Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ: ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΝΙΚΗ - ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟ ΚΙΝΗΜΑ




Πανηγυρικός - Εκφωνήθηκε στις 9 Μαΐου 2014, 
Ημέρα της Αντιφασιστικής Νίκης - Φάρσα.
 
          Οι επέτειοι δεν έχουν μοναδικό σκοπό να μας θυμίσουν το ιστορικό γεγονός. Οι επέτειοι δεν καθιερώθηκαν απλά και μόνο για την ανάκτηση της μνήμης. Καθιερώθηκαν κυρίως, για να αποτελέσουν αφορμές αναστοχασμού, ευκαιρίες κριτικής και αυτοκριτικής, πηγές άντλησης συμπερασμάτων και διδαγμάτων.
          9 Μαΐου, λοιπόν, σήμερα. 69 χρόνια  από εκείνη τη μαγιάτικη μέρα του 1945, που η χιτλερική Γερμανία κατέθετε τα όπλα και υπέγραφε την «άνευ όρων» παράδοσή της, αναγνωρίζοντας την ήττα της. 69 χρόνια από τότε που τερματίστηκε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πιο καταστροφικός από όσους γνώρισε μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα. 69 χρόνια από τότε που κατακυρώθηκε η αντιφασιστική νίκη των λαών. Αυτό γιορτάζουμε σήμερα, τη νίκη των λαών εναντίον του φασισμού, τη νίκη του ανθρώπινου πολιτισμού εναντίον της ναζιστικής βαρβαρότητας, τη νίκη της προόδου εναντίον της αντίδρασης.
          Ο φασισμός συνιστά μια κοσμοαντίληψη, που εχθρεύεται συγχρόνως και την αστική και τη σοσιαλιστική θεωρία, εναντιώνεται απροκάλυπτα εναντίον των αστικών και των σοσιαλιστικών/κομμουνιστικών καθεστώτων, παρασύροντας τα πλήθη με ακραία εθνικιστικά και «αντικαπιταλιστικά» συνθήματα. Επιπλέον, ο ίδιος ο Μουσολίνι υποστήριζε ότι «πριν απ’ όλα ο φασισμός […] δεν πιστεύει ούτε στη δυνατότητα ούτε στη χρησιμότητα της αιώνιας ειρήνης».
          Ο ναζισμός έχει παραπλήσια φασιστική ιδεολογία, επιμένοντας ιδιαίτερα στη ρατσιστική διάσταση με την καθαρότητα της φυλής. Έγραφε στο πρόγραμμά του το ναζιστικό κόμμα: «Όποιος δεν είναι Γερμανός, δεν μπορεί να ζήσει στη Γερμανία παρά ως ξένος […] Απαιτούμε όλες οι δημόσιες υπηρεσίες να επανδρώνονται από Γερμανούς πολίτες. […] Αν δεν είναι δυνατόν να τραφεί όλος ο [γερμανικός] λαός, τότε όλοι οι ξένοι πρέπει να διωχτούν από τη Γερμανία». Κάτι μας θυμίζει αυτό από τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα…
          Ωστόσο, και οι δύο αυτές εκφάνσεις του ολοκληρωτισμού υποστηρίχθηκαν για την εδραίωσή τους από βιομηχανικούς κύκλους, οι οποίοι γοητεύτηκαν από τον επιθετικό εθνικισμό τους αλλά και καθησυχάζονταν από την υποσχόμενη δίωξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο Μουσολίνι στην Ιταλία είχε επιπλέον τη στήριξη των γαιοκτημόνων του νότου αλλά και της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία αντιπαθούσε τις μαρξιστικές υλιστικές θεωρίες. Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι η φασιστική ιδεολογία ξεπηδά μέσα από το αστικό/καπιταλιστικό σύστημα, του οποίου συνιστά την πιο ακραία μορφή. Για να φτάσει, όμως, το αστικό σύστημα να προωθήσει και να στηρίξει φασιστικά καθεστώτα, σημαίνει ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία αδυνατεί πλέον να προασπίζεται τα συμφέροντα των εχόντων και κατεχόντων και ο οικονομικός φιλελευθερισμός διέρχεται κρίση. Σημαίνει, με άλλα λόγια, ότι το λαϊκό κίνημα έχει γίνει αρκετά διεκδικητικό και απαιτεί σοβαρές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Κινδυνεύει, δηλαδή, το κοινωνικό καθεστώς.
          Και τότε, λοιπόν, «παρουσιάζεται» ο φασισμός με τις διάφορες μορφές του και τις ποικίλες αποχρώσεις του, ακριβώς για να χρησιμοποιηθεί για τη συντριβή του λαϊκού κινήματος. Φυσικά, εκμεταλλεύεται αδυναμίες της πολιτικής διαχείρισης αλλά και αξιοποιεί οικονομικά αδιέξοδα και εθνικιστικές ψυχώσεις. Μπορεί να εμφανίζεται αρχικά ως μια «γραφική», θορυβώδικη περιθωριακή μειοψηφία, δε θα αργήσει όμως να γιγαντωθεί, όσο διατηρούνται στάσιμες οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Ας μην ξεχνάμε ότι από την εποχή που στη Γερμανία οι ναζιστές ήταν μια μικρή μειοψηφία μέχρι τη μέρα εγκαθίδρυσης του Γ΄ Ράϊχ μεσολάβησαν μόλις πέντε-έξι χρόνια. Ζούμε, νομίζω, κι εμείς σήμερα στην πατρίδα μας και στην Ευρώπη παρόμοια φαινόμενα….
          Για να γεννηθεί και να εδραιωθεί, βέβαια, ο φασισμός, απαιτούνται κάποιες υλικές προϋποθέσεις και αιτίες. Η Ιταλία από τη δεκαετία του 1920 κλυδωνιζόταν από κοινωνικές συγκρούσεις: βίαιη καταπάτηση μεγάλων αγροκτημάτων από ακτήμονες, καταλήψεις εργοστασίων από εργάτες, γενικότερη πολιτική αστάθεια. Στη Γερμανία η οικονομική κρίση του 1929 δημιουργούσε μεγάλα κύματα ανεργίας (το 43% του ενεργού πληθυσμού), ενώ αποδιοργάνωνε τελείως την παραδοσιακή μικροαστική κοινωνική ραχοκοκαλιά, η οποία πιεζόταν έντονα από το επεκτατικό ολιγοπωλιακό κεφάλαιο. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μεγάλο μέρος αυτών των κοινωνικών ομάδων να αποτελέσει δεξαμενή άντλησης μαχητικών μελών και στελεχών του ναζιστικού κόμματος.
          Ταυτόχρονα, ο συνδυασμός συγκεκριμένων πολιτικοθεσμικών παραγόντων και ενεργειών συνέβαλαν στην αποδυνάμωση και κατάρρευση τελικά της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης: αδύναμη κρατική εξουσία, αναποτελεσματική διακυβέρνηση, ανάδειξη καιροσκόπων σε κρατικές θέσεις, που εύκολα έκλειναν το μάτι στο ναζισμό, απαξίωση του αστικού δημοκρατικού πολιτεύματος, συνεχείς συγκρούσεις με αυξανόμενη την όξυνση μεταξύ ακροδεξιών/ναζιστικών και αριστερών/κομμουνιστικών δυνάμεων.
          Κάτω από αυτές τις συνθήκες εδραιώθηκε ο φασισμός/ναζισμός στην Ευρώπη, η επιθετικότητα του οποίου, κάτω από την καθοδήγηση του Χίτλερ και του Μουσολίνι, αιματοκύλησε την ίδια την ήπειρο αλλά και τον κόσμο ολόκληρο.  Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, που ακολούθησε και διήρκεσε έξι περίπου  χρόνια (1939-1945), δεν ήταν, λοιπόν, ένα τυχαίο γεγονός, δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας σύμπτωσης, δεν ήταν ένα «τρελό» σχέδιο του Χίτλερ. Τα αίτια ήταν βαθύτερα και ήταν συνδυασμός οικονομικών, κοινωνικών, ιδεολογικών και πολιτικών αντιθέσεων, που αναπτύχθηκαν κατά το Μεσοπόλεμο (1918-1939).
          Για να κατανοήσουμε το πώς φτάσαμε στην έκρηξη του Πολέμου αυτού, ας μη μας διαφεύγουν τα εξής στοιχεία:
--Η λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η συνακόλουθη Συνθήκη των Βερσαλλιών επέφεραν σοβαρότατο χτύπημα στην οικονομία και στο γόητρο της Γερμανίας με απώλεια των αποικιών της, υψηλές αποζημιώσεις κ.λπ.
--Η Βρετανία και η Γαλλία ξεπλήρωναν τα πολεμικά δάνεια, που είχαν συνάψει με τις ΗΠΑ.
--Η επικράτηση των μπολσεβίκων και η ενδυνάμωση της Σοβιετικής Ένωσης προοιώνιζε άλλες παγκόσμιες ισορροπίες, τις οποίες φοβούνταν τα καπιταλιστικά κράτη της Δύσης.
--Η οικονομική κρίση του 1929 επιδείνωσε την κατάσταση, οδηγώντας πολλά κράτη του δυτικού κόσμου σε πολιτική προστατευτισμού. Το συνεχώς διογκούμενο κύμα ανεργίας, η διάλυση σχεδόν της μεσαίας τάξης και η ακόμα σε λιγότερα χέρια συγκεντρωποίηση του κεφαλαίου προκάλεσαν σοβαρή άνοδο των φασιστικών καθεστώτων.
--Τα φασιστικά καθεστώτα ολοένα και πλήθαιναν στην Ευρώπη: στην Ιταλία ο βασιλιάς παραχωρούσε το 1922 τη διακυβέρνηση της χώρας στο φασίστα Μουσολίνι∙ το 1933 ο Χίτλερ γινόταν καγκελάριος της Γερμανίας, γεγονός που χαιρετίστηκε από το Λονδίνο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες,∙ στην Ισπανία το 1936 ο στρατηγός Φράνκο επιχειρούσε την ανατροπή της δημοκρατικής κυβέρνησης της χώρας, βυθίζοντάς την σ’ έναν τρίχρονο εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο είχε την έμπρακτη βοήθεια Μουσολίνι και Χίτλερ, ενώ οι δημοκρατικές κυβερνήσεις Αγγλίας και Γαλλίας διατήρησαν απαράδεκτη ουδετερότητα∙ την ίδια χρονιά στην Ελλάδα ο Μεταξάς προωθείτο στην πρωθυπουργία με την ψήφο εμπιστοσύνης των αστικών κομμάτων, για να εγκαθιδρύσει λίγο αργότερα, με τις ευλογίες του βασιλιά, δικτατορικό καθεστώς∙ φιλοφασιστικά καθεστώτα μέχρι το 1937 απέκτησαν η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Ιαπωνία.
 --Η αξιοπιστία της Κοινωνίας των Εθνών, του τότε διεθνούς οργανισμού του επιφορτισμένου με τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης, δεχόταν συνεχώς πλήγματα, καθώς δεν κατόρθωσε να αποτρέψει ούτε τις επιθέσεις της Ιαπωνίας στη Μαντζουρία (1931) ούτε της Ιταλίας στην Αβυσσηνία (1935).
--Από το 1931 μέχρι το 1939 τα φασιστικά κράτη της Ιταλίας, Γερμανίας και Ιαπωνίας συνέχιζαν να προσαρτούν εδάφη άλλων κρατών, δίχως ουσιαστικές αντιρρήσεις της Αγγλίας, Γαλλίας και ΗΠΑ. Ιδιαίτερα η Αγγλία και η Γαλλία με την  εγκληματική αναποφασιστικότητα και υποχωρητικότητά τους και την πολιτική κατευνασμού, που έδειχναν απέναντι στο φασιστικό Άξονα, ουσιαστικά τον ενθάρρυναν στις δυναμικές του προσαρτήσεις, ελπίζοντας να τον στρέψουν έτσι εναντίον του κοινού τους εχθρού, της Σοβιετικής Ένωσης. Λογάριαζαν, όμως, χωρίς τον ξενοδόχο. Ο Χίτλερ ήθελε να καλύψει τα νώτα του, δηλαδή να συντρίψει Αγγλία και Γαλλία, πριν επιτεθεί εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Πάντως, «επί τάπητος» έμπαινε το ζήτημα του ξαναμοιράσματος του κόσμου και της δημιουργίας νέων  σφαιρών επιρροής σε βάρος των μικρότερων κρατών.
          Δε θα σταθούμε στα γεγονότα, στρατιωτικά και διπλωματικά, του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Θέλουμε μόνο να υπογραμμίσουμε ότι ο Πόλεμος εκείνος, αν και έδειχνε στο ξεκίνημά του τον ιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα για την παγκόσμια κυριαρχία, στη συνέχεια μετατράπηκε από την πλευρά των λαών, ιδιαίτερα μετά τη γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση, αντιφασιστικός. Έτσι, ένα πλούσιο αντιστασιακό κίνημα απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη – για να μιλήσουμε μόνο για την ήπειρό μας: στη Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία, την Πολωνία, την Αλβανία, την Τσεχοσλοβακία, το Βέλγιο∙ αντιστασιακοί θύλακες ακόμη και μέσα στην Ιταλία και τη Γερμανία. Το κίνημα της Αντίστασης προέκυψε από τις συνθήκες κατάκτησης και διοίκησης των κατακτημένων χωρών. Στις περισσότερες περιπτώσεις η Αντίσταση δεν ήταν απλά και μόνο αποτέλεσμα του πατριωτισμού αλλά και της αυτοπροστασίας της κοινωνίας απέναντι στη βία και τη γενοκτονία των χιτλεροφασιστών, απέναντι στην πείνα και την εξαθλίωση, που προκάλεσαν οι κατοχικές δυνάμεις.
          Στη χώρα μας η Αντίσταση άρχισε αμέσως μετά την προδοτική συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου. Από τη στιγμή που οι επιστρέφοντες από το μέτωπο φαντάροι κράτησαν και φύλαξαν τα όπλα τους, ήδη σιγουρευόταν η προοπτική ενός απελευθερωτικού αγώνα. Οι πατριώτες με ποικίλους τρόπους έδειχναν την αντίθεσή τους στη «νέα τάξη πραγμάτων», μέχρι να πάρουν ομαδικό, συλλογικό χαρακτήρα οι αντιστασιακές ενέργειες. Ο λαός είχε μείνει μόνος ανάμεσα στους λύκους του φασισμού: βασιλιάς και κυβέρνηση είχαν φύγει από τη χώρα, ο αστικός πολιτικός κόσμος, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν έπαιρνε καμιά πρωτοβουλία να αναμετρηθεί με τους κατακτητές. Μόνο μικρά αριστερά κόμματα με πρωτοβουλία του παράνομου τότε ΚΚΕ κατόρθωσαν μέσα σε πολύ δύσκολες, σύνθετες και περίπλοκες συνθήκες να πείσουν το λαό να βρει την αυτοπεποίθησή του και οργάνωσαν το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.
          Ωστόσο, το ΕΑΜικό αντιστασιακό κίνημα, πέρα από τον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση, δημιούργησε και μια δυναμική κοινωνικής απελευθέρωσης. Και αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου κρυφού σχεδίου πρόκλησης εμφυλίου πολέμου και κατάληψης της εξουσίας, αλλά μιας κοινωνικής δυναμικής, που διαμορφωνόταν παράλληλα με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα μέσα στα χρόνια της Κατοχής  από ποικίλους παράγοντες: την κατάρρευση κρατικών δομών, την απουσία των αστικών δυνάμεων, τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, τις διάφορες μορφές-φύτρα λαϊκής εξουσίας στην ελεύθερη Ελλάδα και την όξυνση των εμφύλιων συγκρούσεων κυρίως μεταξύ των ανταρτών και των συνεργατών των κατακτητών.
          Το ευρωπαϊκό αντιστασιακό κίνημα γενικότερα και ειδικότερα η ελληνική  Εθνική Αντίσταση καλλιέργησε τον πατριωτισμό, την αλληλεγγύη, την εμπιστοσύνη  στη συλλογική δράση και την πίστη στο όραμα της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, υπερασπίστηκε την ελληνική γη και την ελληνική κοινωνία απέναντι στην κατοχική εξουσία, τη στιγμή που το σύνολο σχεδόν του αστικού πολιτικού κόσμου είτε συνεργάστηκε (ένα τμήμα του), είτε απείχε (ένα μεγάλο τμήμα του) από την αντιστασιακή δράση, αλλά έδειξε αξιοπρόσεκτη σπουδή, όταν τελείωνε ο πόλεμος, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της ουσιαστικά από άλλους απελευθερωνόμενης πατρίδας.
          Παρά τα βάσανα, τις ταλαιπωρίες και τις διώξεις που υπέστη το αντιστασιακό κίνημα του 1940-44 από το εχθρικό μεταπελευθερωτικό και, αργότερα, μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος, στην ελληνική συνείδηση της κοινωνίας μας έχει εγγραφεί αυτό καθαυτό το αναμφισβήτητο και μεγαλειώδες γεγονός της Εθνικής Αντίστασης. Γι’ αυτό και η σύγχρονη ελληνική Πολιτεία έρχεται σήμερα να υπογραμμίσει με τη σημερινή επετειακή εκδήλωση τη σημασία των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων αλλά και την αξία της αντιφασιστικής και της αντιστασιακής πάλης.
          Εξάλλου, και σήμερα, 69 χρόνια από την ήττα του χιτλεροφασισμού και την αντιφασιστική νίκη, ο νεοφασισμός και ο νεοναζισμός, ο εθνικισμός και ο σωβινισμός είναι παρόντες και ξεθαρρεύουν με την κάλυψη ή την ανοχή του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος του διεθνούς κεφαλαίου. Δεν έχουμε, άλλωστε, ξεχάσει τον ανελέητο πόλεμο, που πριν από λίγα χρόνια, κοντά στα σύνορά μας, κατασπάραξε τους λαούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας με την απλόχερη συνδρομή των αμερικανοκίνητων ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων αλλά και την ολόθερμη υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της Γερμανίας, μιας Γερμανίας που παίζει κυρίαρχο σήμερα ρόλο στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αλλά και τούτες τις ώρες παρόμοια παιχνίδια δεν παίζονται, πιο μακριά βέβαια από μας, στην Ουκρανία - σ’ ένα γεωγραφικό και ιστορικό χώρο – ας μην το ξεχνάμε αυτό - με σπουδαία την παρουσία και δράση μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα του ελληνικού στοιχείου.
          Ένα είναι το μεγάλο δίδαγμα της 9ης Μαΐου: οφείλουμε να αγωνιζόμαστε εναντίον του πολέμου, πριν αυτός ακόμη αρχίσει, να παλεύουμε εναντίον του φασισμού, πριν αυτός ακόμη εμφανιστεί και εδραιωθεί.
          Γι’ αυτό κι εμείς, ως ελεύθεροι πολίτες, ως Έλληνες και ως άνθρωποι πάνω από όλα, οφείλουμε να τιμάμε τον κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αντιφασιστικό αγώνα των λαών, να τιμάμε τον αντιστασιακό αγώνα κάθε λαού, και του δικού μας, να τιμάμε και να στηρίζουμε κάθε αγώνα κάθε λαού, κάθε εθνότητας, κάθε κοινωνικής ομάδας, που παλεύει χωρίς υποχωρήσεις και συμβιβασμούς για μια ζωή χωρίς πόλεμο και χωρίς φασισμό, χωρίς ιμπεριαλιστικές εξαρτήσεις και οικονομικές δεσμεύσεις και υποθηκεύσεις, δίχως φτώχεια και εξαθλίωση, που παλεύει για κοινωνική χειραφέτηση, για μια ζωή ελεύθερη, και περήφανη, για ένα μέλλον ειρηνικό και ανθρώπινο .
          Ακριβώς γι’ αυτό τα λόγια του Τσεχοσλοβάκου αντιφασίστα αγωνιστή Ιούλιους Φούτσικ, σταλμένα από το κελλί του μελλοθάνατου, «Άνθρωποι επαγρυπνείτε», θέτουν σε όλους μας το καθήκον: να θυμόμαστε και να επαγρυπνούμε.  

                                                          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου