Ανακοίνωση στο Συνέδριο Ιστορίας "Από το Κάστρο Αγ. Γεωργίου
στο Αργοστόλι (1757-2007)", (Αργοστόλι, 27-30 Σεπτ. 2007),
Πρακτικά Συνεδρίου, Δήμος Αργοστολίου, 2010, τ. Α΄, σσ. 96-105.
Η
λέξη Αργοστόλι ενσωματώνεται στο
λεξικό των τοπωνυμίων στις αρχές του 16ου αιώνα. Πρωτοεμφανίζεται, παραφθαρμένη
βέβαια σε Regostogni, σε βενετική μαρτυρία
του 1528,1 όπου γίνεται αναφορά από τον Προβλεπτή της Κεφαλονιάς στη
θαλάσσια συγκοινωνία με πορθμεία (traghetti) μεταξύ Αργοστολιού και Παλικής,2
ενώ η λέξη στην κανονική της μορφή (Αργοστόλι)
αναγράφεται έξι χρόνια αργότερα, το 1534, σε έγγραφο της βενετικής Συγκλήτου,
όπου γίνεται λόγος για το πέραμα μεταξύ Αργοστολιού και Ληξουριού,3
αλλά και υστερότερα, το 1548, σε έκθεση προϋπολογισμού του νησιού, όπου καταγράφεται
ο φόρος διαμετακόμισης επιβατών από την ακτή του Δραπάνου4 προς την
απέναντι παραλία του Αργοστολιού.5 Και την επόμενη χρονική περίοδο
του 16ου αιώνα η λέξη μαρτυρείται σε νοταριακά έγγραφα είτε με την κανονική
μορφή Αργοστόλι (1594),6
είτε με τις μορφές Οργοστόλι (1571)7
(ή Ωργωστόλη, 1582)8 και Εργωστόλη (1582).9 Στο
μεταξύ, την ίδια περίοδο του 16ου αιώνα το τοπωνύμιο το συναντάμε σε χάρτες,
νησολόγια και πορτολάνους. Αναφέρουμε ενδεικτικά: Σε ελληνικό πορτολάνο του
16ου αιώνα διαβάζουμε «ο κόρφος
Ταργοστόλι».10 Ο Thomaso
Porcacchi
da
Castiglione
στο
νησολόγιό του (1572) κάνει λόγο για το λιμάνι του Αργοστολιού και στο χάρτη του
σημειώνει Argostoli porto,11 ενώ στο
χάρτη του Giovan
Francesco
Camocio
(1574)
έχουμε την πρωιμότερη απεικόνιση του οικισμού του Αργοστολιού (Argo- stoli).12
Επομένως,
από τα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας στην Κεφαλονιά (1500-1797) υφίσταται το
τοπωνύμιο Αργοστόλι, με το οποίο
ονοματίζονται δύο πράγματα: το αξιόλογο φυσικό λιμάνι (ο γνωστός κόλπος) του
Αργοστολιού (Ο κόρφος Ταργοστόλι, Argostoli porto)13
και ένας συγκεκριμένος παραλιακός, μικρός φυσικά, οικισμός (Αργοστόλι / Argostoli).
Ο οικισμός αυτός άρχισε να σχηματίζεται στο μέσο περίπου της δυτικής στεριανής
/ βραχώδους πλευράς του κόλπου του Αργοστολιού,14 απ’ όπου εκείνα τα
χρόνια και τα κατοπινά θα γίνεται η θαλάσσια συγκοινωνία με την απέναντι περιοχή
του Δραπάνου, όπως αναφέραμε παραπάνω15 – και αρκετά βορειότερα από
το μυχό του Κουτάβου.16 Το πότε ακριβώς άρχισε να διαμορφώνεται δεν
είναι σίγουρο. Τα πρώτα κτίσματα – καλύβες ψαράδων, αποθήκες, καταλύματα
λαθρεμπόρων17 – ίσως να έγιναν πριν από το 1500.18
Πάντως, μετά τη βενετική κατάκτηση του νησιού (1500) και αφού επήλθε σχετική
ηρεμία, είναι βάσιμο να υποθέσουμε ότι θα έγινε πιο συστηματική η εποίκιση
αυτού του παραλιακού χώρου, ο οποίος θα λειτουργούσε από την περίοδο εκείνη ως
επίνειο του τότε διοικητικού κέντρου του νησιού, του Κάστρου του Αγίου
Γεωργίου.19 Και όταν από τα τέλη του 16ου αιώνα άρχισε το μεγάλο
εξαγωγικό εμπόριο της σταφίδας, ο παραλιακός οικισμός απέκτησε ιδιαίτερο
ενδιαφέρον. Η Διοίκηση κατασκεύασε το 1560 αποβάθρα για τις ανάγκες του
λιμανιού,20 ενώ ο Nic
Fasciol,
στον οποίο οι Βενετοί από το 1555 είχαν παραχωρήσει εκείνη τη βραχώδη ακτή ως
φέουδο, είχε αρχίσει να την πωλεί κατά τεμάχιο,21 καθώς γινόταν
περιζήτητο το μέρος για την ανέγερση κατοικιών22 ή αποθηκών,
κυρίως σταφίδας.23 Έτσι λοιπόν, στο διαμορφωνόμενο οικισμό του
Αργοστολιού διέμεναν οι έμποροι και οι λαθρέμποροι των εξαγώγιμων και εισαγώγιμων
προϊόντων, οι άνθρωποι του λιμανιού, οι βαρκάρηδες, οι ψαράδες και όσοι άλλοι
για τις δικές τους ανάγκες και ασχολίες κατέφθαναν σταθερά από το δεύτερο μισό
του 16ου αιώνα στον παραλιακό οικισμό για μόνιμη κατοίκηση.24
Αλλά,
όσο οι πηγές μας βεβαιώνουν ότι από την πρώτη περίοδο της Βενετοκρατίας έχει
αρχίσει, αργά αλλά σταθερά, να διαμορφώνεται στο μέσο περίπου της δυτικής
ακτής του ομώνυμου κόλπου οικισμός με το όνομα Αργοστόλι,25 αντίθετα το τοπωνύμιο αυτό δεν αναφέρεται
στις πηγές της προηγούμενης περιόδου.26 Και τίθεται το ερώτημα:
πρόκειται για λέξη σύγχρονη της Βενετοκρατίας, λέξη δηλαδή που τότε δημιουργήθηκε,
ή αυτή σχηματίστηκε σε χρόνους αρχαίους, κυκλοφορούσε στο στόμα του λαού, αλλά
δεν καταγράφηκε παρά μόλις προς τα τέλη του Μεσαίωνα, στις αρχές δηλαδή της
Βενετοκρατίας; Ο Ι. Παρτς θεωρεί ότι είναι δημιούργημα της μεσαιωνικής εποχής27
και ο Ανδρέας Μουστοξύδης επισημαίνει την παλαιότητά της,28
αδυνατούν όμως να την ετυμολογήσουν, Αλλά σύγχρονοι και μεταγενέστεροί τους
μελετητές προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση για την ετυμολογική προέλευσή της.
Αυτές τις προσεγγίσεις θα αναφέρουμε και θα κρίνουμε αμέσως παρακάτω, για να
καταλήξουμε σε μια νέα, δική μας πρόταση ετυμολογικής διερεύνησης της λέξης.
Ο
Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος (το 1861) ετυμολογεί το «Ἀργοστόλιον ἐκ τοῦ Ἀργός
καί στόλος, τό ὁποῖον σημαίνει ταχύν στόλον, διότι ἡ λέξις ἀργός εἶχε εἰς τούς ἀρχαίους καί τήν
σημασίαν τοῦ ταχύς. ὅθεν Ἀργοναῦται ἐσήμαινε ταχυπλόους ναύτας. καί ἴσως τά πλοῖα τῶν Κρανίων ἦσαν
ταχύπλοα, ἤ ἐξήρ-χοντο ἐκ τοῦ λιμένος μέ ταχύτητα, ἕνεκα τῆς ἠρεμίας του, καί
ὡς ἐκ τούτου μετέδωκαν καί εἰς τόν λιμένα τήν ἐπωνυμίαν Ἀργοστόλιον».29 Πράγματι, στην αρχαία ελληνική ἀργός σημαίνει, εκτός από τον λαμπρό,
γυαλιστερό, στιλπνό και λευκό, συνεκδοχικά και τον ευκίνητο, τον ταχύ, τον
ζωηρό.30 Αλλά η εξήγηση αυτή του Η. Ζερβού Ιακωβάτου είναι μια
«αυθαίρετη παρετυμολογία».31
Κατά
τον Ιωάννη Λοβέρδο Κωστή (το 1888) «τό δέ [όνομα] τοῦ λιμένος Ἀργοστολίου
φαίνεται παραγόμενον ἐκ τοῦ στόλου Ἄργους,
ὅστις ἴσως ἐστάθη ἐν αὐτῷ, ἤ καί ἐκ τῆς λέξεως ἀκροστόλιον, σημαινούσης τά ἐπί τῆς πρώρας τιθέμενα κοσμήματα, ἐπί
τῇ ὑποθέσει ὅτι ὁ λιμήν ἐκαλεῖτο τό πρῶτον ἀκροστόλιον,
ὅπερ ὕστερον παρεφθάρη εἰς Ἀργοστόλιον».32
Ωστόσο, είναι προφανές ότι η πρώτη περίπτωση καθόλου δεν ευσταθεί, καθώς ποτέ η
Κεφαλονιά ή ειδικότερα η αρχαία Κράνη δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις, φιλικές ή
εχθρικές, με την πόλη – κράτος του Άργους, ώστε ο αργείος στόλος να σταθμεύσει
στον κόλπο του Αργοστολιού.33 Σχετικά με τη δεύτερη εξήγηση έχουμε
να παρατηρήσουμε τα εξής: ἀκροστόλιον είναι «τό ἄκρον τοῦ στολίου» και στόλιον ή στόλος, κατά το Etymologicon Magnum, σημαίνει στην προκειμένη
περίπτωση «τό ἐξέχον ἀπό τῆς πτύχης [ή τῆς πρύμνης] καί διῆκον μέχρι τῆς πρώρας
ξύλον, ἔνθα τό τῆς νεώς ἐπιγράφεται ὄνομα».34 Εκτός βέβαια από το
όνομα, στο ἀκροστόλιον φιλοτεχνούσαν
κάποιο σύμβολο ως έμβλημα του πλοίου35 ή άλλα διακοσμητικά στοιχεία
– «κοσμήματα» τα ονομάζει ο Ιω. Λοβέρδος Κωστής - τα οποία μόνο συνεκδοχικά
μπορούν να δώσουν την έννοια του ἀκροστόλιου,
αν και σε κανένα λεξικό δεν υπάρχει τέτοια ερμηνεία. Πάντως, δεν έχει λογική
βάση η ετυμολογική εξήγηση του Ιω. Λοβέρδου Κωστή, ότι δηλαδή από το ἀκροστόλιον, με τη σημασία που εκείνος
δίνει στη λέξη, ονοματίστηκε το λιμάνι Ἀκροστόλιον,
για να «παραφθαρεί» στη συνέχεια σε Ἀργοστόλιον.
Είναι πάνω από κάθε φαντασία μια τέτοια ετυμολογική συσχέτιση. Άλλωστε, θα
πρέπει να είχε συμβεί στο λιμάνι του Αργοστολιού κάτι το ιδιαίτερα ξεχωριστό,
ώστε τα ακροστόλια των πλοίων να
δώσουν το όνομά τους γι’ αυτό ακριβώς το ιδιαίτερο γεγονός στο συγκεκριμένο
λιμάνι και όχι σ’ ένα από τα τόσα άλλα, στα οποία τα πλοία ναυλοχούσαν.
Ωστόσο,
το ἀκροστόλιον, με άλλη βέβαια
σημασία, θα προταθεί είκοσι χρόνια αργότερα (το 1908) για την ετυμολόγηση της λέξης
Ἀργοστόλιον. Πρόκειται για την
πρόταση αναγνώστη – επιστολογράφου εφημερίδας, την οποία δεν έχουν προσέξει
μέχρι τώρα οι μελετητές.36 Ο αναγνώστης αυτός, που υπέγραψε με τα
αρχικά του ονόματός του Π.Ι.Μ., υποστήριξε ότι προέρχεται από την «ἐλάχιστα
διαφέρουσα» λέξη ἀκροστόλιον που
σημαίνει «τό ἔσχατον ὅριον μέρους τινός», για να εξηγήσει αμέσως ότι
«πραγματικῶς τό Ἀργοστόλιον εἶναι τό τελευταῖον ἄκρον τῆς ἐν τῇ θαλάσσῃ ἔν εἴδει
χερσονήσου ἐκτεινομένης γῆς». Και το ἀκροστόλιον
αυτό έδωσε το Ἀργοστόλιον, το οποίο
από τους Βενετούς παραφθάρηκε σε Regostoli. Πράγματι, το
Αργοστόλι είναι έτσι όπως παραπάνω περιγράφηκε, η σημασία όμως που αποδόθηκε στο
ἀκροστόλιον δε συναντιέται σε κανένα
λεξικό, ούτε της αρχαίας ούτε της νέας ελληνικής,37 αν και εμείς
πιστεύουμε ότι αυτή η σημασία δεν είναι μακριά από το νόημα των δύο συνθετικών
της λέξης, των ἄκρος + στόλιον. Θα
επανέλθουμε, όμως, σε αυτή την ετυμολογία, όταν, απορρίπτοντάς την, θα
διατυπώσουμε τη δική μας πρόταση.
Στο
μεταξύ, ο Α. Μουστοξύδης, μη δεχόμενος τις ετυμολογήσεις του Ιω. Λοβέρδου Κωστή,
καταθέτει, υποσημειώνοντας σε αυτές, δύο εναλλακτικές απόψεις με τη διατύπωση
διπλού ρητορικού ερωτήματος: «Καί δέν δυνάμεθα νά εἴπωμεν ὅτι ἐκ τοῦ
φυλάττεσθαι ἐν αὐτῷ [τῷ λιμένι] καί ἀργάς διαμένειν τάς ναῦς ἐλέγετο Ἀργοστόλιον (ἀργός στόλος); ἤ ὅτι τό ὄνομα τοῦτο εἶναι παραφθορά τοῦ Εἰργοστόλιον, διά τό εὔορμον τοῦ
λιμένος, ὅστις ἐπιτηδείως κλείει ἐν αὐτῷ τά πλοῖα;».38 Ας
εξετάσουμε, λοιπόν, αυτές τις ετυμολογίες. Στην πρώτη περίπτωση το επίθετο ἀργός (από το ἀεργός) εκλαμβάνεται με τη σημασία του μη κινούμενου, του
ακίνητου, του αραγμένου.39 Το λιμάνι δηλαδή του Αργοστολιού είναι ο
φυσικός χώρος, όπου τα πλοία μπορούν να παραμένουν αγκυροβολημένα, να ναυλοχούν
προφανώς κάτω από τις καλύτερες συνθήκες διαφύλαξης. Αλλά παρόμοια ήταν και η
άποψη του αναγνώστη – επιστολογράφου Π.Ι.Μ., που παραπάνω αναφέραμε, ο οποίος
πρότεινε και μια δεύτερη ετυμολογία: από το ἀργός
και τελῶ, με τη σημασία ότι Ἀργοστόλιον είναι το μέρος, όπου «τά πλοῖα
ἔμενον ἀργά δηλαδή ἀκινητοῦντα»,40 μόνο που η σύνθεση των λέξεων ἀργός και τελῶ δεν μπορεί να δώσει τη λέξη Ἀργοστόλιον.41 Ο Α. Μουστοξύδης, επίσης, για τη
δεύτερη ετυμολογία του χρησιμοποιεί ως πρώτο συνθετικό το ρήμα εἵργω ή εἴργω = κλείνω (ἐγκλείω)42 με την έννοια ότι το λιμάνι
του Αργοστολιού, λόγω της καλής του φυσικής διαμόρφωσης, κλείνει, προφυλάσσει
δηλαδή, προστατεύει τα πλοία. Και το Εἰργοστόλιον
αυτό σε μια παρεφθαρμένη του μορφή σύμφωνα με τον Α. Μουστοξύδη έδωσε το Ἀργοστόλιον. Πάντως και οι δύο παραπάνω
προτεινόμενες απόψεις του Α. Μουστοξύδη «δέν φαίνονται νά λύουν τό ζήτημα» της
ετυμολογίας της λέξης, όπως σωστά έχει εκτιμήσει ο Ν. Τζουγανάτος.43
Αλλά
και η προταθείσα από τον ακαδημαϊκό Κων. Άμαντο ετυμολογία, αν και αξιοπρόσεκτη,
έχει απορριφθεί για λόγους ιστορικούς. Συγκεκριμένα, ο Κ. Άμαντος, με το
δεδομένο ότι στο μεσαιωνικό ελληνικό χώρο ο τόπος, τα κτήματα, η συνοικία
δηλώνονταν «διά τοῦ “τά” καί τῆς γενικῆς ἱδρυτοῦ ἤ κτήτορος» και με βάση
γραπτή ναυτική πηγή, όπου το τοπωνύμιο αναγραφόταν στη φράση «ὁ κόρφος Ταργοστόλι», κατέληξε
συμπερασματικά ότι το Αργοστόλι «προῆλθεν
ἐξ ὀνόματος Ἀργοστόλης».44
Πράγματι, έχουμε τη φράση «ὁ κόρφος Ταργοστόλι»
που, όπως αναφέραμε κι εμείς στην αρχή αυτής της μελέτης μας, αναγράφεται σε
πορτολάνο του 16ου αιώνα,45 το οικογενειακό όμως όνομα Ἀργοστόλης (Argostoli)
συναντιέται σε κατάλογο Κρητικών προσφύγων, που μετανάστευσαν στην Κέρκυρα το
17ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της τουρκοβενετικής σύγκρουσης στην Κρήτη και μετά
την άλωση του νησιού από τους Τούρκους (1645-1669),46 έναν περίπου
αιώνα δηλαδή μετά τις πρώτες γραπτές αναφορές του τοπωνύμιου Αργοστόλι.47 Επομένως, το
τελευταίο είναι παλαιότερο από την κρητική μετανάστευση. Άλλωστε, αναρωτιέται ο
Ν. Τζουγανάτος, «πῶς μιά οἰκογένεια [Ἀργοστόλη], πού ὑποτίθεται πώς ἔδωσε τ’ ὄνομά
της σέ μιάν ὁλόκληρη περιοχή [Ἀργοστόλι], δέν ἀναφέρεται […] πουθενά»;48
Γιατί πράγματι στην Κεφαλονιά δε συναντιέται οικογένεια Αργοστόλης.
Ωστόσο,
επικρατέστερη μέχρι τώρα άποψη είναι εκείνη που θεωρεί ότι η λέξη Αργοστόλι προέρχεται από τη βενετική και
στη συνέχεια ιταλική λέξη ergastolo.
Τη διατύπωσε πρώτος το 1958 ο λόγιος δημοσιογράφος Φώτης Κονιδάρης.49
Στην προκειμένη περίπτωση, ergastolo σήμαινε την ποινή
φυλάκισης του κατάδικου αλλά και το χώρο της φυλακής.50 Δεν έχουμε,
όμως, καμιά μαρτυρία, που να συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης φυλακής στην περιοχή
του Αργοστολιού. Και γι’ αυτό, για λόγους ιστορικούς, όπως αποφαίνεται ο Ν.
Τζουγανάτος, απορρίπτεται η άποψη αυτή.51 Μπορεί, βέβαια, να μην
υπήρχε και να μη λειτούργησε φυλακή στο Αργοστόλι, για να δώσει το όνομά της (ergastolo)
στον τόπο το συγκεκριμένο, αλλά ergastolo σήμαινε και το
πολεμικό και κυρίως το πειρατικό πλοίο, καθώς σε αυτό ως κωπηλάτες
χρησιμοποιούνταν κατάδικοι ή και το ίδιο το πλοίο χρησίμευε ως φυλακή
καταδίκων, ήταν δηλαδή σωστό κάτεργο.52 Αυτή την εκδοχή έχει
υπογραμμίσει ο Δημήτριος Λουκάτος, βασιζόμενος στην πραγματικότητα της εποχής
εκείνης, όταν δηλαδή το λιμάνι ήταν «ασύδοτο» και εύρισκαν σε αυτό καταφύγιο
πειρατικά πλοία, με πειρατές και λαθρεμπόρους.53 Πράγματι, υπήρξε
περίοδος τον πρώτο αιώνα της Βενετοκρατίας που το λιμάνι ή κάποιο μέρος του
λιμανιού είχε καταστεί «καταγώγιον παντός πλοίου κακούργων», οι οποίοι «ἀφοῦ
λαφυραγωγήσωσιν ἔρχονται ἐκεῖ πρός διανομήν, ἴσως δέ καί πρός ἀποβίβασιν» και
«ποιοῦνται συχνά λαθρεμπορίαν σταφίδος, οἴνου καί ἐλαίου».54 Αυτή, λοιπόν,
η ετυμολογική εκδοχή κινείται μέσα στο πλαίσιο της ιστορικής πραγματικότητας
και των γλωσσολογικών δυνατοτήτων. Το ερώτημα, βέβαια, είναι αν πρέπει να στραφούμε
στο βενετικό/ιταλικό λεξιλόγιο, για να ετυμολογήσουμε το Αργοστόλι.
Στο
μεταξύ, ο Ν. Τζουγανάτος, που διαφωνεί με όλες τις παραπάνω ετυμολογίες, έχει
καταθέσει από το 1962 τη δική του άποψη: «[…] η ονομασία Αργοστόλι υπήρχε, όταν οι Ενετοί κατάκτησαν την Κεφαλονιά.
Υποψιάζομαι πως η ονομασία έχει σχέση με τη λέξη «καραβοστάσι», που γενικά είχεν επικρατήσει στους υστεροβυζαντινούς
χρόνους. […] πιστεύω πως οπωσδήποτε θα υπήρχεν ονομασία «Καραβοστάσι» και στην περιοχή του Αργοστολιού, τη ναυτικώτερη από
κάθε άλλη […] Η τοπική λοιπόν ονομασία εκείνη «Καραβοστάσι» σε εποχή, που πάντως πρέπει να ανήκη στους
υστεροβυζαντινούς χρόνους, ίσως ωνομάσθηκε «επί το λογιώτερον» Αργοστόλιον. Με άλλες λέξεις, το «Αργοστόλι», που σημαίνει ό,τι και το «Καραβοστάσι», επικράτησε έτσι σαν κύριο
όνομα».55 Αναντίρρητα, η λέξη καραβοστάσι56
και ως τοπωνύμιο είναι σε χρήση στον ελληνικό χώρο και στην Κεφαλονιά κατά την
υστεροβυζαντινή περίοδο. ήδη την πρωτοσυναντάμε ως τοπωνύμιο στο Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής του
νησιού του 1264,57 εκτός από τις άλλες περιπτώσεις που ήδη έχει
επισημάνει ο Ν. Τζουγανάτος,58 οι οποίες ίσως μπορεί να είναι και μεταγενέστερες.
Ο ίδιος ερευνητής βέβαια, ταυτίζοντας σημασιολογικά τις δύο λέξεις Καραβοστάσι και Αργοστόλι, αποδέχεται για τη δεύτερη την ετυμολογική εκδοχή του
«αργούν οι στόλοι», «ακινητούν οι στόλοι», ναυλοχούν τα πλοία. Το τοπωνύμιο,
πάντως, αυτό (Καραβοστάσι) παραμένει
ακόμη αμάρτυρο για την περιοχή του Αργοστολιού. Όπως και να έχει, όμως, το
πράγμα, ο Ν. Τζουγανάτος δεν απαντά στα ερωτήματα, που αβίαστα προκύπτουν,
δηλαδή γιατί και κάτω από ποιες συνθήκες και λογικές προχώρησαν οι άνθρωποι
εκείνης της εποχής στην «επί το λογιώτερον» μετονομασία του οικισμού τους. Όσο
κι αν συμβαίνουν αλλαγές στα ονόματα πόλεων και περιοχών ολόκληρων, στην
προκειμένη περίπτωση δε φαίνεται να υπάρχουν λόγοι που να οδηγούν σε μια τέτοια
μετονομασία. Άλλωστε, και ο ίδιος ο Ν. Τζουγανάτος διατυπώνει τελικά με ένα
«ίσως» αυτή του την άποψη.
Η
πιο πρόσφατη ετυμολογική προσέγγιση, που έχει κατατεθεί για το Αργοστόλι, είναι εκείνη του Τηλέμαχου
Μαράτου το 1995: πρόκειται για λέξη σύνθετη με πρώτο συνθετικό τη λέξη ἀργός = λαμπρός και δεύτερο την ομηρική
λέξη ἅλς – ἁλός = θάλασσα, «με μικρή
παραφθορά λόγω του χρόνου». Και συνεχίζει ο Τ. Μαράτος: «η εξήγηση αυτή γίνεται
αυτονόητη σε όποιον έχει την τύχη να δει την θάλασσα μπροστά στο Αργοστόλι να
λάμπει αντανακλώντας το αυγουστιάτικο φεγγάρι. Ἀργός τ’ ἁλός. Η λάμψη της θάλασσας».59 Η ετυμολογική
προσέγγιση του Τ. Μαράτου γενικά χωλαίνει. Έστω κι αν δεχθούμε την άποψή του
για το πρώτο συνθετικό, σχετικά με το δεύτερο είναι σίγουρο ότι η λέξη ἅλς-ἁλός δεν μπορεί να ανιχνευθεί μέσα
στη λέξη Αργοστόλι, με την όποια
παραφθορά. Επίσης – και το σπουδαιότερο - κι αν ακόμη δεχθούμε το προτεινόμενο
δεύτερο συνθετικό, η σύνθεση των λέξεων ἀργός
+ ἅλς-ἁλός δε δημιουργεί, με βάση τους κανόνες του ετυμολογικού,60
λέξη της μορφής Αργοστόλι, παραμένει
δηλαδή ανεξήγητη η παρουσία στη νέα
σύνθετη λέξη του συμπλέγματος –στ-,
πράγμα που σημαίνει ότι το –σ- δεν
μπορεί να είναι το –ς της λέξης ἀργός, και το –τ- δε δικαιολογείται με την παρείσφρηση του τ(ε) από τη φράση ἀργός τ’ ἁλός.
Στη
συνέχεια, θα προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε τη δική μας ετυμολογική πρόταση για
τη λέξη Αργοστόλι. Διευκρινίζουμε από
την αρχή ότι θα βασιστούμε στα μορφολογικά και εννοιολογικά γλωσσικά στοιχεία,
παίρνοντας παράλληλα υπόψη μας τις γεωγραφικές και ιστορικές παραμέτρους της
περιοχής. Η λέξη αναμφισβήτητα είναι σύνθετη, της οποίας και τα δύο συνθετικά
ἄργος και στόλιον παραπέμπουν, όπως θα φανεί και από την ανάλυση που θα
ακολουθήσει, στην αρχαία εποχή και σχετίζονται με γεωγραφικές χρήσεις.
Οι
αρχαίοι Έλληνες με τη λέξη ἄργος
εννοούσαν την πεδιάδα,61 και κυρίως την παραθαλάσσια.62
Γι’ αυτό, άλλωστε, και συνέδεσαν τη λέξη αυτή με το όνομα ιδίως μεγάλων κάμπων
της Ελλάδας, του πελοποννησιακού (αργολικού), του θεσσαλικού και του
μακεδονικού.63 Με αυτά τα γλωσσικά, λοιπόν, και εννοιολογικά δεδομένα
η «πολυάνθρωπος» και «εὐφορωτάτη»64 πεδιάδα της Κρανιάς65
συνιστούσε το ἄργος της αρχαίας
Κράνης.
Σχετικά
με τη λέξη στόλιον, το δεύτερο
συνθετικό της λέξης Ἀργοστόλιον / Αργοστόλι, έχουμε να αναφέρουμε τα εξής,
με βάση πάντοτε τα λεξικά της αρχαίας ελληνικής: Το στόλιον είναι υποκοριστικό της λέξη στολή και σημαίνει το «ἐλαφρόν καί πενιχρόν ἔνδυμα».66
Συνώνυμη είναι και η λέξη στολίς-ίδος
= στολή, η οποία ωστόσο σημαίνει και
τις πτυχές, τα «τσακίσματα» του ενδύματος,67 απ’ όπου και η
νεοελληνική λέξη στολίδωση με την
έννοια της πτύχωσης του φλοιού της γης.68 Εξάλλου, στην ίδια
παραγωγική οικογένεια εντάσσεται και η λέξη στόλος,
η οποία, εκτός από τη γνωστή σημασία, σήμαινε το έκφυμα, το έμβολο.69
Γι’ αυτό και στον Ησύχιο διαβάζουμε ότι πάσσαλος είναι ο δρυοπαγής στόλος και ότι το μέτωπο της Ιούς λόγω των πολλών κεράτων
ονομαζόταν στολοκρατές.70
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι και η λέξη στόλιον
– συγγενική των λέξεων στόλος, στολή, στολίς – σήμαινε την πτυχή, την πτύχωση, το έκφυμα, αυτό που
εξέχει, το ύψωμα, το λοφίσκο.
Με
βάση τα όσα μέχρι τώρα εκθέσαμε για τις λέξεις ἄργος και στόλιον, μπορούμε
εύκολα να καταλήξουμε στα εξής για τη λέξη Ἀργοστόλιον
/ Αργοστόλι: Η σύνθεση των δύο παραπάνω λέξεων δημιουργεί, σύμφωνα
με τους κανόνες της σύνθεσης των λέξεων, τη λέξη ἀργοστόλιον. Άρα, η τελευταία σύνθετη λέξη εμπεριέχει τις έννοιες
της (παραλιακής) πεδιάδας και τους υψώματος, του λοφίσκου. Επομένως, ἀργοστόλιον λογικά σημαίνει το λοφώδες
τμήμα μιας (παραλιακής) πεδιάδας. Πράγματι, η πεδιάδα της Κρανιάς καταλήγει στη
βορειοδυτική της πλευρά, σε «λοφώδη χερσόνησο»,71 σε «μικρή
βραχώδη χερσονησώδη γλώσσα»,72 η οποία μάλιστα «κλείνει» από
δυτικά τον ευρύχωρο κόλπο - φυσικό λιμάνι - του Αργοστολιού. Αν είναι σωστή η
συλλογιστική μας, γίνεται φανερό ότι η δική μας άποψη εντοπίζει σημασιολογικά
τη λέξη ἀργοστόλιον στην ξηρά και όχι
στη θάλασσα, την εκλαμβάνει ως γεωγραφικό όρο δηλωτικό στεριανού χώρου και όχι
θαλασσινού, όπως οι περισσότερες από τις προηγούμενες αναφερθείσες ετυμολογικές
απόψεις. Και εφόσον η λέξη ἀργοστόλιον
σήμαινε περιοχή με τα παραπάνω γνωρίσματα, θα μπορούσε με τον καιρό χάνοντας την
αρχική ευρύτερη σημασία της να ουσιαστικοποιηθεί, όπως συνέβη π.χ. με τις
λέξεις ἄργος ® Ἄργος,
πόλη ®
Πόλη κ.λ.π., και να ονοματίσει ως
κύριο όνομα το συγκεκριμένο τόπο. Έγινε, έτσι, Ἀργοστόλιον / Αργοστόλι
(με κεφαλαίο το –α-), συγκεκριμένο δηλαδή τοπωνύμιο, το οποίο στη συνέχεια
προσδιόρισε το συγκεκριμένο οικισμό, που άρχιζε σιγά – σιγά να σχηματίζεται στο
μέσο περίπου της ανατολικής ακτής της συγκεκριμένης λοφώδους χερσονήσου, από
τον οποίο πήρε το όνομά του και ο κόλπος - σημαντικότατο λιμάνι της συγκεκριμένης
περιοχής.
Είναι,
λοιπόν, προφανές ότι για μας η λέξη Αργοστόλι
έρχεται από την αρχαία εποχή.73 Άλλωστε, και τα τοπωνύμια της γύρω
περιοχής (Κράνη, Κούταβος, Δράπανο) έχουν αρχαία καταγωγή.74
Διατηρήθηκε η λέξη στα χείλη του λαού για αιώνες, χωρίς να έχει καταγραφεί
μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα – κάτι που δεν είναι άλλωστε ασυνήθιστο.75
Αρχίζουν οι μαρτυρίες γι’ αυτό το τοπωνύμιο από τη στιγμή που το συγκεκριμένο
μέρος αποκτά εμπορική και γενικότερα οικονομική σημασία, και η νέα, βενετική,
εξουσία αναζητά για τις δικές της γραφειοκρατικές, και όχι μόνο, ανάγκες το
όνομα του συγκεκριμένου τόπου.76 Και είναι μάλλον σίγουρο ότι η λέξη
Ἀργοστόλιον / Αργοστόλι, που τη χρησιμοποιούσε ήδη ο λαός, παραφθάρηκε τότε από
τους ξένους σε Regostogni
ή Regostoli,77 αν και
το σύνολο σχεδόν των μαρτυριών εκείνης της εποχής, ξενόγλωσσων και ελληνικών,
δίνουν σωστά το τοπωνύμιο: Argostoli, Αργοστόλι.78
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Βλ. C. Sathas, Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας. Documents inedits relatifs a l’
Histoire de la Grece an Moyan Age, τόμ. VI, Παρίσι 1885, σσ. 277: «Perche el passo de Pallichi a Regostogni cum
le barche». Πρβλ. Ιωσήφ Παρτς, Κεφαλληνία και Ιθάκη, Γεωγραφική μονογραφία εξελληνισθείσα υπό Λ.
Γ. Παπανδρέου, εν Αθήναις 1892, σσ. 213-214. Ανδρέας Ανδρεάδης, Περί της Οικονομικής Διοικήσεως της
Επτανήσου επί Βενετοκρατίας, τόμ. Α΄, εν Αθήναις 1914, σ. 163.
2.
Πρόκειται για το δυτικό τμήμα της
Κεφαλονιάς, το οποίο εκείνη την περίοδο ήταν κατοικημένο σε όλα σχεδόν τα
σημεία του, και μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις μέχρι τα παράλια, «ιδίως στον
κόλπο του Λιβαδιού», (βλ. Σταματούλα Ζαπάντη, Κεφαλονιά 1500-1571. Η συγκρότηση της κοινωνίας του νησιού, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 186), όπου
στην παράλια περιοχή νότια της αρχαίας Πάλης αναπτυσσόταν ο νέος οικισμός του
Ληξουριού, με τον οποίο επικοινωνούσε το Αργοστόλι (βλ. επόμενη σημ.).
3.
Βλ. C. Sathas, ό.π., τόμ. V,
Παρίσι 1884, σ. 171, όπου έχουμε την πρώτη μαρτυρία για το Ληξούρι παραφθαρμένο σε Lazuri: «un passo da Lazuri
all’
Argostoli». Πρβλ. Ηλίας Τσιτσέλης, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τόμ. Β΄, εν
Αθήναις 1960, σ. 407. Α. Ανδρεάδης, ό.π., τόμ. Β΄, σσ. 128, 159.
4.
Δράπανο (το) ή Δράπανος (ο) ονομάζεται η
περιοχή που βρίσκεται ουσιαστικά απέναντι από τη σημερινή πόλη του Αργοστολιού.
Η ονομασία Δρεπάνου αναφέρεται στο Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής του
νησιού (1264) καθώς και στην Επιτομή
του (1677), βλ. Θησεύς Τζανετάτος, Το Πρακτικόν
της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264 και η Επιτομή αυτού. Κριτική
έκδοσις αυτών, εν Αθήναις 1965, σσ. 78-79 (Π 751, 758), σ. 82 (Π 818) και
σ. 118 (Ε 22r,
4-5 και 22r,
15), σ. 122 (Ε 25r,
6). Σημειώνεται επίσης σε χάρτες και αναφέρεται σε νησολόγια και πορτολάνους
του 16ου αιώνα, βλ. πρόχειρα Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο – Αρχείο
Χαρτογραφίας του ελληνικού χώρου, Δύο
χειρόγραφοι ελληνικοί πορτολάνοι, φιλολογική έκδοση Αγ. Τσελίκας, εκδ.
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2003, σ. 78 (στον πορτολάνο της
Βουλής, 1534) και σ. 200 (στον πορτολάνο της Ζαγοράς, δεκαετία του 1530).
5.
Βλ. C. Sathas, ό.π., τόμ. VI, σ. 284: «El
traghetto dal Argostoli». Πρβλ. Α. Ανδρεάδης, ό.π., τόμ. Α΄, σ. 163, τόμ. Β΄, σσ. 130,
158.
6.
Βλ. ΓΑΚ - Αρχεία Νομού Κεφαλληνίας,
Νοταριακό Αρχείο, Γεώργιος Ιερέας Καραντινός, φ 90r, 27-10-1594: «εἰς τό
μέρος τΑργοστολίου», στο Γερ.
Πεντόγαλος, «Πρώτη γνωστή ενοικίαση κατοικίας στο Αργοστόλι τον ΙΣΤ΄ αιώνα», Η Κεφαλονίτικη Πρόοδος, τχ. 16, Απρ.
1973, σ. 88.
7.
Βλ. ΓΑΚ - Αρχεία Νομού Κεφαλληνίας,
ό.π., Νικόλαος Ρωμανός, Βιβλίο 1ο, φ 84r, 5-10-1571, στο Στ.
Ζαπάντη, ό.π., σ. 277.
8.
Βλ. Στ. Ζαπάντη, Γιάκουμος Σουριάνος, νοτάριος Κάστρου. Κατάστιχο 1570-1598, σ. 136,
(φ 50r,
11-3-1582: «οπού υπάγι τ’ Ωργωστόλη»).
9.
Βλ. ό.π.,
σ. 66, (φ 23v,
19-12-1582: «ο μισέρ Ανδρέας ω Ρουμάνος, αμιράλησ [= διοικητής του λιμανιού]
του Εργωστολήου»).
10. Βλ.
Βασίλης Δημητριάδης, «Η Κεφαλονιά τον 16ο αιώνα κατά τους ελληνικούς και
τουρκικούς πορτολάνους», Κεφαλληνιακά
Χρονικά, τόμ. 7 (1995-1998), σ. 100. Αντίθετα, ο πορτολάνος της Βουλής
(1534), βλ. Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο, ό.π., δεν αναφέρει πουθενά το τοπωνύμιο Αργοστόλι, παρά μόνο στο μεταγενέστερο, του 17ου αιώνα,
συμπληρωματικό του κείμενο, βλ. ό.π.,
σ. 168.
11. Πρόκειται
για το έργο του L’
Isole
piu
famose
del
Mondo, Βενετία 1572. Βλ. το
χάρτη στο Γιώργος Τόλιας, Τα νησολόγια. Η
μοναξιά και η συντροφιά των νησιών, εκδ. Ολκός, [Αθήνα 2002], σ.68. Porto Argostoli
σημειώνει
στο χάρτη του προς το τέλος του 16ου αιώνα (1590) και ο Ολλανδός χαρτογράφος G. Mercator.
12. Βλ.
το χάρτη, στο Γ. Τόλιας, ό.π., σ.
140. Το Αργοστόλι σημειώνεται στο μυχό του κόλπου, όπου απεικονίζονται και οι
αλυκές (saline).
13. Ο
Ι. Παρτς, ό.π., σ. 199, το
χαρακτηρίζει ως «τόν λαμπρότατον φυσικόν λιμένα τῆς Κεφαλληνίας, ἕνα τῶν ὡραιοτέρων
ὅλης τῆς Μεσογείου». Στο λιμάνι αυτό από εκείνα τα χρόνια αγκυροβολούσε
ολόκληρος στόλος, όπως για παράδειγμα, ο οθωμανικός στόλος το 1532, βλ. Στ.
Ζαπάντη, Κεφαλονιά 1500-1571. Η συγκρότηση
της κοινωνίας του νησιού, ό.π., σ. 313.
14. Στους
πρόποδες του λόφου Αγγλέουρα (βλ. Ι. Παρτς, ό.π., σ. 215), του σημερινού
Αι-Θανάση. Να σημειώσουμε εδώ ότι εκείνα τα χρόνια η ακτογραμμή έφθανε στο ύψος
του σημερινού Λιθόστρωτου – η εκκλησία του Αγίου Νικολάου των Ξένων ήταν τότε
παραλιακή, βλ. Αγγελο-Διονύσης Δεμπόνος, Κούταβος,
το χρονικό ενός βάλτου, έκδοση Δήμου Αργοστολίου, 1999, σσ. 25-26.
15. Η
θαλάσσια συγκοινωνία Αργοστολιού -
Δραπάνου συνεχίστηκε μέχρι και το 19ο αιώνα, εξυπηρετώντας κυρίως το
τελευταίο διάστημα ανάγκες της λειτουργίας της εκκλησίας της Δραπανιώτισσας,
βλ. Α.-Δ. Δεμπόνος, Το Αργοστόλι
διασκεδάζει, Αργοστόλι 1979, σ. 145 και σημ. 4.
16. Ο
Κούταβος είναι ο μυχός του κόλπου του Αργοστολιού. Ετυμολογείται από την αρχαία
λέξη κότταβος, βλ. Α.-Δ. Δεμπόνος, Κούταβος, το χρονικό ενός βάλτου, ό.π.,
σ. 23. Η λέξη αναφέρεται στο Πρακτικό της
Λατινικής Επισκοπής (1264) και στην Επιτομή
του (1677), βλ. Θ. Τζανετάτος, ό.π.,
σ. 78 (Π 750) και σ. 118 (Ε 22r, 4). Στα χρόνια της Βενετοκρατίας ονομαζόταν Porto de l’ Arsenal από
τα ερείπια μάλλον του ναυστάθμου της αρχαίας Κράνης, βλ. Ι. Παρτς, ό.π., σ. 203.
17. Σε
χάρτη, που απεικονίζεται η περιοχή που μελλοντικά θα αναπτυχθεί το Αργοστόλι,
σημειώνεται το τοπωνύμιο Pendespitia.
18. Το
θέμα της πρώτης, αρχικής διαμόρφωσης του οικισμού του Αργοστολιού δεν έχει
απασχολήσει τους ερευνητές, οπότε υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε με βάση τις
δημοσιευμένες πηγές.
19. Για
την παλαιά πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς, το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου βλ. Νικ.
Φωκάς-Κοσμετάτος, Το Κάστρο Αγίου
Γεωργίου Κεφαλληνίας. Η παλαιά πρωτεύουσα της Νήσου, Αθήναι 1966.
Ευρυδίκη Λειβαδά-Ντούκα, Κεφαλλονιά: Το
Κάστρο τ’ Αη - Γιώργη, έκδοση Πολιτιστικής Επετηρίδας «Οδύσσεια Κεφαλλονιάς
και Ιθάκης», χ.χ.
20. Ο
Ι. Παρτς, ό.π., σ. 214, σημ. 2, μας
πληροφορεί ότι μέχρι τότε «οἱ ἐρχόμενοι [στο Αργοστόλι] ἐφέροντο ἐκ τοῦ πλοίου
εἰς τήν ἀκτήν ἐπί τῶν ὤμων ὑπό τῶν ἐντοπίων».
21. Βλ.
ό.π., σ. 214.
22. Ήδη
ζητούνται σπίτια για ενοικίαση, βλ. Γ. Πεντόγαλος, ό.π., όπου καταγράφεται η πρώτη γνωστή ενοικίαση κατοικίας στο
Αργοστόλι τον 16ο αιώνα. Βλ. και Ι. Παρτς, ό.π.,
σ. 216.
23. Με
την αύξηση της εξαγωγής της σταφίδας, το προϊόν συγκεντρώνεται σε ειδικές
αποθήκες στο λιμάνι του Αργοστολιού, βλ. Στ. Ζαπάντη, ό.π., σσ. 182, 277. Α. Ανδρεάδης, ό.π., τόμ. Β΄, σ. 287.
24. Στην
απογραφή, όμως, του Καστροφύλακα του έτους 1583, άγνωστο γιατί, δεν αναφέρεται
το Αργοστόλι, βλ. Η. Τσιτσέλης, ό.π.,
σσ. 662-672. Πάντως σε απογραφικούς ή στατιστικούς πίνακες το Αργοστόλι
αναφέρεται για πρώτη φορά στο φοροδοτικό πίνακα του 1678, σύμφωνα με τον οποίο
πληρώνει 823 1/2 ρεάλια (σε σύγκριση με το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου και το
Προάστειο μαζί που πληρώνουν 525 ρεάλια και 1 λίρα και το Ληξούρι που
προσφέρει 969 1/2 1/8 ρεάλια και 1 λίρα), βλ. Ν. Γ. Μοσχονάς, «Φοροδοτικός
Πίνακας της Κεφαλονιάς του έτους 1678», Δελτίον
της Ιονίου Ακαδημίας, τόμ. Α΄, Κέρκυρα 1977, σσ. 119, 109-110.
25. Αντίθετα,
στον απογραφικό πίνακα του έτους 1766, παρ’ όλο που ήδη από το 1757 το
Αργοστόλι έχει καθιερωθεί ως πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς, αναγράφεται ως Tener della scala di Cefalonia,
βλ. Η. Τσιτσέλης, ό.π., σ. 678.
26. Στο
Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής
(1264) καταγράφεται το τοπωνύμιο Χώρα
«ἐν τῇ περιοχ(ῆ) τῆς Κρανίας […] πλησίον τῆς Ἐλαφόνας», το οποίο διατηρείται
και στην Επιτομή του Πρακτικού (1677), βλ. Θ. Τζανετάτος, ό.π., σ. 47 (Π 250) και σ. 118 (Ε 22r, 1) αντίστοιχα.
27. Βλ.
Ι. Παρτς, ό.π., σ. 213: «ἡ ἀρχή τοῦ
ὀνόματος εἶναι σκοτεινή […] βεβαίως κατάγεται ἐκ τοῦ μεσαίωνος».
28. Βλ.
τις σημειώσεις του Α. Μουστοξύδη στο έργο του Ιωάννη Λοβέρδου Κωστή, Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας. Δοκίμιον
συγγραφέν ιταλιστί. Εξελληνισθέν υπό Παύλου Γρατσιάτου και διά πολλών
σημειώσεων [του Α. Μουστοξύδη] πλουτισθέν, εν Κεφαλληνία 1888, σ. 73.
Πρόκειται για τη σημ. 18, ο αριθμός της οποίας έχει παραλειφθεί λόγω
τυπογραφικού λάθους, όντας ενσωματωμένος στη σημ. 17: «Τό μέν ὄνομα φαίνεται
παλαιόν, ἀλλά τίνος χάριν ἐτέθη ἀγνοεῖται».
29. Ηλίας
Ζερβός Ιακωβάτος, Συλλογή αρχαιολογικών
λειψάνων της νήσου Κεφαλληνίας, εν Κεφαλληνία 1861, σ. 60.
30. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
Μέγα Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης,
εκδ. Ελληνικά Γράμματα, [εν Αθήναις] χ.χ. και Ι. Πανταζίδης, Λεξικόν ομηρικόν, εν Αθήναις 1873, στο
λ. ἀργός. Η δεύτερη συνεκδοχική
σημασία δικαιολογείται στη βάση της παρατήρησης ότι κάθε γρήγορη κίνηση
προκαλεί λάμψη, στιλπνότητα. Πρβλ. Ἄργος
(ο σκύλος του Οδυσσέα), Ἀργώ, Ἀργοναῡται, και τα λατινικά arguo
(=
διαλευκαίνω, διασαφηνίζω), argutus (= ευκίνητος, οξύς,
οξύνους). Στην Ιλιάδα τα ταχυπόδαρα σκυλιά ή τα κυνηγητικά ονομάζονται «ἀργοί» ή «ἀργίποδες κύνες» (Α 50, Σ
283, Ω 211), ενώ τα ἀργής, ἀργεννός χρησιμοποιούνταν ως συνώνυμα
του ἀργός. Οι λέξεις αυτές παράγονται
από τη ρίζα αργ-
31. Νικόλαος
Τζουγανάτος, «Το Αργοστόλι. Μελέτη για το χρονικό και την τοπωνυμία», Ηώς, τχ. 58-60, 1962, σ. 125. (Πρβλ. Ν.
Τζουγανάτος, Μελετήματα Ιστορίας και
Λαογραφίας της Κεφαλονιάς, τόμ. Α΄, έκδοση Συλλόγου «Λειβαθώ» Κεφαλονιάς,
Αθήνα 1996, σ. 33). Σημειώνουμε εδώ ότι ο Ν. Τζουγανάτος σε αυτή τη μελέτη του,
μετά τα σχετικά για το Αργοστόλι ιστορικά στοιχεία, παραθέτει τις ετυμολογίες
που κατά καιρούς είχαν προταθεί για τη συγκεκριμένη λέξη από διάφορους ερευνητές.
32. Ιω.
Λοβέρδος Κωστής, ό.π., σ. 56. Πρβλ.
Ν. Τζουγανάτος, ό.π., σσ. 124-125.
33. Πολύ
ορθά σημειώνει ο Α. Μουστοξύδης στο Ιω. Λοβέρδος Κωστής, ό.π., σ. 73: «Οὐδ’ ἡ ναῦς Ἀργώ, οὐδ’ Ἀργεῖος στόλος ἐξεύρομεν ὅτι
ἐστάθμευσε ποτέ εἰς τόν λιμένα τοῦτον».
34. Βλ.
Etymologicon
Magnum, (φωτοτυπική
ανατύπωση), εκδ. Πελεκάνος, [Αθήνα 2000], στο λ. ἀκροστόλιον.. Βλ. επίσης H. Liddell – R. Scott, ό.π., στο λ. ἀκροστό-λιον.
Λεξικόν Σουίδα, εκδ. Ελληνικός
Εκδοτικός Οργανισμός, στο λ. ἀκροστόλια.
Στις λέξεις στόλος και στόλιον θα επανέλθουμε.
35. Πρόκειται
για το λεγόμενο παράσημον, βλ. H. Liddell – R. Scott, ό.π., στο λ. παρά-σημον.
36. Όταν,
το 1908, μετονομάστηκε σε «Δήμο Αργοστολίου» ο μέχρι τότε «Δήμος Κρανίων»,
υπήρξαν αντιδράσεις από μερίδα του τοπικού τύπου. Η εφ. Ήλιος, φ. 177, 17-4-1908, 2αβ, σε άρθρο της με τίτλο «Άστοχος
μεταβολή», κατακεραυνώνει τους δημοτικούς συμβούλους, οι οποίοι, κατά τη γνώμη
της, προέβησαν «εἰς τοιαύτην βεβήλωσιν» μέσω της «στυγερᾶς πράξεως» να σβήσουν
το όνομα της αρχαίας και ένδοξης πόλης της Κράνης και να καθιερώσουν το όνομα Ἀργοστόλιον, το οποίο «οὔτε ἱστορικήν
φέρει ἀξίαν οὔτε σημασίαν τινα». Κατά την εφημερίδα, οι κυρίαρχοι Βενετοί
ονομάτισαν την πόλη Regostoni, και η λέξη μετά την
παραφθορά της σε Regostoli εξελληνίστηκε
σε Ἀργοστόλιον. Σε αυτή, λοιπόν, την άποψη
απαντά αναγνώστης με τα αρχικά Π. Ι. Μ. στην εφ. Ζιζάνιον, φ. 491, 17-5-1908, 4α, ο οποίος υποστηρίζει ότι η λέξη Ἀργοστόλιον είναι «ἀκραιφνῶς ἑλληνική»,
παραγόμενη από το ἀκροστόλιον ή
προερχόμενη από τη σύνθεση των λέξεων ἀργός
+ τελῶ.
37. Βλ.
δική μας παραπάνω σημείωση 34. Επίσης βλ. Χρ. Γιοβάνης, Νέο Λεξικό – Θησαυρός όλης της Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Χρ.
Γιοβάνης, χ.χ., στο λ. ἀκροστό-λιο.
Σημειώνουμε ότι το λήμμα αυτό απουσιάζει από το Λεξικό της Νέας Ελληνι-κής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, Κέντρο
Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., Αθήνα 1998.
38. Στο
Ιω. Λοβέρδος Κωστής, ό.π., σ. 73.
Πρβλ. Ν. Τζουγανάτος, ό.π., σ. 125.
39. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. ἀργός και Γ. Μπαμπινιώτης, ό.π.,
στο λ. αργός.
40. Εφ.
Ζιζάνιον, φ. 49, 17-5-1908, 4α.
41. Και
τούτο, γιατί το σ της συλλαβής –στο- πρέπει να προέρχεται από το
δεύτερο συνθετικό, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση (τελῶ, τέλος) δεν το έχει.
42. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. εἵργω / ἔργω.
43. Βλ.
Ν. Τζουγανάτος, ό.π., σ. 125.
44. Το
αναφέρει ο Ν. Τζουγανάτος, ό.π., σ. 127,
παραπέμποντας σε μελέτη του Κ. Άμαντου στο Λεξικογραφικόν
Αρχείον της Μέσης και Νέας Ελληνικής, τόμ. Ε΄, σ. 59.
45. Βλ.
και σημείωση δική μας 10. Ο Κ. Άμαντος, βέβαια, παραπέμπει στο περ. Χρυσαλλίς, τόμ. 4, σ. 376, όπου ο Κ.
Σάθας δημοσίευσε τον πορτολάνο του 16ου αιώνα.
46. Βλ.
Σπ. Λάμπρος, «Κατάλογος Κρητικών Οίκων Κερκύρας», Νέος Ελληνομνήμων, τόμ. 10, 1913, σ. 453.
47. Θυμίζουμε
ότι οι πρώτες αναφορές τοποθετούνται στα έτη 1528, 1534, 1548. Βλ. πρώτη παράγραφο
αυτής της μελέτης.
48. Ν.
Τζουγανάτος, ό.π., σ. 127.
49. Βλ.
Φώτης Κονιδάρης, «Η ετυμολογία της λέξεως Αργοστόλι»,
Η Ηχώ του Ιονίου, τχ. 144-145,
Ιουλ-Αύγ. 1958, σσ. 12-14.
50. Βλ.
Σπυρίδων Βλαντής, Λεξικόν της ιταλικής
γλώσσης, εν Βενετία 1852, στα λήμματα ergastolo
και
ergastulo: «είδος δεσμωτηρίου». Να σημειώσουμε
ότι στα λατινικά η λέξη ergastulum-i
(βλ.
Στεφ. Κουμανούδης, Λεξικόν
Λατινοελληνικόν, εκδ. Γρηγόρη, [Αθήνα 1972] σήμαινε το «κολαστικόν
εργαστήριον, την κολαστικήν ειρκτήν». Βλ. επίσης F. Mavridis – E. Lucarelli – G. Basili, Dizionario Italiano–Greco,
Grec-Italiano. Ιταλο-Ελληνικό, Ελληνο–Ιταλικό
Λεξικό, εκδ. Μ. Σιδέρη, [Αθήνα 2006], στο λ. ergastolo:
«1. ισόβια (κάθειρξη), 2. δεσμωτήριο, 3. κάτεργο».
51. Ο
Ν. Τζουγανάτος την απορρίπτει και «για λόγους φωνητικούς»: στην περίπτωση αυτή,
ισχυρίζεται, «θα επικρατούσε η λέξη “Ἀργόστολο”
ή “Ἐργάστολο”, και θα διετηρείτο ο
φθόγγος της τονούμενης συλλαβής», ό.π.,
σ. 127. Αντίθετα, εμείς πιστεύουμε ότι εύκολα το Ἐργκάστολο μπορούσε να γίνει
Ἐργκόστολο ®
Ἀργκόστολο / Ἀργόστολο ®
Ἀργοστόλι.
52. Τη
σημασία του «κάτεργου» δίνει και το Λεξικό
των F.
Mavridis
– E.
Lucarelli
– G.
Basili
με
την τρίτη εκδοχή: βλ. δική μας παραπάνω σημείωση 50. Βλ. και Γ. Μπαμπινιώτης, ό.π., στο λ. κάτεργο.
53. Βλ.
εφ. Η Καθημερινή, 25-8-1996 και
10-9-1996, (αναδημοσίευση στην τοπική εφημερίδα Κεφαλληνία, φ. 12, Ιούλ. 2001, 8αβγ). Σε αυτό το κείμενό του ο Δ.
Λουκάτος σημείωνε ότι με την άποψή του συμφωνούσε και ο καθηγητής Γλωσσολογίας
Σταμάτης Καρατζάς, όταν το 1966 συζητούσαν αυτό το θέμα.
54. Ι.
Παρτς, ό.π, σσ. 214-215, σημ. 4, από
έκθεση του Βενετού Προνοητή Αργοστολιού N. Bragadin το 1603.
55. Ν.
Τζουγανάτος, ό.π., σ. 127.
56. Βλ.
Γ. Μπαμπινιώτης, ό.π., στο λ. καραβοστάσι.
57. Βλ.
Θ. Τζανετάτος, ό.π., σ. 77 (Π 736): «ἀμπέλιον
τό καλούμενον Καραβοστᾶσ(ιν)».
58. Αναφέρει
το Καραβοστάσι και το Καραβοκλάσι στην περιοχή της Παλικής, βλ. Ν. Τζουγανάτος,
ό.π., σ. 127.
59. Τηλέμαχος
Μαράτος, «“Αργοστόλι”: Μια ετυμολογική προσέγγιση», εφ. Η Καθημερινή / Επτά Ημέρες, 10-12-1995, (Αφιέρωμα: «Κεφαλονιά. Το
νησί των αντιθέσεων»), σ. 13.
60. Βλ.
τους κανόνες της σύνθεσης των λέξεων στο σχολικό εγχειρίδιο Μιχ. Οικονόμου, Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής, Α΄
Λυκείου, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Αθήνα [1984], σσ. 250-251
(παράγραφοι 372-378), 274 (παρ. 409), 276 (παρ. 415), 279-280 (παρ. 424).
61. Βλ.
Στράβων, 8, 6, 9: «ἄργος δέ καί τό πεδίον λέγεται».
62. Βλ.
Ησύχιος, στο λ. Ἄργος. Ἄργος πᾶν
παραθαλάσσιον πεδίον».
63. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. Ἄργος και Etymologicon Magnum, ό.π., στο λ. Ἄργος.
64. Βλ.
Ι. Παρτς, ό.π., σ. 202.
65. Βλ.
Αντώνιος Μηλιαράκης, Γεωγραφία πολιτική
νέα και αρχαία του νομού Κεφαλληνίας, Αθήνησιν 1890, σ. 29: «Διά τοῦ ὀνόματος
Κρανιά ὀνομάζεται ἡ μεγάλη, ἡ εὔφορος καί ὁμαλή κοιλάς, ἡ ἀποτελοῦσα μέρος εὐρέος
λεκανοπεδίου, ἀναστομουμένου εἰς τόν Κούταβον. Πρός Δ. ἡ κοιλάς ὁρίζεται ἐκ
προεκτάσεως τῆς λοφοσειρᾶς τῆς χερσονήσου τοῦ Ἀργοστολίου […]».
66. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. στόλιον και Λεξικόν Σουΐδα,
ό.π., στο λ. στόλιον = ἡ στολή. Βλ.
επίσης H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στα λήμματα στολισμός (περίπτωση ΙΙ), στολίδιον, στολιδόομαι, στολίζω
(κυρίως περίπτωση Ι2), στολή (περίπτωση
Ι1,2), στόλισις, στολισμός, στολμός.
Επίσης βλ. Ησύχιος, στα λήμματα στολή, στολμός.
67. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. στολίς. Βλ. επίσης ό.π.,
στα λήμματα στολιδώδης, στολίδωμα (= η πτυχή, η «σούφρα»), στολιδωτός.
68. Βλ.
Γ. Μπαμπινιώτης, ό.π., στο λ. στολίδωση.
69. Βλ.
H.
Liddell
– R.
Scott,
ό.π., στο λ. στόλος (περίπτωση ΙΙ), όπου «τό ἔμβολον τοῦ πλοίου οὗ τό ἔσχατον ἀκρον
ἐκαλεῖτο ἀκροστόλιον». Βλ. επίσης Etymologicon Magnum,
ό.π., στο λ. ακροστόλιον, όπου δίνεται
η σημασία της λέξης στόλος.
70. Βλ.
Ησύχιος, στα λήμματα δρυοπαγῆ στόλον και στολοκρατές.
71. Βλ.
Ι. Παρτς, ό.π., σσ. 198, 199.
72. Βλ.
Α. Μηλιαράκης, ό.π., σ. 22. Αυτή η
λοφώδης χερσόνησος δεν ξεπερνά σε ύψος τα 100 μέτρα.
73. Συμφωνούμε
δηλαδή στο σημείο αυτό με τον αναγνώστη – επιστολογράφο (με τα αρχικά Π. Ι. Μ.)
εφημερίδας, τον οποίο αναφέραμε σε άλλο σημείο της μελέτης μας, ο οποίος
έγραφε: «[…] δέν ἐννοῶ τόν λόγον διά τόν ὁποῖον νά μή δεχθῶμεν ὅτι τό Ἀργοστόλιον
εἶναι λέξις ἀκραιφνῶς ἑλληνική, ἀλλά νά ζητήσωμεν αὐτήν εἰς παραφθοράν ἀπό
ξένας ἤ ἀνυπάρκτους», εφ. Ζιζάνιον,
φ. 491, 17-5-1908, 4α.
74. Γράφει
για το τοπωνύμιο Κράνη ο αρχαιολόγος
Π. Γ. Καλλιγάς, «Ιερό Δήμητρας και Κόρης στην Κράνη Κεφαλλονιάς», Αρχαιολογική Εφημερίς (Α.Ε.) 1978 (έκδοση 1980), σ. 138: «Είναι
πολύ πιθανό […] σε μια κρήνη να
οφείλει και το ίδιο του το όνομα ο τόπος, εάν θυμηθούμε τον αρχαίο γραμματικό
τύπο Κράνα / Κράνη, στη δωρική διάλεκτο, που μιλιόταν στην Κεφαλλονιά». Για τον Κούταβο βλ. δική μας σημείωση 16. Το Δράπανο οφείλει το όνομά του στο
«δρεπανοειδές σχήμα» του, βλ. Η. Τσιτσέλης, Συλλογή
ονοματοθεσιών της νήσου Κεφαλληνίας, εν Αθήναις 1877, σ. 16. Βλ. επίσης Συμπλήρωμα του Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής
Γλώσσης των H.
Liddell
– R.
Scott,
εκδ. Σιδέρη, Αθήναι χ.χ., στο λ. δράπανον,
το = δρέπανον.
75. Ο
αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός Σπ. Μαρινάτος, Κεφαλληνία
– Ιστορικός και αρχαιολογικός περίπατος, έκδοση Τ.Ε.Τ. Κεφαλληνίας, 1962,
σ. 4, έχει επισημάνει ότι στην Κεφαλονιά διασώθηκαν πολλά αρχαιοελληνικά
τοπωνύμια, τα οποία όμως «δέν τά ἀναφέρουν οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς. Διετηρήθησαν
μόνον διά στόματος τοῦ λαοῦ».
76. Βλ.
τις μαρτυρίες των ετών 1528, 1534, 1548, που αναφέραμε στην αρχή αυτής της
μελέτης.
77. Την
άποψη αυτή έχει εκφράσει και ο αναγνώστης – επιστολογράφος της εφ. Ζιζάνιον, φ. 419, 17-5-1908, 4α: «Τό σφόδρα
πιθανόν εἶναι, ὅτι τό ἐν χρήσει παρά τῷ λαῷ Ἀργοστόλιον, παρεφθάρη εἰς Regostoli παρά τοῦ κακῶς ἀντιληφθέντος
ξένου».
78. Βλ.
τις μαρτυρίες στην αρχή της μελέτης μας και τις δικές μας σημειώσεις 3, 5-13.
Όπως είναι γνωστό όμως, τα τοπωνύμια δεν δημιουργούνται με γραφειοκρατικές διαδικασίες αλλά αποτελούν τα αρχαιότερα γλωσσικά ίχνη που έχει αφήσει ο άνθρωπος στο πέρασμά του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια να δημιουργηθεί ένα τοπωνύμιο απαιτούνται πάρα πολλά χρόνια και το τοπωνύμιο πλάθεται στα στόματα των κατοίκων της περιοχής και έχει μπερδευτεί με παραδόσεις και θρύλους.
Τα τοπωνύμια αποτελούν το πιο ενδιαφέρον αντικείμενο των γενεαλόγων της γλώσσας, σε όλο τον κόσμο.
Και όπως λέει ο Chesterton η γλώσσα δεν είναι όπως οδηγούμαστε από το λεξικό να υποθέσουμε ,επινόηση ακαδημαικών η φιλόλογων.
Περισσότερο δημιουργήθηκε με τον καιρό ,μέσα σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από χωρικούς ,ψαράδες, κυνηγούς και καβαλάρηδες.
Πόσο μάλλον τα τοπωνύμια που όπως είπαμε και παραπάνω αποτελούν το πιο ενδιαφέρον αντικείμενο των γενεαλόγων της γλώσσας.
Το σχόλιο προέρχεται από άρθρο που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα :www.kostaspak.gr 'ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΕΙΚΟΣΙΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΘΑΝΕΤΕΡΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ" και ανήκει στον διαχειριστή της Literblog ιστοσελίδας ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟ -ΠΑΚΙΟΛΟ
ΑπάντησηΔιαγραφή