούσε στην Πελοπόννησο, το Μεσολόγγι είχε πέσει και ο Κιουταχής
κατευθυνόταν προς την Αθήνα. Εκεί, από τα μέσα του Ιουνίου 1826 βρίσκονταν και
αγωνίζονταν κάτω από τη διοίκηση του Γκούρα πολλοί Κεφαλονίτες και Ιθακήσιοι
και άλλοι Επτανήσιοι, οι οποίοι είχαν συμπήξει ιδιαίτερο στρατιωτικό σώμα με
αρχηγό τον Δ. Ευμορφόπουλο. Ο τρόπος διοργάνωσης και λειτουργίας αυτού του
σώματος μαρτυρούσε τη δημοκρατική αγωγή των Επτανησίων, τη φιλελεύθερη
συνείδηση και την πολιτική τους ωριμότητα. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο
ιστορικός Σπ. Λουκάτος «καθίσταται το σώμα τούτο όντως εκκλησία πολεμική του
εν Ελλάδι Επτανησίου δήμου, υπενθυμίζουσα αναλόγους συνελεύσεις πολεμιστών εν
τη αρχαία Ελλάδι». Και φυσικά γι’ αυτά τα αποτελέσματα καθοριστική υπήρξε η
παρουσία του Ιθακήσιου Ευμορφόπουλου.
Σκληρές
ήταν οι μάχες γύρω από την Ακρόπολη, ενώ ηρωική χαρακτηρίζεται η είσοδος του
επτανησιακού σώματος μέσα σε αυτήν τον Οκτώβριο του 1826. Εκεί, οι Επτανήσιοι
υπό τον Δ. Ευμορφόπουλο και με την ουσιαστική συμμετοχή του Κεφαλονίτη Γερ.
Φωκά θα υποστούν αγόγγυστα τα δεινά της πολύμηνης πολιορκίας από τους
Τούρκους. Θα αποκρούσουν νικηφόρα τις εχθρικές επιθέσεις με πολλούς όμως
νεκρούς και τραυματίες, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Ευμορφόπουλος που
τραυματίστηκε στην πλάτη και το κεφάλι. Και θα παραμείνουν εκεί, πολεμώντας με
απαράμιλλο θάρρος και πειθαρχία, μέχρι την παράδοσή τους στους Τούρκους το
Μάιο του 1827, παρά την απόφασή τους να συνεχίσουν τον αγώνα και να μην
παραδοθούν.
Στο
μεταξύ, στα μέσα του 1825, Ιθακήσιος είναι επικεφαλής ειδικής αποστολής στο
Λίβανο. Και συγκεκριμένα: Η Ελληνική Διοίκηση έχει συστήσει τριμελή επιτροπή
αποτελούμενη από τον Ιθακήσιο επίσκοπο Ευδοκιάδος Γρηγόριο Δενδρινό ως
επικεφαλής, τον Κύπριο πατριώτη δάσκαλο Χαράλαμπο Μάλη και τον Μακεδόνα έμπορο
στο Λίβανο Χατζή Στάθη Ρέζη, για να μεταβεί στη συρολιβανική περιοχή,
προκειμένου μετά από επιτόπια έρευνα να εκτιμήσει τις δυνατότητες εξέγερσης της
περιοχής κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και με την ελληνική συνδρομή. Ένα
τέτοιο ενδεχόμενο θα λειτουργούσε ως αντιπερισπασμός στον Αιγύπτιο Μεχμέτ Αλή
και το γιο του Ιμπραήμ, ο οποίος θα εξαναγκαζόταν να αποσυρθεί από την
Πελοπόννησο και θα περιοριζόταν στη διατήρηση των ορίων του, εφόσον θα
κινδύνευε περιοχή – η συρολιβανική – για την οποία έδειχνε άμεσο ενδιαφέρον.
Εξάλλου, στην περιοχή αυτή οι υπόδουλες στον τουρκικό ζυγό αραβικές φυλές των
Μαρωνιτών και των Δρούζων, των Arsaries και των Metualis είχαν με διάφορους
τρόπους δηλώσει τον πόθο τους για ελευθερία και ανεξαρτησία, αλλά και οι
τοπικοί ηγέτες τους είχαν εκθέσει παλαιότερα τις φιλελεύθερες και φιλελληνικές
τους διαθέσεις.
Η
ελληνική πρεσβεία, αφού παρέμεινε στην περιοχή ένα εξάμηνο, επέστρεψε στην
Ελλάδα τον Απρίλιο του 1826. Και με αναφορά του ο Ευδοκιάδος Γρηγόριος
Δενδρινός προς την Ελληνική Διοίκηση διαπίστωνε τη δυνατότητα εξέγερσης των
κατοίκων κατά των Τούρκων. Γι’ αυτό και πρότεινε την αποστολή μικρού ελληνικού
εκστρατευτικού σώματος στη συρολιβανική περιοχή αποτελούμενου από 15-20 πλοία
και μικρή αποβατική δύναμη 3.000 περίπου Ελλήνων, για να δοθεί η ευκαιρία της
εξέγερσης των εκεί πληθυσμών κατά των Τούρκων. Επειδή όμως είχαν μεταβληθεί στο
μεταξύ τα δεδομένα στον ελληνικό Αγώνα (αλλαγή Διοίκησης, άλλες προτεραιότητες
στο πολεμικό μέτωπο) η πρόταση του Δενδρινού δεν είχε συνέχεια και πρακτική
εφαρμογή. Γι’ αυτό και ο ίδιος εγκατέλειψε την Ελλάδα. Κατά την επιστροφή του
στη γενέτειρά του συνελήφθη και μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια, απ’ όπου
απελευθερώθηκε με παρέμβαση του εκεί Άγγλου Προξένου και στάλθηκε στη Ζάκυνθο
και μετά στην Ιθάκη. Το θέμα όμως της ελληνο-λιβανικής συμμαχίας δε σταμάτησε
να τον απασχολεί. Επανήλθε επί Καποδίστρια, στον οποίο υπέβαλε το 1828 σχετική
αναφορά, χωρίς βέβαια κανένα αποτέλεσμα. Επιμείναμε σε αυτό το γεγονός, διότι
παράλληλα με την ανάδειξη του Γρηγορίου Δενδρινού θέλαμε να προβάλουμε μια
πτυχή του Ελληνικού Αγώνα, άγνωστη, πιστεύουμε, στους πολλούς – μια πτυχή που
σχετίζεται με την πολιτική των συμμαχιών των υπεύθυνων παραγόντων της
Επανάστασης.
Ωστόσο,
οι Ιθακήσιοι, κατεξοχήν άνθρωποι της θάλασσας, θα ήταν παράδοξο, αν δεν είχαν
συμμετοχή στις θαλασσινές συγκρούσεις του 1821. Τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία
είναι αποκαλυπτικά. Και σε αυτές τις συγκρούσεις με τους Τούρκους την πρωτιά
την είχαν οι Θιακο-Κεφαλονίτες. Δεκαπέντε μέρες μετά την κήρυξη της Επανάστασης
και ενώ οι Παραδουνάβιες Ηγεμονίες βρίσκονταν «επί ποδός πολέμου» με τη λαμπρή
παρουσία και καθοδήγηση του Αλ. Υψηλάντη, πραγματοποιήθηκε στις 7 Μαρτίου 1821
η πρώτη νικηφόρα ναυμαχία του Αγώνα στον ποταμό Προύθο. Με επικεφαλής τον Κεφαλονίτη
πλοίαρχο Ανδρέα Σφαέλο δεκατρία επτανησιακά πλοία επιτέθηκαν και κατέλαβαν
δέκα τουρκικά εμπορικά, που μέσω του Δούναβη κατευθύνονταν στο Γαλάτσι.
Κλείδωσαν τους εβδομήντα δύο Τούρκους αιχμαλώτους στο αμπάρι ενός σκάφους που
το βούλιαξαν αύτανδρο στον Προύθο. Ο φανατισμός και η μανία της εκδίκησης τους
οδηγούσε σε εγκληματικές πράξεις. Ανάμεσα στους καπετάνιους ήταν οι Ιθακήσιοι
Γεώργιος Μαρούλης, Νικόλαος Πεταλάς Φλυστέκος, Λάζαρος Μακρής, Βασίλειος
Μαρούλης, Γεώργιος Μάντζαρης, Νικόλαος Παρθένης, Ευστάθιος Αλευράς, Δημήτριος
Καίσαρης, Μ. Παΐζης, Σπυρίδων Πεταλάς, Νικόλαος Μαράτος, Γεώργιος Δενδρινός,
Διαμαντής Ζαμπέλης, Γιακουμής Καραβίας, Σπυρίδων Σταθάτος, Παναγής Χαλικιόπουλος
και Αναστάσιος Σταθάτος.
Σημαντική
ήταν η βοήθεια που ιθακήσια καθώς και κεφαλονίτικα πλοία προσέφεραν στους
Έλληνες της Κωνσταντινούπολης κατά την περίοδο των εκεί σφαγών τον Απρίλιο του
1821. Ο πλοίαρχος Αντώνιος Πεταλάς-Μαράτος, αψηφώντας κάθε κίνδυνο, παρέλαβε
τότε τη σύζυγο του Δημ. Μουρούζη, τον Κωνσταντίνο Οικονόμο τον εξ Οικονόμων και
άλλους εβδομήντα και τους μετέφερε στην Οδησσό της Ν. Ρωσίας. Τότε ήταν που
και ο Κεφαλονίτης πλοίαρχος Μαρίνος Σκλάβος ανέσυρε από τα νερά του Βοσπόρου το
νεκρό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ και τον μετέφερε με το πλοίο του για ενταφιασμό
στην Οδησσό.
Η
έναρξη της Επανάστασης στην κυρίως Ελλάδα βρήκε τους Ιθακήσιους και άλλους
Επτανήσιους ναυτικούς γεμάτους ενθουσιασμό, έτοιμους να βοηθήσουν. Ύψωσαν την
επαναστατική σημαία στο σκάφος τους και έκαναν περιπολίες στον Κορινθιακό. Βοήθησαν
εκατοντάδες πρόσφυγες, καταδιωκόμενους από τους Τούρκους, και τους μετέφεραν
στην Ιθάκη, στην Κεφαλονιά ή στη Λευκάδα. Από την Πάργα, μετά την προδοτική
πώλησή της από τον Maitland στον Αλή-πασά, μετέφεραν τους Παργινούς στην
Κέρκυρα και τους Παξούς. Ο Ιθακήσιος πλοίαρχος Νικ. Καραβίας μετέφερε τον
Οκτώβριο 1821 πρόσφυγες από την Ιθάκη στην Τεργέστη.
Τα θιακο-κεφαλονίτικα
πλοία βοήθησαν επίσης την ηρωική πόλη του Μεσολογγιού στον ανεφοδιασμό της.
Κατά τη δεύτερη πολιορκία (χειμώνας 1825) αρκετά σκάφη κινούνταν τη νύχτα από
τους μικρούς κολπίσκους της Ιθάκης προς το Μεσολόγγι. Και όταν ο αποκλεισμός
της πόλης από τους Τούρκους έγινε αυστηρότερος, ο ανεφοδιασμός συνεχιζόταν με
τις μεσολογγίτικες «πάσσαρες» (ρηχά σκάφη) από τα ρηχά μέρη.
Στις
30 Νοεμβρίου 1825, ο Σαχτούρης βρίσκεται κοντά στη Ζάκυνθο, όπου ο Ιθακήσιος
καπετάν Κυριάκος Παξινός με τη σκούνα του τον πλησίασε και του έδωσε
εκατοντάδες μπάλες κανονιών. Στις 27 Μαρτίου 1826 πάλι κοντά στη Ζάκυνθο το
θιακό μπρίκι του καπετάν Σπύρου Πεταλά-Σταθάτου κατευθύνεται προς τη Μάνη, ενώ
στις 30 του ίδιου μήνα ο καραβοκύρης μιας θιακιάς μπρατσέρας έδειξε στον
Σαχτούρη πώς να περάσει στο Μεσολόγγι ζωοτροφές τη νύχτα μέσα από κρυφό στενό
πέρασμα. Αυτή η μπρατσέρα, που ερχόταν από τον Πεταλά άφησε εφόδια, για να τα
πάρουν προφανώς οι «πάσσαρες» του Μεσολογγιού από τα ρηχά περάσματα, που μόνο
αυτές γνώριζαν. Και τούτο δώδεκα μέρες μόνο πριν από την ηρωική έξοδο των
Μεσολογγιτών.
Δε
θα ήταν, λοιπόν, υπερβολή, αν λέγαμε ότι χάρη σε αυτές τις ριψοκίνδυνες
επιχειρήσεις των Θιακο-Κεφαλονιτών παρατάθηκε για αρκετό διάστημα η άμυνα του
Μεσολογγιού. Δε θα μάθουμε ίσως ποτέ τίποτε για τους ταπεινούς αλλά ηρωικούς
εκείνους ναυτικούς, που με τα μικρά τους σκάφη διακινδύνευαν τη ζωή τους, με
αντίξοες καιρικές συνθήκες, ταξιδεύοντας μόνο νύχτα, για να αποφύγουν τους
Τούρκους που παραμόνευαν παντού. Για να φτάσουν στον προορισμό τους και να
παραδώσουν τα πολύτιμα εφόδια, που τόσο χρειάζονταν οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι»,
έπαιζαν με το θάνατο καθώς και με την καταστροφή της περιουσίας τους.
Ωστόσο,
θα πρέπει να σημειώσουμε ότι υπήρξαν και εκείνοι, που δε βοήθησαν τους
αγωνιζόμενους Έλληνες. Αντίθετα, κερδοσκοπούσαν, εφοδιάζοντας μόνο τους
Τούρκους, όταν μάλιστα οι τελευταίοι αποκλείονταν στα κάστρα από τους
επαναστάτες. Τότε οι Τούρκοι ήταν αναγκασμένοι να πληρώνουν τεράστια ποσά για
τον ανεφοδιασμό τους. Και βρίσκονταν Θιακο-Κεφαλονίτες πλοιοκτήτες, οι οποίοι
έπλεαν ανάμεσα στα λιμάνια του Κορινθιακού και της Δυτικής Ελλάδας με αγγλική ή
ιονική σημαία, εφοδιάζοντας τους Τούρκους.
Ανασύραμε
από τη λήθη πρόσωπα κοντινά μας, μορφές δικών μας προγόνων, που επάξια
εκπροσώπησαν το νησί της Ιθάκης στην Ελληνική Επανάσταση. Καταγράψαμε πράξεις
και γεγονότα, που προκαλούν τις χορδές της ιστορικής μας μνήμης και συνείδησης.
Τα
όσα πρόσωπα και γεγονότα αναφέραμε σηματοδοτούν το εύρος της ιθακήσιας
παρουσίας και συμμετοχής στο μεγαλειώδη εθνεγερτικό Αγώνα του 1821. Βέβαια,
είναι ανάγκη επιτακτική να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί η έρευνα γι’ αυτήν τη
σημαντικότατη περίοδο της τοπικής μας ιστορίας. Είναι πεποίθησή μας πως κι άλλα
εξίσου ή και περισσότερο αξιόλογα στοιχεία θα έρθουν στο φως.
Εξάλλου,
πρέπει κάποτε να αναγνωριστεί στους Ιθακήσιους, όπως και στους Κεφαλονίτες και
τους Ζακυνθινούς, ο αποφασιστικός ρόλος τους στην Ελληνική Επανάσταση.
Ευρισκόμενοι κάτω από το ανελεύθερο και μισελληνικό καθεστώς της Βρετανικής
Προστασίας, δεν έχασαν την ελληνική θεώρηση των πραγμάτων. Άλλωστε, ήταν
πεπεισμένοι ότι θα καταστούν τα Επτάνησα ελεύθερα, εφόσον υπάρξει ελεύθερη Ελλάδα.
Η συμμετοχή τους στον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα, οι προσφορές και οι θυσίες
τους περικλείουν αδιαμφισβήτητα και το πρώτο σπέρμα του ενωτικού αγώνα, που
ξεκινάει από τα νησιά μας – και δεν είναι τυχαίο αυτό – το 1830, αμέσως δηλαδή
μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου νεοελληνικού κράτους. Ο Ιθακήσιος ριζοσπάστης
Τηλέμαχος Παΐζης θα συνεχίσει τον αγώνα των προγόνων του, του Βασίλειου
Καραβία, του Σπυρίδωνα Δρακούλη, του Διονύσιου Ευμορφόπουλου και τόσων άλλων,
για να κλείσει ο κύκλος αυτού του Αγώνα το 1864 με την ένταξη της Ιθάκης και
των υπόλοιπων Ιόνιων Νησιών στον ελληνικό εθνικό κορμό.
--Ευμορφόπουλος Διον., Απομνημονεύματα, στο Απομνημονεύματα Αγωνιστών του 21,
(επιμέλ. Εμμαν. Πρωτοψάλτης), τόμ. 20, Αθήναι 1957.
--Καραβίας Ιπποκράτης, «Περί
των προ της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 Ιθακησίων λογίων», Πρακτικά Β΄ Πανιονίου
Συνεδρίου (1938), στα Κερκυραϊκά Χρονικά,
τόμ. ΙΓ΄(1967), σσ. 215-224.--Κόκκινος Διονύσιος, Ελληνική Επανάστασις, τόμοι Α΄, Β΄, Αθήναι 1956.
--Κορδάτος Γιάννης, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, τόμοι Β΄, Γ΄, Αθήνα 1957.
--Λεκατσάς Αθανάσιος, Η Ιθάκη, τόμ. Γ΄, έκδοση «Φήμιος» Δημοτικές Πολιτιστικές Εκδηλώσεις Ιθάκης, Αθήνα 1999.
--Λουκάτος Σπύρος, «Προσπάθειαι Ελληνο-Συρολιβανικής συμμαχίας κατά των Τούρκων κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν», Μνημοσύνη, τόμ. 3 (1971), σσ. 328-394.
--Λουκάτος Σπύρος, «Κεφαλονίτες και Θιακοί μαχητικοί πρωτοπόροι καατά την Επανάσταση στη Μολδοβλαχία», Κεφαλληνιακά Χρονικά, τόμ. 1 (1976), σσ. 51-63.
--Λουκάτος Σπύρος, «Επτανησιακά σώματα και η δράσις των κατά τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας», Μνημοσύνη, τόμ. 4 (1973), σσ. 61-85.
--Λουκάτος Σπύρος, «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης στην Κεφαλονιά και στην Ιθάκη - Οκτώβρης – Δεκέμβρης 1823», Κυμοθόη, τχ. 14-15 (2005), σσ. 7-24.
--Μεταξάς Κωνσταντίνος, Ιστορικά Απομνημονεύματα εκ της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήναι 1878.
--Μοσχόπουλος Γεώργιος, Ιστορία της Κεφαλονιάς, τόμ. 2, Αθήνα 1988.
--Μωραϊτίνης – Πατριαρχέας Ελευθέριος, Νικόλαος Γαλάτης ο Φιλικός, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2002
--Τζουγανάτος Νικόλαος, «Η συμβολή των Κεφαλλήνων στην ανάπτυξη της Φιλικής Εταιρείας», Κεφαλληνιακά Χρονικά, τόμ. 4 (1982), σσ. 236-265.
--Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α΄, Αθήναι 1888.
--Φιλήμων Ιωάννης, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας, εν Ναυπλία 1834.
--Φιλήμων Ιωάννης, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμοι Α΄, Β΄, Αθήναι 1859.
--Χιώτης Παναγιώτης, Ιστορία του Ιονίου Κράτους, τόμ. Α΄, Ζάκυνθος 1874.
Πέτρος Πετράτος
Καλημέρα,
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω αναρτήσει το www.vouleftes-kerkyras.com
Η αρχική μου σκέψη ήταν να εστιάσω μόνο στους Κερκυραίους βουλευτές της Ιονίου Βουλής, όπως ο τίτλος της έρευνάς μου ενδεχομένως προϊδεάζει. Θα ήταν εντούτοις άδικο να προσπεράσω τα ιστορικά γεγονότα, με οποιαδήποτε έστω και σοβαρή δικαιολογία. Με την έννοια αυτή, μαζί με τους Κερκυραίους βουλευτές, παρουσιάζω και άλλους Επτανήσιους βουλευτές που ήταν πρωταγωνιστές του μείζονος θέματος της Ένωσης.
Ζητώ να μου δώσετε -αν έχετε- στοιχεία,πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό, για Κεφαλονίτες και Ιθακήσιους βουλευτές και γερουσιαστές της Ιονίου Βουλής. Αν δεν έχετε κάποιες πληροφορίες, ζητώ να με φέρετε σε επικοινωνία με αρμόδιους φορείς του Νομού.
Δημήτρης Ρεπούλιος
Ιστορικός Ερευνητής
Τηλ: 6977071000
repoulios@gmail.com