Δημοσιεύτηκε στην κερκυταϊκή εφημερίδα Ενημέρωση, 29-11-2009
Ο Ευάγγελος Τσιμαράτος γεννήθηκε στο Ληξούρι
της Κεφαλονιάς το 1874 και πέθανε στην Αθήνα το 1954. Μετά τις εγκύκλιες
σπουδές του στο Ληξούρι, φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Υπηρέτησε ως
φιλόλογος σε διάφορα σχολεία της Κεφαλονιάς, κυρίως στο Ελληνικό Σχολείο και το
Πετρίτσειο Γυμνάσιο του Ληξουριού, ενώ μετά τη συνταξιοδότησή του εργάστηκε για
μια περίπου δεκαετία στην ιδιωτική Ιόνιο Σχολή της Αθήνας.
Ως εκπαιδευτικός λειτουργός διακρινόταν
για τρεις βασικές αρετές, που καταξιώνουν την έννοια του λειτουργήματος:
διέθετε πλούσια επιστημονική γνώση και κατάρτιση, διακρινόταν για το λαμπρό
παιδαγωγικό του ήθος και ξεχώριζε για την προσήλωσή του στο καθήκον. Υποστήριζε
πως το σχολείο πρέπει να μορφώνει ουσιαστικά και να καλλιεργεί ηθικά το νέο
άνθρωπο. Επέμενε στην αναγκαιότητα της μόρφωσης των κοριτσιών και θεωρούσε
απαραίτητη τη συνεργασία εκπαιδευτικών και γονέων. Οι παιδαγωγικές του
αντιλήψεις ήταν γενικά επηρεασμένες από τη θεωρία του Ελβετού παιδαγωγού J. Pestalozzi.
Ως άνθρωπος καυτηρίαζε την
κοινωνική αδικία, πίστευε στην αξία του κάθε ανθρώπου και ήταν υπέρμαχος της
ειρήνης. Υποστήριζε ότι η μόρφωση και η εκπαίδευση μπορούν και οφείλουν να
συμβάλουν στην αλληλογνωριμία των λαών και στη ελαχιστοποίηση των πολεμικών
εντάσεων. Παραταύτα, στο πολιτικό επίπεδο εξέφραζε συντηρητικές απόψεις, χωρίς
ωστόσο να του αμφισβητεί κανείς την αγνότητα των προθέσεών του. Ως Έλληνας πολίτης ενστερνιζόταν την ιδεολογία
της Μεγάλης Ιδέας, η οποία άλλωστε κυριαρχούσε τότε στη νεοελληνική κοινωνία.
Με κάθε ευκαιρία εκδήλωνε την αγάπη του στην πατρίδα και υπογράμμιζε τη σημασία
του υψηλού εθνικού φρονήματος. Παράλληλα, διακήρυττε τη σημασία της
θρησκευτικής πίστης για τον άνθρωπο και μάλιστα της ορθόδοξης πίστης.
Ως μελετητής και συγγραφέας
κινήθηκε ελεύθερα και υπεύθυνα, έδειξε τόλμη και αντισυμβατικότητα και
διατύπωσε με σαφήνεια ρηξικέλευθες απόψεις σε επιστημονικά (ιστορικά,
παιδαγωγικά, γλωσσολογικά κ.λπ.) θέματα. Υπερασπιζόταν την ελευθερία του λόγου
και της σκέψης, πίστευε στην αξία του ειλικρινούς επιστημονικού διαλόγου. Η
πνευματική του οξυδέρκεια και η ερευνητική του ανησυχία τον οδήγησαν σε
καινοτόμα συμπεράσματα. Τον απασχόλησαν ποικίλα θέματα, γεγονός που αποδεικνύει
την ευρύτητα των γνώσεών του. Πολυγραφότατος ο ίδιος, μας άφησε κείμενα,
γραμμένα σε γλαφυρή καθαρεύουσα, που
χαρακτηρίζονται από εκφραστικό πλούτο, ακριβολογία και κομψότητα ύφους.
Το συγγραφικό του έργο
Η πλούσια αρχαιογνωσία του, οι
ιστορικές του γνώσεις, η γερή γενικότερα φιλολογική του υποδομή, η θεολογική
του κατάρτιση, οι ψυχολογικές και παιδαγωγικές του γνώσεις και η γλωσσομάθειά
του υπήρξαν τα απαραίτητα εφόδια που επέτρεψαν στον Τσιμαράτο να ξανοιχτεί στη
θάλασσα της έρευνας, της μελέτης και της συγγραφής.
Συνέγραψε ιστορικές μονογραφίες,
ομηρικές μελέτες, γλωσσολογικά άρθρα, φιλολογικά δοκίμια και άλλα κείμενα, τα
οποία όμως στο μεγαλύτερο σύνολό τους δεν κατόρθωσε, όσο ζούσε, να δημοσιεύσει. Βέβαια, έχουν εκδοθεί δυο
φυλλάδια (το 1913 και το 1934) με ομιλίες του σε επετείους, σχολικές γιορτές
κ.λ.π. Κάποια κείμενά του (άρθρα του κυρίως για την ομηρική Ιθάκη) έχουν
δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, καθώς και η σημαντική
μονογραφία του Ιστορία της Κεφαλληνίας
(σε συνέχειες σε περιοδικό των Κεφαλονιτών της Νέας Υόρκης, 1928-1934). Το 1998
(και σε δεύτερη έκδοση το 2001) εκδόθηκε από την οικογένειά του, με πρωτοβουλία
της κόρης του κ. Ουρανίας Τσιμαράτου Μαντά, η μελέτη του Ποία η ομηρική Ιθάκη.
Εκτός από τα παραπάνω, από το
υπόλοιπο συγγραφικό του έργο –όσο διασώθηκε σε χειρόγραφη μορφή – αναφέρουμε
τις εξής σπουδαίες μελέτες του: Βιογραφία
Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου, Θρησκευτική
Ιστορία της Κεφαλληνίας (όχι ολοκληρωμένη), Αρχαιολογικαί σημειώσεις, Ετυμολογικά Σημειώματα (τοπωνύμια, εθνικά
και προσηγορικά ονόματα). Σημειώνουμε επίσης δυο αξιόλογες ποιητικές του
δημιουργίες: Οδύσσεια. Έμμετρος
δραματοποίησις εν περιληπτική παραφράσει εκ της ομηρικής διαλέκτου εις την
νεωτέραν ελληνικήν γλώσσαν (έχει διασωθεί σε τρία σχεδιάσματα – το Γ΄
σχεδίασμα: 4 πράξεις, 336 τετράστιχες στροφές), Έμμετρος παράφρασις του Α της Ιλιάδος (σε έξι σχεδιάσματα- το Ε΄ σχεδίασμα: 232
πεντάστιχες στροφές).
Τσιμαράτος: Ομηρική Ιθάκη είναι
η Κεφαλονιά
Από τα φοιτητικά του χρόνια και
για μια μεγάλη χρονική περίοδο στη συνέχεια ο Τσιμαράτος ασχολήθηκε με το
ζήτημα του εντοπισμού της ομηρικής Ιθάκης. Ήταν τότε στην επικαιρότητα το θέμα
αυτό με την ανακάλυψη νέων αρχαιολογικών ευρημάτων και τη διατύπωση νέων
θεωριών: ανασκαφές στην Ιθάκη, τη Λευκάδα (με τον W.
Dörpfeld) και την Κεφαλονιά (με τον Α. Ε. Η. Goekoop), έκδοση βιβλίων και
συγγραφή σχετικών μελετών αλλά και έντονη αντιπαράθεση στον τοπικό τύπο.
Ο Τσιμαράτος μελέτησε καλά τα
ομηρικά κείμενα, εξέτασε πληθώρα φιλολογικών, ιστορικών, γεωγραφικών και
γεωλογικών συγγραμμάτων, αξιοποίησε γλωσσικά-ετυμολογικά στοιχεία. Και αφού
πήρε υπόψη του τις αρχαίες πηγές και τις νεότερες θεωρίες, διατύπωσε τη δική
του άποψη-θεωρία με σοβαρότητα αλλά και μετριοπάθεια. Ο ίδιος υποστήριζε ότι με
τη θεωρία του έρχεται να ανασκευάσει προηγούμενες παρερμηνείες και να
διευκρινίσει αμφισβητούμενες πλευρές, να συμπληρώσει προγενέστερα κενά
παλαιότερων ερευνητών και να προσθέσει
νέα, πρωτότυπα στοιχεία στο όλο ζήτημα, παραμένοντας ωστόσο και ο ίδιος
ανοικτός σε κρίσεις και επικρίσεις: «Πας τις έχει το δικαίωμα του κρίνειν
και επικρίνειν […], αλλ’ ουχί και του ήττω λόγω κρείττω ποιείν. Των
προγενεστέρων ημών τας πλάνας προσπαθούμεν ν’ αναιρέσωμεν και ημών οι
μεταγενέστεροι θα διορθώσωσι τα λάθη. Αποβαίνει, δηλαδή, διαδοχικώς κατήγορος
και κατηγορούμενος, κρίνων και κρινόμενος πας της επιστήμης θεράπων και της
αληθείας ερευνητής».
Ο Τσιμαράτος ξεκίνησε με τη
διαπίστωση ότι σήμερα στο κεντρικό Ιόνιο υπάρχουν 3 νησιά, η Κεφαλονιά, η Ιθάκη
και η Ζάκυνθος, ενώ στο ομηρικό κείμενο γίνεται λόγος για 4, την Ιθάκη, τη
Σάμη, τη Ζάκυνθο και το Δουλίχιο. Με το δεδομένο ότι δεν έχει αναφερθεί, από
την αρχαία εποχή μέχρι σήμερα, κάποια εξαφάνιση νησιού στο συγκεκριμένο
νησιωτικό χώρο, προβληματίστηκε για το τέταρτο νησί. Βασίστηκε λοιπόν σε μια
σπουδαία πληροφορία του αρχαίου γεωγράφου Στράβωνα (65 π.Χ. – 24 μ. Χ.) για την
Κεφαλονιά, την οποία δεν είχε προσέξει ιδιαίτερα κανένας ομηριστής.
Πρόκειται για την ύπαρξη χαμηλού
και στενού ισθμού στο μέρος που σήμερα ενώνεται η χερσόνησος της Παλικής με τον
υπόλοιπο κορμό της Κεφαλονιάς. Αν εκείνος ο ισθμός, ισχυρίζεται ο Τσιμαράτος,
ήταν στα χρόνια του Στράβωνα στενός και χαμηλός, στη μυκηναϊκή εποχή (1500
περίπου χρόνια πιο πίσω) θα ήταν ακόμη στενότερος και χαμηλότερος, ώστε στο
σημείο εκείνο να σχηματιζόταν πορθμός. Αν έτσι είχαν τα πράγματα, τότε η Παλική
χωριζόταν με θάλασσα από την υπόλοιπη Κεφαλονιά και επομένως η Παλική
συνιστούσε ξεχωριστό νησί εκείνα τα χρόνια, ενώ άλλο νησί ήταν η υπόλοιπη
Κεφαλονιά (οι σημερινές δηλαδή επαρχίες Κραναίας και Σάμης).
Με βάση τα στοιχεία που
συγκέντρωσε, ο Τσιμαράτος προχώρησε στη διατύπωση της αρκετά πρωτότυπης θεωρίας
του: η σημερινή Ζάκυνθος ήταν η ομηρική, η σημερινή Ιθάκη ήταν το ομηρικό
Δουλίχιο, η σημερινή Παλική ήταν η ομηρική Σάμη και ο κύριος κορμός της
Κεφαλονιάς (οι επαρχίες Κραναίας και Σάμης) με το σπουδαίο όρος του Αίνου (το
ομηρικό Νήριτο) ήταν η ομηρική Ιθάκη. Την έδρα μάλιστα του οδυσσειακού
βασιλείου την τοποθετούσε στην περιοχή του σημερινού Κάστρου του Αγίου Γεωργίου
στη Λιβαθώ της Κραναίας. Ένα επιπλέον επιχείρημα του Τσιμαράτου υπέρ της
Κεφαλονιάς ως ομηρικής Ιθάκης είναι η πληροφορία της Άννας της Κομνηνής (12ος
αιώνας μ. Χ.), σύμφωνα με την οποία η ξηρά που φαινόταν απέναντι από το
ακρωτήριο του Αθέρα Παλικής, η σημερινή δηλαδή Πύλαρος και Έρισος της βόρειας
Κεφαλονιάς, ήταν τμήμα μιας ευρύτερης περιοχής που ονομαζόταν, τότε, Ιθάκη.
Πρέπει να διευκρινιστεί ότι με
ποικίλα στοιχεία και ισχυρά επιχειρήματα ο Τσιμαράτος δεν δεχόταν τη σημερινή
Ιθάκη ως ομηρική. Αντίθετα, την ταύτιζε με το Δουλίχιο. Όταν μάλιστα αυτός ο
Κεφαλονίτης μελετητής έγραφε τη μελέτη του για την ομηρική Ιθάκη, δεν γνώριζε
ότι κάποιοι Ευρωπαίοι χαρτογράφοι του 17ου και 18ου αιώνα συμφωνούσαν μαζί
του στην ομηρική ονομασία της σημερινής Ιθάκης, καθώς σε αρκετούς χάρτες
εκείνης της εποχής το σημερινό νησί της Ιθάκης αναγράφεται ως Δουλίχιο. Η
οικογένεια Τσιμαράτου με πρωτοβουλία της κόρης του κ. Ουρανίας Τσιμαράτου Μαντά
έχει αγοράσει και προσφέρει στο Δήμο Παλικής, απ’ όπου καταγόταν ο Τσιμαράτος
(έδρα το Ληξούρι, όπου δίδαξε για αρκετές δεκαετίες), 4 σπάνιους χάρτες, όπου
αναφέρεται η Ιθάκη ως Δουλίχιο. Πρόκειται για χάρτες των χαρτογράφων Price, T. C. Lotter,
Guillaume de l’ Isle και J. C. Weigel.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθούν δύο
σύγχρονες «παρενέργειες» της θεωρίας
Τσιμαράτου. 1) Το 2005 ο Άγγλος ερευνητής Robert Bittlestone, παίρνοντας υπόψη
του την «ανακάλυψη» του Τσιμαράτου σχετικά με την πληροφορία του Στράβωνα,
διατύπωσε τη θεωρία ότι η χερσόνησος της Παλικής, νησί στα χρόνια εκείνα, ήταν
η ομηρική Ιθάκη στο βιβλίο του Odysseus Unbound. The Search for Homer’s Ithaca. (Bλ. την ελληνική έκδοση Οδυσσέας Λυόμενος. Η αναζήτηση της Ομηρικής
Ιθάκης, σε μετάφραση Ηλία Τουμασάτου, εκδ. Πολύτροπον, Αθήνα 2007). 2)
Εντελώς πρόσφατα, το 2008, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Γερμανού καθηγητή Heinz Warnecke Homers Wilder Westen.
Die Historich-Geographische Wiederburt der Odzssee, όπου ο συγγραφέας του
τοποθετεί την ομηρική Ιθάκη στην περιοχή
της Κραναίας της Κεφαλονιάς και την έδρα του οδυσσειακού βασιλείου στο Κάστρο
του Αγίου Γεωργίου στη Λιβαθώ- όπου δηλαδή την είχε τοποθετήσει ο Τσιμαράτος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου