Δημοσιεύτηκε στην κερκυραϊκή εφημερίδα Ενημέρωση, 23-8-2009
Τα πρόσφατα στοιχεία της ιστορικής
έρευνας
Το βιβλίο του Letterio Augliera Βιβλία – Πολιτική – Θρησκεία στην Ανατολή
τον 17ο αιώνα. Το τυπογραφείο του Νικόδημου Μεταξά πρώτου εκδότη
ελληνικών κειμένων στην ορθόδοξη Ανατολή αποτελεί σημαντικότατη συμβολή
στην έρευνα της διαπλοκής πολιτικής και θρησκείας μέσω των εκδοτικών
δραστηριοτήτων κατά το 17ο αιώνα στην ορθόδοξη Ανατολή. Ιδιαίτερα
παρουσιάζει τη δράση του Νικόδημου Μεταξά (1585-1646) και τις πρωτοβουλίες του
για τη λειτουργία τυπογραφείου στην Κεφαλονιά αλλά και στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης με την κάλυψη του πατριάρχη
Κύριλλου Λούκαρι. Το βιβλίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Στάθη Μπίρταχα
και εκδόθηκε με την επιστημονική επιμέλεια του Νίκου Μοσχονά από την Τοπική
Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Κεφαλονιάς και Ιθάκης μετά από εισήγηση-πρόταση του
Γεράσιμου Σταματάτου και του, μακαρίτη πια,
Γεράσιμου Αποστολάτου.
Για τη συγκεκριμένη αναφορά του
βιβλίου στο τυπογραφείο του Ν. Μεταξά στην Κεφαλονιά έγραψε στο φύλλο 1191 της
«Ενημέρωσης», 5-7-2009, ο Γιώργος
Ζούμπος: Μέσα στο χρονικό διάστημα 1626-1627, με πρωτοβουλία ενός άξιου
Κεφαλονίτη ιερωμένου, του Νικόδημου Μεταξά,
ιδρύθηκε και λειτούργησε τυπογραφείο στην Κεφαλονιά, στο μοναστήρι του
Αγίου Γερασίμου, στα Ομαλά, το πρώτο στα Επτάνησα και γενικότερα στην ορθόδοξη Ανατολή. Με αυτή, λοιπόν, την ευκαιρία θα ήθελα στο
σημείωμά μου αυτό να αναφερθώ σ’ έναν εντονότατο - και όχι πάντοτε κομψό - διάλογο, που ανοίχτηκε από τις στήλες της
αθηναϊκής εφημερίδας Καθημερινή τον
Απρίλη του 1935 μεταξύ του Κεφαλονίτη φιλόλογου και ιστοριοδίφη Ευάγγελου
Τσιμαράτου και του δημοσιογράφου και ιστορικού ερευνητή Φάνη Μιχαλόπουλου γι’
αυτό ακριβώς το θέμα του τυπογραφείου.* Ας τον παρακολουθήσουμε.
Ευάγγελος Τσιμαράτος: Μικρό
τυπογραφείο στην Κεφαλονιά
Αφορμή στάθηκε επιστολή του Ευ.
Τσιμαράτου στην «Καθημερινή» της 8ης Απριλίου 1935, στη στήλη
«Φιλολογική σελίς της Καθημερινής», με τίτλο «Το πρώτον τυπογραφείον της
Επτανήσου 1620 εν Κεφαλληνία». Σε αυτήν
ο Κεφαλονίτης φιλόλογος υποστήριξε ότι ο μοναχός, τότε,
Νικόδημος Μεταξάς το 1620, αφού μετέφερε από το Λονδίνο «μικρόν
τυπογραφείον», το εγκατέστησε στο χωριό καταγωγής του, τις Κεραμιές, και
«ήρξατο λειτουργούν», όπου εξέδωσε «βιβλία χρήσιμα τω Ελληνισμώ», αν και δεν
είχε μακρά διάρκεια. Στη συνέχεια, προσκαλεσμένος του Λούκαρι, «τον Ιούνιον του
1627 έφθασεν εις Κων/πολιν μετά του τυπογραφείου του δι’ αγγλικού εμπορικού
πλοίου». Λόγω της καταστροφής του τυπογραφείου από το σουλτάνο, επέστρεψε στη
γενέτειρα ο Μεταξάς ως αρχιεπίσκοπος, τώρα, Κεφαλληνίας και Ζακύνθου το 1628
«παραλαβών την βιβλιοθήκην του και το προσφιλές του τυπογραφείον». (Δεν
αναφέρει τίποτε για την καταστροφή του πατριαρχικού τυπογραφείου, μετά από
κατασκευασμένες κατηγορίες των Ιησουϊτών, από την οθωμανική διοίκηση).
Επομένως, κατέληγε ο επιστολογράφος, «το πρώτον τυπογραφείον της Επτανήσου
ιδρύθη εν Κεφαλληνία περί το 1620 και το ιδρυθέν το 1797 εν Κερκύρα υπό των
Γάλλων δεν ήτο το πρώτον τυπογραφείον της Επτανήσου».
Φάνης Μιχαλόπουλος: Ποτέ δεν λειτούργησε τυπογραφείο στην Κεφαλονιά
Η απάντηση του Φ. Μιχαλόπουλου στο
ίδιο φύλλο της εφημερίδας ήταν καταπέλτης. Ανέτρεπε όλη την επιχειρηματολογία
του Ευ. Τσιμαράτου υποστηρίζοντας την ήδη επικρατούσα άποψη ότι δηλαδή το πρώτο
τυπογραφείο στα Επτάνησα ιδρύθηκε και λειτούργησε στην Κέρκυρα με τον ερχομό
των δημοκρατικών Γάλλων στο Ιόνιο το 1797. Για τον Μεταξά αναφέρει: «επιβάς [ο
Μεταξάς] εμπορικού αγγλικού πλοίου έφθασε [από το Λονδίνο] τον Ιούνιο του 1627
στην Κωνσταντινούπολι […] κι’ όχι από
την Κεφαλληνία». Μετά την καταστροφή του τυπογραφείου από τους Τούρκους και την
παύση της εκδοτικής δραστηριότητας του Πατριαρχείου, ο Μεταξάς ως
αρχιεπίσκοπος, τώρα, Κεφαλληνίας και Ζακύνθου επέστρεψε το 1828 στην Κεφαλονιά
παίρνοντας μαζί του «καθώς λέγεται […] και πολλά αντίτυπα των προπαγανδιστικών
φυλλαδίων, τη βιβλιοθήκη του και τα υπολείμματα του πιεστηρίου μέσα σε
κιβώτια».
Εκεί, όμως, το αρχοντολόϊ των δύο
νησιών κατηγόρησε το «νεωτεριστή και φιλελεύθερο αρχιεπίσκοπο» στη βενετική
Διοίκηση «ως προπαγανδίζοντα εναντίον του καθολικού κλήρου και πως έφερε
πιεστήριο στην Κεφαλλωνιά, χωρίς την άδεια της εξουσίας με σκοπό την έκδοση
βιβλίων προς ανατροπήν των καθεστώτων». Από την
ανακριτική διαδικασία που διατάχθηκε το 1634 (από παραδρομή προφανώς
έχει γραφτεί 1642) δεν προέκυψε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο κατά του Μεταξά,
γιατί, σύμφωνα με την «επίσημη έκθεση» που συντάχθηκε, «ούτε το πιεστήριο
λειτούργησε, ούτε κανένα βιβλίο τυπώθηκε σ’ αυτό». Στο μεταξύ όμως, ο ανακριτής
μαζί με στρατιώτες πήγαν στο κτίριο της
Επισκοπής, όπου «έσπασαν την πόρτα και πήραν τα κομμάτια του πιεστηρίου, τα
βιβλία και τα χειρόγραφα, [τα οποία είχε φέρει από την Κων/πολη ο Μεταξάς], και
τα έστειλαν στη Βενετία». Επομένως, κατέληγε ο Φ. Μιχαλόπουλος, κανένα
τυπογραφείο «δεν λειτούργησε στην Κεφαλονιά και για την έλλειψη αδείας και για
την έλλειψη στοιχείων και στοιχειοθετών» και άρα «το πρώτο τυπογραφείο της
Επτανήσου είνε εκείνο που σύστησαν οι Γάλλοι τα 1797».
Στην απάντησή του, μάλιστα, ο Φ. Μιχαλόπουλος υπήρξε αρκετά αυστηρός αλλά
και σκληρός απέναντι στον Ευ. Τσιμαράτο. Γράφει χαρακτηριστικά: «Αυτή είνε η
πραγματική ιστορία του πιεστηρίου εκείνου, που βγαίνει από τα επίσημα έγγραφα
κι’ όχι όπως την παρουσιάζει ο επιστολογράφος συγχέων πρόσωπα, πράγματα και
χρονολογίες και φανταζόμενος ολόκληρη επτάχρονη δράση τυπογραφείου (1620-1627).
Παρασυρμένος ίσως από στενή πατριωτική ματαιοδοξία δημιουργεί πράγματα
ανύπαρκτα, γιατί ούτε τυπογραφείο ιδρύθηκε τα 1620 στην Κεφαλονιά, ούτε κανένα
βιβλίο τυπώθηκε σ’ αυτό. Η ύπαρξη μερικών κατεστραμμένων κομματιών πιεστηρίου
δεν σημαίνει και την ύπαρξη τυπογραφείου. Απλή πρόθεση υπήρχε και καλή θέληση».
Ευ. Τσιμαράτος: Ευχαριστεί τον Μιχαλόπουλο που συμφωνεί μαζί του…
Και ο διάλογος συνεχίστηκε με νεότερη
επιστολή του Ευ. Τσιμαράτου, δημοσιευμένη στην ίδια εφημερίδα και την ίδια
στήλη στις 15 Απριλίου 1935. Από εδώ και πέρα ο διάλογος παίρνει έναν
«ιδιόμορφο» χαρακτήρα. Ας τον παρακολουθήσουμε προσεκτικά:
Ο Ευ. Τσιμαράτος διευκρινίζει ότι
ποτέ δεν έγραψε (και σωστά) ότι εκείνο το τυπογραφείον λειτούργησε στην
Κεφαλονιά για εφτά συνεχή χρόνια
(1620-1627), όπως του αποδίδει,
«παρερμηνεύων» τα γραφόμενά του, ο Φ. Μιχαλόπουλος.
Και συνεχίζει, παρερμηνεύοντας τώρα ο ίδιος τα γραφόμενα του Μιχαλόπουλου: «Το ότι όμως το τυπογραφείον εκείνο
ελειτούργησεν εν Κεφαλληνία περί το 1627 αποδεικνύεται εξ όσων παραθέτει» ο Φ.
Μιχαλόπουλος, ο οποίος, σύμφωνα πάντα με την «ανάγνωση» του Ευ. Τσιμαράτου,
«αναγράφων την επίσημον έκθεσιν της συντριβής του τυπογραφείου εκείνου εν
Κεφαλληνία υπό των Ενετών αναφέρει ότι οι Ενετοί “έσπασαν την πόρτα και πήραν
τα κομμάτια του πιεστηρίου, τα βιβλία και τα χειρόγραφα και τα έστειλαν στη
Βενετία”». Θυμίζουμε ότι η επίσημη έκθεση έκανε λόγο για «έφοδο» των Βενετών
στο κτίριο της Επισκοπής, της οποίας έσπασαν την πόρτα κ.λπ. Ο Ευ. Τσιμαράτος,
όμως, θεωρεί ότι «έσπασαν το τυπογραφείον [;], έλαβον τα θραύσματα ταύτα και τα
έστειλαν εις Ενετίαν, διότι δεν ηδύναντο να στείλουν ολόκληρον το τυπογραφείον
[!], και ότι μετά των θραυσμάτων τούτων έστειλαν εις Ενετίαν και βιβλία,
τυπωθέντα βεβαίως [έτσι το κατανοεί ο
Τσιμαράτος] εν τω τυπογραφείω εκείνω [;], διότι άλλως επερίττευον, καθώς και
χειρόγραφα έτοιμα ασφαλώς [ έτσι το κατανοεί ο Τσιμαράτος] προς εκτύπωσιν εν τω
τυπογραφείω εκείνω [;]». Επομένως, κατά τον Τσιμαράτο πάντα, «τα πρώτα βιβλία
και φυλλάδια, τα οποία ετυπώθησαν εν Επτανήσω και εν τη Ανατολή ολοκλήρω,
ετυπώθησαν υπό κεφαλληνιακού πιεστηρίου εν Κων/πόλει και Κεφαλληνία».
Παρ’ όλο που ο Μιχαλόπουλος στο απαντητικό προς τον
Τσιμαράτο κείμενό του τον εγκαλούσε για «σύγχυση», για «φαντασιοπληξία» και για
«πατριωτική ματαιοδοξία», ο τελευταίος στην παραπάνω επιστολή του από τη μια
δείχνει μια αξιοθαύμαστη μεγαλοψυχία απέναντι στον «κατήγορό» του και από την
άλλη τον εγκωμιάζει για τη «σαφήνεια» και την «ιστορική ακριβολογία» του! Σαν
να μην έχει συμβεί τίποτε… Διαβάστε, μάλιστα,
πώς ξεκινά την επιστολή του ο Τσιμαράτος: «Ευχαριστούμεν απείρως τον
αξιότιμον κ. Φάνην Μιχαλόπουλον, διότι είχε την ευγενή καλωσύνην και την
επιστημονικήν υπομονήν να επιβεβαιώση [!] όσα ημείς εν τη προηγουμένη ημών
επιστολή ανεγράφομεν και να μας διαγράψη μετ’ αξιεπαίνου λεπτολογίας την
τραγικήν ιστορίαν του πρώτου εκείνου τυπογραφείου ου μόνον της Επτανήσου αλλά
και της Ανατολής ολοκλήρου» - παρ’ όλο που ο Μιχαλόπουλος πουθενά στο κείμενό
του δεν αποδέχεται την ύπαρξη και λειτουργία τυπογραφείου στην Κεφαλονιά…
Φ.Μιχαλόπουλος: Μαέστρος της
διαστροφής ο Τσιμαράτος…
Ο Μιχαλόπουλος, φανερά εκνευρισμένος
με την «ακατανόητη» συμπεριφορά και τις «παράξενες» ερμηνείες του συνομιλητή
του, δίνει τη νέα απάντησή του στον Ευ.
Τσιμαράτο, δημοσιευμένη στο ίδιο φύλλο και την ίδια στήλη της
«Καθημερινής» (15 Απριλίου 1935). Ξεκινώντας,
αναφέρεται στον Τσιμαράτο, για τον οποίο σημειώνει ότι «ή δεν εννόησε ή
προσποιείται πως δεν κατάλαβε» όσα ο
ίδιος έγραψε στην προηγούμενη επιστολή του.
Επιμένει ο Φ. Μιχαλόπουλος για άλλη
μια φορά ότι αυτός πουθενά και ποτέ δεν υποστήριξε την άποψη ότι λειτούργησε
τυπογραφείο στην Κεφαλονιά εκείνη την περίοδο. Εξάλλου, και από την επίσημη
έκθεση της ανακριτικής διαδικασίας αλλά και από την απαλλακτική για τον Μεταξά απόφαση
«αποδεικνύεται πως ούτε το πιεστήριο που μετέφερε ο Μεταξάς στην Κεφαλλωνιά
λειτούργησε, ούτε βιβλία τυπώθηκαν σ’ αυτό. Γιατί αλλοιώς ο επίσκοπος θα καταδικαζόταν
σε βαρύτατη και μακροχρόνια ποινή».
Τα σχετικά με λειτουργία τυπογραφείου
στην Κεφαλονιά είναι, όπως ισχυρίζεται, «φανταστικά και παράλογα συμπεράσματα»
του Τσιμαράτου, καθώς «α) οι ανακριτικές αρχές δεν έσπασαν το πιεστήριο αλλά
την πόρτα του επισκοπίου κι’ ύστερα πήραν τα υπολείμματα του πιεστηρίου, που
’χε καταστραφεί προηγουμένως στην Κων/πολι από τους Γενιτσάρους και τα οποία
υπολείμματα παρέλαβεν ο ανακριτής, β) τα βιβλία που κατασχέθηκαν δεν ήσαν
βιβλία, που τυπώθηκαν στο πιεστήριο του Μεταξά στην Κεφαλλωνιά, όπως
οραματίζεται ο κ. Τσιμαράτος, αλλά “τα βιβλία της βιβλιοθήκης του επισκόπου,
για τα οποία υπήρχαν υποψίες μην περιέχουν έργα εναντίον του καθολικού κλήρου”,
γ) τα χειρόγραφα δεν ήσαν χειρόγραφα “έτοιμα προς εκτύπωσιν”, όπως φαντάζεται ο
επιστολογράφος, αλλά “χειρόγραφη λατινική μετάφραση του ελληνικού Συναξαριστή”
[…]».
Και συνεχίζει, σε άλλο σημείο της
επιστολής του, ο Μιχαλόπουλος: «Ο αναγνώστης μπορεί τώρα να κρίνη για την
εφευρετική φαντασία του επιστολογράφου [=Τσιμαράτου], που καλά και σώνει θέλει
να δημιουργήση τυπογραφείον στην Κεφαλλωνιά, άλλοτε τα 1620, σήμερα [με την
τελευταία δηλαδή επιστολή του] τα 1627 […] κι’ άλλοτε ποιος ξέρει πότε».
Άλλωστε, ο ίδιος ο υποστηρικτής του κεφαλονίτικου τυπογραφείου δεν έχει
παρουσιάσει, ακριβώς για να φανεί πειστικός,
κάποιο βιβλίο ή φυλλάδιο που να τυπώθηκε σε αυτό.
Επομένως, κατά τον Φ. Μιχαλόπουλο,
δεν ιδρύθηκε από τον Νικόδημο Μεταξά και δεν λειτούργησε τυπογραφείο στην
Κεφαλονιά το 1627. Αντίθετα, «το πρώτο τυπογραφείο της Κεφαλλωνιάς ιδρύθηκε
μόλις τα 1849 [επί Αγγλοκρατίας δηλαδή]
από τον Ηλία Ζερβό Ιακωβάτο», δύο περίπου αιώνες μετά από την επίμαχη περίοδο. Δεν θέλει, όμως,
να συνεχίσει το διάλογο για την τυπογραφία στα Επτάνησα, επειδή θεωρεί ότι «ο
κ. Τσιμαράτος είνε εντελώς απαράσκευος [!] για μια τέτοια επιστημονική
συζήτηση. Είνε μαέστρος της διαστροφής, όταν επιμένει υποστηρίζοντας πως εγώ
“επεβεβαίωσα όσα εκείνος ανέγραψε!” Δεν είμαστε καλά…».
Ευ. Τσιμαράτος: Να μη λησμονηθεί η προσπάθεια του Νικόδημου Μεταξά
Και ενώ έτσι, με τέτοιο πνεύμα και με
τέτοιο ύφος έκλεινε ο διάλογος Ευ. Τσιμαράτου – Φ. Μιχαλόπουλου, ο Κεφαλονίτης
φιλόλογος έστειλε και δημοσιεύθηκε νέα
επιστολή του στην «Καθημερινή» της 22ας Απριλίου 1935, στη στήλη «Επιστολαί»
(σ. 6), αναφερόμενος στο τυπογραφείο του ριζοσπάστη ηγέτη Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου
στην Κεφαλονιά. Αλλά πριν γράψει γι’ αυτό, επανέρχεται, στην αρχή της επιστολής
του, στο θέμα του κεφαλονίτικου τυπογραφείου του Μεταξά, είτε στην Κεφαλονιά είτε στην Κων/πολη, το
οποίο όμως δεν λειτούργησε για μακρύ διάστημα και έτσι απέτυχε να συμβάλει στην
αναγέννηση του ελληνισμού. Αυτή, ωστόσο, η «αποτυχία αποτελεί εν επί πλέον
ολοκαύτωμα εις τον βωμόν της πατρίδος και εις τον αγώνα του εκπολιτισμού της
Επτανήσου και της Ανατολής ολοκλήρου, και την οποίαν βεβαίως αυτοθυσίαν πρέπει
και το ελληνικό έθνος να γνωρίζη και η ιστορία να μη παραλείπη [..]».
Τελικά
• Αρκετά διαφωτιστική αυτή η πρώιμη συζήτηση για το πρώτο
τυπογραφείο στην Κεφαλονιά. Οι «συνομιλητές» αξιοποίησαν κατά το διάλογό τους
όλη τη μέχρι τότε βιβλιογραφία.
• Παρά τη στέρεη – στέρεη ως ένα
βαθμό - επιχειρηματολογία του
Μιχαλόπουλου, η έρευνα δικαίωσε τον Τσιμαράτο: το πρώτο τυπογραφείο στα
Επτάνησα ήταν εκείνο που ο Νικόδημος Μεταξάς ίδρυσε και για λίγο λειτούργησε
στην Κεφαλονιά – όχι στις Κεραμιές, τη γενέτειρα του ιεράρχη, όπως στην πρώτη
επιστολή του ισχυρίστηκε ο Κεφαλονίτης φιλόλογος, αλλά στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου, στα Ομαλά, όπως έχει αποδείξει η αρχειακή
έρευνα. Συγκεκριμένα, ο τελευταίος λόγος της επιστημονικής έρευνας έχει
διατυπωθεί από τον Letterio Augliera
στο βιβλίο του, που στη αρχή αυτού του κειμένου σημειώσαμε:
-- Ο Νικόδημος Μεταξάς, μετά την
επιστροφή του από το Λονδίνο και πριν μεταβεί στην Κων/πολη, κοντά στον πατριάρχη
Κύριλλο Λούκαρι, εγκατέστησε, χωρίς φυσικά την άδεια των βενετικών αρχών,
τυπογραφείο στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου, σ’ ένα δηλαδή χώρο αρκετά
απομακρυσμένο από το διοικητικό κέντρο του νησιού και «υπεράνω πάσης υποψίας»
για παράνομες δραστηριότητες.
-- Εκεί λειτούργησε τέσσερις
περίπου μήνες – από τα τέλη του 1626 μέχρι το πρώτο μισό του 1627 – με
τυπογράφο ένα Γερμανό τεχνίτη, που είχε φέρει μαζί του ο Μεταξάς, βοηθούμενο
από έμπιστο καλόγερο του μοναστηριού.
-- Έξι βιβλία εντόπισε η έρευνα
του Augliera ότι τυπώθηκαν
στο τυπογραφείο εκείνο. (Να, η απόδειξη,
που ζητούσε ο Φ. Μιχαλόπουλος, για να πιστοποιηθεί η ύπαρξη και
λειτουργία τυπογραφείου στην Κεφαλονιά εκείνη την περίοδο).
-- Η επιτόπια ανακριτική έρευνα
στο χώρο της Επισκοπής στα Μεταξάτα έφερε στο φως έντυπο υλικό και τυπογραφικό
εξοπλισμό - σε αυτά αναφέρθηκαν οι Μιχαλόπουλος και Τσιμαράτος – οι Βενετοί
όμως δικαστές απάλλαξαν τον Μεταξά από τις κατηγορίες της παράνομης εισαγωγής
τυπογραφικού πιεστηρίου στα βενετικά εδάφη και της εκτύπωσης και διακίνησης
«ανάρμοστων» βιβλίων.
• Επομένως, για να επανέλθουμε
στο θέμα του διαλόγου Τσιμαράτου – Μιχαλόπουλου, καταλήγοντας υπογραμμίζουμε
ότι, όπως υποστήριξε τον Απρίλιο του 1935 ο Κεφαλονίτης Ευ. Τσιμαράτος, «το
πρώτον τυπογραφείον της Επτανήσου ιδρύθη εν Κεφαλληνία» κατά τη χρονική περίοδο
1626-1627, ενώ μετά από 170 χρόνια ιδρύθηκε και λειτούργησε το δεύτερο της
Επτανήσου τυπογραφείο, εκείνο στην Κέρκυρα το 1797 με τον ερχομό των
δημοκρατικών Γάλλων στον ιόνιο χώρο.
*Ευχαριστώ
και από τη θέση αυτή τον δημοσιογράφο και ερευνητή κ. Μιχάλη Κατσίγερα, που
είχε την καλοσύνη να μου στείλει σε φωτοτυπία τις σελίδες της «Καθημερινής»
με τις σχετικές επιστολές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου